Μπες και Δες

Δεν είναι πάντα στη ζωή μας απαραίτητα τα χρήματα, μπορούμε να προσφέρουμε στον συνάνθρωπό μας και με λίγη καλή θέληση. Χρήματα μπορεί να μην υπάρχουν, όμως πάντα υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν άνθρωποι που θα χαρίσουν λίγα χαμόγελα… Μάθε για την ομάδα μας … Βοήθησε και εσύ ……

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2011

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ - ΟΣΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ


ΟΣΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ ‐ ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ
ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΟΓΔΟΟΣ Περὶ προσευχῆς

(Διὰ τν ἱερὰν προσευχήν, τὴν μητέρα τῶν ἀρετῶν,
καὶ δι τ πῶς πρέπει νπαρίσταταί τις εἰς αὐτὴν νοερῶς καὶ σωματικῶς)

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ, ς πρὸς τὴν ποιότητά της, εἶναι συνουσία καὶ ἕνωσις το ἀνθρώπου μ τὸν Θεόν, καὶ ὡς πρς τὴν ἐνέργειά της, σύστασις κα διατήρησις το κόσμου, συμφιλίωσις μ τὸν Θεόν, μητέρα τῶν δακρύων, καθὼς ἐπίσης κα θυγατέρα, συγχώρησις τῶν ἁμαρτημάτων, γέφυρα πο σῴζει ἀπ τοὺς πειρασμούς, τοῖχος ποὺ μᾶς προστατεύει ἀπ τὶς θλίψεις, συντριβ τῶν πολέμων, ἔργο τῶν Ἀγγέλων, τροφὴ ὅλων τῶν ἀσωμάτων, μελλοντικ εὐφροσύνη, ργασία πο δὲν τελειώνει, πηγὴ τῶν ἀρετῶν, πρόξενος τν χαρισμάτων, ἀφανὴς πρόοδος, τροφὴ τῆς ψυχῆς, φωτισμὸς τοῦ νο, πέλεκυς ποὺ κτυπᾶ τν ἀπόγνωσι, ἀπόδειξις τῆς ἐλπίδος, διάλυσις τῆς λύπης, πλοῦτος τῶν μοναχῶν, θησαυρὸς τῶν ἡσυχαστῶν, μείωσις τοῦ θυμο, καθρέπτης τῆς πνευματικῆς προόδου, φανέρωσις τῶν μέτρων, δήλωσις τῆς πνευματικῆς καταστάσεως, ἀποκάλυψις τῶν μελλοντικῶν πραγμάτων, σημάδι τῆς πνευματικῆς δόξης ποὺ ἔχει κανείς. προσευχὴ εἶναι γι᾿ αὐτὸν ποὺ προσεύχεται πραγματικ δικαστήριο καὶ κριτήριο καὶ βῆμα τοῦ Κυρίου, πρὶν ἀπ τ μελλοντικ βῆμα.

2. Ἂς ἐγερθοῦμε καὶ ἂς ἀκούσωμε τν ἱερὴ αὐτὴ βασίλισσα τῶν ἀρετν νὰ φωνάζη μ ὑψωμένη τὴν φωνὴ καὶ ν μᾶς λέγη: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς. Ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ᾿ ὑμᾶς, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν ‐καὶ ἴασιν ταῖς πληγας ὑμῶν‐ ὁ γὰρ ζυγός μου χρηστὸς καὶ πταισμάτων μεγάλων ἰαματικὸς ὑπάρχει» (πρβλ. Ματθ. ια´ 28
30).

3. Ὅσοι πηγαίνομε νὰ παρασταθοῦμε ἐνώπιον το Βασιλέως κα Θεο κα ν συνομιλήσωμε μαζί Του, ἂς μ προχωροῦμε χωρὶς τὴν κατάλληλη προετοιμασία. Διότι ὑπάρχει φόβος, ν μᾶς δ ἀπ μακρυὰ νὰ μὴν ἔχωμε τ ὅπλα κα τὴν στολ πο ἁρμόζουν γι τὴν παρουσίαση νώπιον το Βασιλέως, νδιατάξη τοὺς ὑπηρέτας κα λειτουργούς Του νὰ μᾶς δέσουν καὶ νὰ μᾶς ἐξορίσουν μακρυὰ ἀπὸ τὸ πρόσωπό Του, καὶ τὶς δεήσεις μας ν τὶς σχίσουν καὶ νὰ τὶς πετον στὸ πρόσωπό μας.

4. Ὅταν ξεκινς ν σταθῆς νώπιον τοῦ Κυρίου, ἂς εἶναι ὁ χιτὼν τῆς ψυχῆς σου ὑφασμένος ἐξ ὁλοκλήρου μὲ τὸ νῆμα μᾶλλον μ τ λῆμμα τῆς ἀμνησικακίας. Εἰδεμ τίποτε δὲν πρόκειται νὰ ὠφεληθῆς ἀπὸ τὴν προσευχή. Ὅλο τ ὕφος κα τ λεκτικ τῆς προσευχῆς σου ἂς εἶναι νεπιτήδευτο, διότι τελώνης καὶ ἄσωτος μ ἕναν μόνο λόγο συμφιλιώθηκαν μ τὸν Θεόν.

5. Μία εἶναι ἐξωτερικῶς στάσις στὴν προσευχή, ἀλλὰ παρουσιάζει ἐσωτερικῶς πολλὲς ποικιλίες καὶ διαφορές. Ἄλλοι συνομιλοῦν μαζί Του σὰν μὲ φίλο καὶ κύριό τους, καὶ Τοῦ προσφέρουν τὸν ὕμνο καὶ τὴν ἱκεσία χάριν τῶν ἄλλων καὶ ὄχι τοῦ ἑαυτοῦ τους. Ἄλλοι ζητοῦν πλοῦτο καὶ δόξα καὶ περισσοτέρα παρρησία. Ἄλλοι παρακαλοῦν νὰ ἀπαλλαγοῦν τελείως π τὸν ἐχθρό τους. Μερικο ἱκετεύουν νὰ τοὺς δοθῆ κάποια τιμή, καὶ μερικοὶ γιὰ τὴν τελεία ἐξάλειψι τοῦ χρέους τους. Ἄλλοι ζητοῦν ἀπελευθέρωσι ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῶν παθῶν, καὶ ἄλλοι συγχώρησι τῶν ἀνομημάτων τους.

6. Πρὶν ἀπ᾿ λα ἂς βάλωμε στὸν κατάλογο τῆς δεήσεώς μας τὴν εἰλικριν εὐχαριστία. Στὴν δεύτερη σειρά, τὴν ἐξομολόγησι τῶν ἁμαρτιν μας κα τὴν συντριβ τῆς ψυχῆς μας μ συναίσθησι. Καὶ ἐν συνεχεί ς ναφέρωμε τ αἰτήματά μας πρὸς τὸν Παμβασιλέα. τρόπος αὐτὸς τῆς προσευχῆς εἶναι ἄριστος, ὅπως ἀπεκαλύφθη σὲ κάποιον ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς ἀπὸ γγελον τοῦ Κυρίου.

7. Ἐὰν κάποτε ἐστάθηκες ὡς ὑπόδικος ἐμπρς σ ἐπίγειο δικαστή, δν χρειάζεσαι ἄλλο ὑπόδειγμα γιὰ τὴν παράστασι στὴν προσευχή σου. Ἐὰν δὲ δὲν ἐστάθηκες ἀκόμη, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἄλλους εἶδες νὰ

δικάζωνται, τουλάχιστον ἂς τὸ διδαχθῆς αὐτὸ ἀπὸ τὶς ἱκεσίες τῶν σθενῶν πρὸς τοὺς ατρούς, ὅταν πρόκειται νὰ χειρουργηθοῦν νὰ καυτηριασθοῦν.

8. Μὴν πιτηδεύεσαι τὰ λόγια τῆς προσευχῆς σου. Διότι πολλὲς φορὲς τὰ πλὰ καὶ ἀνεπιτήδευτα ψελλίσματα τῶν μικρῶν παιδιῶν εὐχαρίστησαν κα ἱκανοποίησαν τὸν οὐράνιο Πατέρα τους.

9. Μ ζητῆς ν λέγης πολλ στὴν προσευχή σου, γιὰ νὰ μὴ διασκορπισθῆ ὁ νοῦς σου, ναζητώντας λόγια. Ἕνας λόγος πίστεως ἔσωσε τν λῃστή. πολυλογία στὴν προσευχ πολλὲς φορὲς ἐδημιούργησε στὸ νο φαντασίες κα διάχυσι, ν ἀντιθέτως μονολογία συγκεντρώνει τν νο.

10. Ὅταν αἰσθάνεσαι γλυκύτητα κατάνυξι σ κάποιο λόγο τῆς προσευχῆς σου, σταμάτησε σ᾿ αὐτόν,
διότι τότε συμπροσεύχεται μαζί μας φύλαξ γγελός μας.

11. Μὴ προσεύχεσαι μ παρρησία, ἔστω καὶ ἐὰν διαθέτης καθαρότητα. Ἀντιθέτως πλησίασε μὲ πολλὴ ταπεινοφροσύνη, καὶ ἔτσι θὰ ἀποκτήσης περισσοτέρα παρρησία.

12. Κα ν ἀκόμη ἔχης ἀνεβ ὅλη τὴν κλίμακα τῶν ἀρετῶν, καὶ τότε πάλι νὰ προσεύχεσαι ὑπὲρ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν σου, ἀκούοντας τὸν Παῦλο ν βοᾶ: «Ἁμαρτωλῶν πρῶτος εἰμὶ ἐγώ» (Α´ Τιμ. α´
15).

13. Τὰ φαγητ τ ἀρτύουν μὲ τ λάδι κα τὸ ἁλάτι. Καὶ στὴν προσευχὴ δίνουν φτερὰ ἡ ζω τῆς σωφροσύνης καὶ ἁγνότητος, καὶ τ δάκρυα.

14. Ἂν ἐνδυθῆς καλ τὴν πραότητα καὶ τὴν ἀοργησία, τότε δὲν θὰ κοπιάσης πολὺ ν λευθερώσης τὸν νο σου ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία.

15. Ἕως ὅτου ἀποκτήσωμε προσευχ ἐναργῆ, θὰ ὁμοιάζωμε μὲ ἐκείνους ποὺ γυμνάζουν στὶς ἀρχς τὰ νήπια πς ν βαδίζουν.

16. Νὰ πυκτεύης, στε ν νυψώνης μᾶλλον ν περικλείης τὴν σκέψι σου μέσα στ λόγια τῆς προσευχῆς. Καὶ άν, λόγ τῆς νηπιακῆς σου πνευματικῆς καταστάσεως, τονήση κα ξεφύγη, συμμάζεψέ την πάλι. Διότι ἴδιον τοῦ νοῦ εἶναι τ ἄστατον, καὶ ἴδιον τοῦ Θεοῦ τὸ νὰ μπορῆ ὅλα ν τὰ σταθεροποι.

17. Ἂν ἀγωνίζεσαι συνεχῶς καὶ ἀποφασιστικῶς, τότε θὰ σὲ ἐπισκεφθῆ καὶ ἐσένα κεῖνος πο θέτει ὅρια στὴν θάλασσα το νο καὶ κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς σου θὰ τῆς εἰπ: «Μέχρι τούτου ἐλεύση, καὶ οὐχ ὑπερβήση» (Ἰὼβ λη´ 11).

18. Εἶναι ἀδύνατο ν δεσμεύση κάποιος ἕνα πνεμα, (ὅπως τὸν νο). Ὅπου μως παρουσιασθ
Κτίστης το πνεύματος, τὰ πάντα ὑποτάσσονται.

19. Ἐὰν κάποτε ντίκρυσες καθαρ τὸν Ἥλιο, (δηλαδ τν Χριστόν), τότε θ κατορθώσης κα νὰ συνομιλήσης μαζί Του πως πρέπει. Εἰδεμή, πῶς μπορεῖς ν συνομιλῆς πραγματικὰ μὲ κάποιον ποδν τὸν ἔχεις ἰδεῖ;

20. Ἀρχὴ τῆς προσευχῆς εἶναι τὸ νὰ διώκωνται ο ἐχθρικὲς προσβολὲς στὴν ρχή τους, μὲ να ἀποφασιστικὸ λόγο. Μέσον, τὸ νὰ παραμένη νοῦς στὰ λόγια καὶ στὰ νοήματα τῆς προσευχῆς. Καὶ τέλος, τὸ νὰ ρπαγῆ ὁ νοῦς πρὸς τν Κύριον.

21. Ἄλλη εἶναι ἡ ἀγαλλίασις ποὺ δοκιμάζουν στὴν προσευχή τους οἱ κοινοβιάτες, καὶ ἄλλη οἱ ἡσυχασταί. Διότι πρώτη ἴσως ν ἐπηρεάζεται κάπως ἀπ τὴν κενοδοξία, ἐνῷ ἡ δευτέρα εἶναι γεμάτη ἀπὸ ταπεινοφροσύνη.

22. ν γυμνάζης πάντοτε τὸν νο σου ν μ φεύγη μακρυά, τότε καὶ κατὰ τὴν ρα τῆς τραπέζης θὰ
εὑρίσκεται κοντά σου. Ἐὰν μως συνηθίζη ν περιπλανᾶται ἐλεύθερα, ποτ δὲν θ κατορθωθ νὰ παραμένη πλησίον σου.

23. μεγάλος ργάτης τς μεγάλης κα τελείας προσευχῆς (δηλαδὴ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος), λέγει:
«Θέλω εἰπεῖν πέντε λόγους τῷ νοΐ μου» κ.τ.λ. ´ Κορ. ιδ´ 19), πράγμα ποὺ εἶναι ξένο γιὰ τοὺς νηπίους καὶ ἀρχαρίους. Γι᾿ αὐτὸ ἐμεῖς σὰν ἀτελεῖς, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ποιότητα, ἔχομε νάγκη κα ἀπ τὴν ποσότητα τῆς προσευχῆς. Τὸ δεύτερο ἄλλωστε εἶναι πρόξενο το πρώτου. «Ὁ Θεὸς ‐λέγει Γραφή‐ δίνει προσευχὴ καθαρὴ σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ προσεύχεται, ἔστω καὶ ρυπαρά, ἀλλ χωρὶς ν ὑπολογίζη κόπο καὶ πόνο» (πρβλ. Α´ Βάσ. β´ 9).

24. λλο πράγμα εἶναι ρύπος τῆς προσευχῆς καὶ ἄλλο ὁ ἀφανισμὸς καὶ λλο ἡ κλοπὴ καὶ ἄλλο ὁ μῶμος. ρύπος εἶναι τὸ ν ἵστασαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἔχης αἰσχρὲς σκέψεις. ἀφανισμὸς εἶναι τὸ ν αἰχμαλωτίζεται νοῦς σου ἀπ μάταιες φροντίδες καὶ μέριμνες. κλοπὴ εἶναι τὸ ν πέφτη ἡ σκέψις ἀνεπαίσθητα σὲ ρεμβασμούς. Καὶ μῶμος εἶναι ὁ οἱοσδήποτε πειρασμς πο ἔρχεται νὰ μᾶς
θίξη τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς.

25. Ὅταν δὲν εἴμαστε μόνοι μας κατὰ τὴν ρα τῆς προσευχῆς τότε ἂς λαμβάνωμε μόνο ἐσωτερικὰ τὴν ἁρμόζουσα ἱκετευτικ στάσι. Ὅταν ὅμως πουσιάζουν ἐκεῖνοι πο θ μς ἐπαινοῦσαν, τότε ἂς συμμορφώσουμε ἀναλόγως καὶ τὴν ἐξωτερική μας στάσι. Διότι στοὺς ἀτελεῖς πολλὲς φορὲς ὁ νοῦς συμμορφώνεται πρὸς τν στάσι το σώματος.

26. Ὅλοι βέβαια, ἀλλὰ περισσότερο κεῖνοι ποὺ πηγαίνουν στὸν βασιλέα γιὰ νὰ ζητήσουν ἄφεσι τοῦ χρέους των, ἔχουν νάγκη ἀπ ἀπερίγραπτη συντριβή.

27. ν ἀκόμη εὑρισκώμαστε στ δεσμωτήριο, ἂς ἀκούσωμε τὰ λόγια το Ἀγγέλου πρὸς τὸν Πέτρο:
«Ζώσου τὴν ποδιὰ τῆς ὑπακοῆς, βγάλε πὸ πάνω σου τὰ θελήματά σου, καὶ ἔτσι γυμνὸς πλησίασε καὶ προσευχήσου στὸν Κύριον, ζητώντας τὸ ἰδικό Του μόνο θέλημα» (πρβλ. Πράξ. ιβ´ 8), καὶ θὰ ἀποκτήσης τότε τὸν Θεόν, ὁποῖος θ κρατ τ τιμόνι τῆς ψυχῆς σου καὶ θ σὲ κυβερν κίνδυνα.

28. Ἀφοῦ ἐγερθῆς ἀπὸ τὴν φιλοκοσμία καὶ τὴν φιληδονία, πέταξε ἀπ πάνω σου τὶς μέριμνες, βγάλε ἀπὸ πάνω σου τὶς σκέψεις, ἀπαρνήσου τ σῶμα, (καὶ τότε προσευχήσου). Διότι ἡ προσευχὴ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρ ἀποξένωσις ἀπ ὅλον τὸν ὁρατὸ καὶ ἀόρατο κόσμο.

Θεέ μου, «τί γὰρ μοὶ ὑπάρχει ἐν τῷ οὐρανῷ»; Τίποτε! «Καὶ παρὰ σοῦ τί ἠθέλησα ἐπὶ τῆς γῆς»; (πρβλ. Ψαλμ. οβ´ 25). Τίποτε! Παρὰ μόνο τὸ ν προσκολλῶμαι πάντοτε σ᾿ σένα περίσπαστα μέσ τῆς προσευχῆς. Μερικο ζοῦν μ τὴν πιθυμία το πλούτου, ἄλλοι μὲ τῆς δόξης καὶ λλοι μ κάποιου ἄλλου κτίσματος. «Ἐμοὶ δ τὸ προσκολλάσθαι τ Θε πιθυμητόν στι, τίθεσθαι ἐν αὐτῷ τὴν ἐλπίδα τῆς ἀπαθείας μου» (πρβλ. Ψαλμ. οβ´ 28).

29. πίστις ἔδωσε φτερὰ στὴν προσευχή. Χωρὶς αὐτὴν ἡ προσευχὴ δὲν μπορε ν πετάξη στὸν οὐρανό.

30. Ὅσοι εἴμαστε ἐμπαθεῖς ἂς παρακαλέσωμε γι᾿ αὐτὸ μ πιμον τὸν Κύριον, διότι ὅλοι οἱ ἀπαθεῖς ἀπὸ τὴν ἐμπάθεια προχώρησαν κα ἔφθασαν στὴν ἀπάθεια.

31. Παρ᾿ ὅλον ὅτι σὰν Θεὸς ποὺ εἶναι δὲν φοβεῖται τὸν Θεὸ «Κριτής» (πρβλ. Λουκ. ιη´ 2), ἐν τούτοις ὅμως, ἐπειδὴ τν ἐνοχλεῖ χήρα, ψυχ δηλαδ πο ἐχήρευσε ἀπ Αὐτὸν μὲ τὶς ἁμαρτίες καὶ τὶς πτώσεις της, θὰ ἐκδικηθῆ καὶ θὰ τὴν σώσῃ ἀπὸ τὸν ἀντίδικό της, ἀπὸ τὸ σμα δηλαδὴ καὶ ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς της δαίμονας.

32. Θεός, καλός μας οἰκονόμος, τος εὐγνώμονες τος ἐφελκύει στὴν ἀγάπη Του μ τὴν σύντομη ἐκπλήρωσι τοῦ αἰτήματός των. Ἐνῷ τὶς ἀχάριστες καὶ ὅμοιες μὲ τος σκύλους ψυχὲς τὶς ἀναγκάζει νὰ κάθωνται πλησίον Του προσευχόμενες, πεινασμένες κα διψασμένες γι τὸ ατημά τους. Διότι ὁ ἀγνώμων σκύλος, μόλις πάρη τὸ ψωμί, πομακρύνεται ἀμέσως ἀπ κεῖνον πο το τὸ ἔδωσε.
33. Νὰ μ λέγης τι, ἂν καὶ προσευχήθηκες πολὺν καιρό, δν κατώρθωσες τίποτε, διότι ἤδη κάτι σπουδαῖο κατώρθωσες. Τί, ἀλήθεια, πάρχει ἀνώτερο ἀπ τὴν προσκόλλησι στὸν Κύριον καὶ ἀπὸ τὴν συνεχῆ παραμον σ᾿ ατὴν τὴν νωσι;

34. Δὲν φοβεῖται τόσο ὁ κατάδικος τὴν πόφασι τῆς τιμωρίας του, ὅσο φοβεῖται ἐργάτης τῆς προσευχῆς τὴν στάσι του στὴν ὥρα τῆς προσευχῆς. Γι᾿ ατό, ἂν εἶναι σοφὸς καὶ ἔξυπνος, μὲ τὴν ἀνάμνησι αὐτῆς τῆς ὥρας θ μπορ ν ποστρέφεται κάθε λοιδορία κα ὀργ κα μέριμνα κα σχολία καὶ θλίψι καὶ χορτασμὸ κα λογισμὸ κα πειρασμό.

35. Νὰ προετοιμάζεσαι μὲ τὴν ἀδιάλειπτο ἐσωτερικὴ προσευχὴ προκειμένου ν σταθῆς νὰ προσευχηθῆς, καὶ ἔτσι σύντομα θὰ προοδεύσης (στὴν προσευχή).

36. Εἶδα μερικοὺς ν λάμπουν στὴν πακοή τους κα ν μὴν ἀμελοῦν, ὅσο τοὺς ἦταν δυνατό, τὴν νοερὰ μνήμη τοῦ Θεο. Καὶ μόλις ἐστάθηκαν στὴν προσευχή, κυριάρχησαν σύντομα στν νο τους, αὐτοσυγκεντρώθηκαν καὶ ἔχυναν κρουνηδὸν τὰ δάκρυα. Καὶ τοῦτο, διότι ἦταν προετοιμασμένοι ἀπὸ τὴν σία πακοή.

37. Στὴν ψαλμῳδία ποὺ γίνεται μὲ πολλοὺς ἀκολουθοῦν αἰχμαλωσίες κα ρεμβασμοί. Στὴν κατὰ μόνας ὅμως προσευχὴ δὲν παρατηρονται ατά. Ἀλλὰ αὐτὴν τὴν πολεμεῖ κηδία, ν τὴν πρώτη τὴν
βοηθε προθυμία.

38. Τὴν ἀγάπη τοῦ στρατιώτου πρὸς τὸν βασιλέα τὴν ἔδειξε ἡ ὥρα τοῦ πολέμου. Καὶ τὴν γάπη τοῦ μοναχο πρὸς τν Θεὸν τν ἐδοκίμασε ὁ καιρὸς καὶ ὁ τρόπος τῆς προσευχῆς. Τὴν πνευματική σου κατάστασι θ σο τὴν φανερώση προσευχή σου. Οἱ θεολόγοι ἄλλωστε ἐχαρακτήρισαν τὴν προσευχὴ καθρέπτη τοῦ μοναχο.

39. Ἐκεῖνος πο ἀσχολεῖται μὲ κάτι καὶ τὸ συνεχίζει, ἐν ἐσήμανε ὥρα τῆς προσευχῆς, αὐτὸς ἐμπαίζεται ἀπ τοὺς δαίμονας. Διότι αὐτὸ ἐπιδιώκουν οἱ κλέπτες, ρα μ τὴν ρα ν κλέβουν τὸν χρόνο τῆς προσευχῆς μας.

40. Μὴν ρνῆσαι νὰ προσεύχεσαι γιὰ κάποια ψυχὴ (πο σο τὸ ζήτησε), στω καὶ ν δὲν διαθέτης καρποφόρο προσευχή. Διότι πίστις ἐκείνου ποὺ ἐζήτησε τὴν προσευχή, σωσε πολλὲς φορὲς κι ἐκεῖνον πο προσευχήθηκε κα μάλιστα μὲ συντριβ καρδίας. Μὴν περηφανεύεσαι, ἐὰν προσεύχεσαι γιὰ ἄλλους καὶ εἰσακούεσαι, διότι ἡ πίστις αὐτῶν ἐνήργησε, ὥστε νὰ εἰσακουσθῆ ἡ προσευχή σου.

41. Κάθε μαθητὴς θ ξετάζεται π τὸν διδάσκαλό του καθημερινὰ στ μαθήματα ποὺ ἐδιδάχθη. Καὶ ἀπὸ κάθε νοῦ θὰ ζητηθ, καὶ δικαίως, νὰ παρουσιάση σὲ κάθε προσευχή του τὴν δύναμι ἐκείνη ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεόν. Γι᾿ ατ ς προσέχωμε.

42. Ὅταν προσευχηθῆς μὲ προσοχὴ καὶ ἐπιμέλεια, τότε σύντομα θὰ πολεμηθῆς ἀπ τ πάθος τῆς ὀργῆς, διότι ἔτσι εἶναι τὸ σχέδιο τῶν δαιμόνων. Κάθε ἀρετή, πρὸ πάντων ὅμως τὴν προσευχή, ἂς τὴν ἐργαζώμεθα πάντοτε μὲ πολλὴ συναίσθησι. Κα ψυχ τότε προσεύχεται μ συναίσθησι, ὅταν ὑπερνικήση τὸν θυμό.

43. Ὅσα ποκτοῦμε μὲ πολλὲς κεσίες καὶ σὲ πολὺ χρόνο, αὐτ εἶναι μόνιμα. Ὅποιος ἀπέκτησε μέσα του τὸν Κύριον, δν ρυθμίζει πλέον ἴδιος τὰ λόγια καὶ τ σχέδιο τῆς προσευχῆς, διότι τότε «τὸ πνεῦμα ἐντυγχάνει ὑπὲρ αὐτοῦ στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» (Ρωμ. η´ 26).

44. Νὰ μ δεχθῆς στὴν προσευχή σου καμμία αἰσθητὴ εἰκόνα καὶ φαντασία γιὰ ν μ (πλανηθῆς καί)
παραφρονήσης.

45. Γι κάθε αἴτημα ἡ πληροφορία ἐμφανίζεται στὴν προσευχή. Πληροφορία εἶναι ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν ἀμφιβολία. Πληροφορία εἶναι ἡ βεβαία καὶ σφαλς φανέρωσις ἑνὸς ἀγνώστου πράγματος.
46. Νὰ γίνεσαι ὑπερβολικὰ λεήμων καὶ συμπονετικός, σὺ πο καλλιεργεῖς τὴν προσευχή. Διότι μὲ τὴν ἐλεημοσύνη οἱ μοναχοὶ «ἑκατονταπλασίονα λήψονται» στὴν παροῦσα ζωή. Καὶ τὸ ἑπόμενο τοῦ εὐαγγελικο λόγου, (δηλαδ τὸ «ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσουσι), (Ματθ. ιθ´ 29), θὰ τ πολαύσουν στὸν μέλλοντα αἰώνα.

47. Ἦλθε τὸ πῦρ (τοῦ θείου πόθου) μέσα στν καρδι καὶ νέστησε τὴν προσευχή. Ἀφοῦ δὲ προσευχὴ ἀνεστήθη καὶ νελήφθη στος οὐρανούς, ἔγινε στὸ νώγειο τῆς ψυχῆς κάθοδος τοῦ πυρς (τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος).

48. Μερικο ἰσχυρίζονται ὅτι προσευχ εἶναι νωτέρα ἀπ τὴν μνήμη το θανάτου. Ἐγὼ ὅμως γνωρίζω νὰ ἀνυμνῶ ἐξ ἴσου τὶς δυὸ οσίες τῆς μιᾶς ποστάσεως.

49. ἱκανὸς ἵππος συνήθως, καθὼς ρχίζει ν τρέχη, θερμαίνεται καὶ προχωρώντας αὐξάνει τὴν ταχύτητα το δρόμου του. Ὡς δρόμο ἐννο τὴν μνῳδία κα ς ππο τὸν νδρεῖο νο, ὁ ὁποῖος
«πόρρωθεν ὀσφραίνεται πολέμου» (Ἰὼβ λθ´ 25) καὶ προετοιμάζεται γιὰ τὴν μάχη κα πάντοτε δείχνεται ἀνίκητος.

50. Εἶναι βαρ ν ρπάξης τ νερ π τ στόμα τοῦ διψασμένου. Βαρύτερο ὅμως εἶναι νὰ διακόψης μία ψυχὴ ποὺ προσεύχεται μὲ κατάνυξι ἀπὸ τὴν πολυπόθητη αὐτὴ προσευχή της πρὶν τὴν τελειώση.

51. Μὴν ἀναχωρήσης ἀπὸ τὴν προσευχή σου, πρὶν ἰδῆς νὰ σταματοῦν, σύμφωνα μ τὴν οἰκονομία τοῦ
Θεο, τὸ πῦρ (τῆς χάριτος) καὶ τὸ ὕδωρ (τν δακρύων). Διότι ἴσως νὰ μὴ σοῦ δοθῆ πάλι σὲ ὁλόκληρη
τν ζωή σου τέτοια εὐκαιρία γι τὴν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν σου. Ἐκεῖνος ποὺ ἐγεύθηκε τὴν χάρι τῆς προσευχῆς, συνέβη στε πολλὲς φορὲς π ναν (ἀπρόσεκτο) λόγο ποὺ εἶπε νὰ μολύνη τὸν νοῦ του, καὶ ἔτσι μόλις στάθηκε στὴν προσευχὴ δὲν εὐρῆκε τὸ ποθούμενο πως συνήθως.

52. λλο εἶναι ν π ι σ κ ο π ς (ν ἐποπτεύης δηλαδή) συχν τὴν καρδιά σου καὶ ἄλλο τὸ ν
ἐπισκο πεύσης (νὰ κάνης δηλαδ χρέος ἐπισκόπου) σ᾿ αὐτήν. Στν πρώτη περίπτωσι νοῦς ὁμοιάζει μὲ ἄρχοντα, ἐνῷ στὴν δευτέρα μὲ ἀρχιερέα, ὁ ὁποῖος προσφέρει στὸν Χριστὸν λογικὲς θυσίες. Κα πως λέγει κάποιος πο ἔλαβε τὴν προσωνυμία τοῦ θεολόγου, τὸ Ἅγιον καὶ Ὑπερουράνιον πρ (δηλαδὴ τὸ γιον Πνεῦμα), τος πρώτους τοὺς ἐπισκέπτεται ὡς φλόγα καὶ τοὺς καταφλέγει, διότι ἔχουν ἀκόμη νάγκη καθάρσεως, ἐνῷ τοὺς δευτέρους ὡς φῶς καὶ τος φωτίζει, διότι ἔφθασαν στὰ μέτρα τῆς τελειότητος.

Τὸ ἴδιο δηλαδὴ γιον Πνεῦμα ὀνομάζεται καὶ «πρ καταναλίσκον» (Ἑβρ. ιβ´ 29) καὶ «φς
φωτίζον» (πρβλ. Β´ Κορ. δ´ 6). Γι᾿ αὐτὸ καὶ μερικοὶ ὅταν ξέρχωνται ἀπ τὴν προσευχή, εἶναι σὰν νὰ ἐξέρχωνται ἀπὸ φλογισμένο καμίνι, αἰσθανόμενοι συγχρόνως μία λάφρωσι καὶ ἕνα καθαρισμὸ ἀπὸ τὸν ρύπο καὶ τ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ἄλλοι πάλι αἰσθάνονται σὰν ν ἐφωτίσθηκαν μὲ φῶς κα σὰν νὰ ἐφόρεσαν τὴν διπλοΐδα τῆς ταπεινώσεως κα τῆς ἀγαλλιάσεως. Ὅσοι ἐξέρχονται ἀπὸ τὴν προσευχή τους χωρὶς νὰ ασθάνονται καμμία ἀπ τὶς δυὸ ατὲς νέργειες, αὐτοὶ προσεύχονται ὄχι πνευματικά, ἀλλὰ σωματικά, γιὰ νὰ μὴν εἰπῶ ἰουδαϊκά. Διότι, ἐὰν ἕνα νθρώπινο σῶμα ποὺ ἐγγίζει σὲ λλο ὑφίσταται κάποια ἐπίδρασι καὶ ἀλλοίωσι, πῶς δὲν θὰ δοκιμάση ἐπίδρασι καὶ ἀλλοίωσι ἐκεῖνος ποὺ μὲ καθαρ χέρια γγίζει (διὰ τῆς προσευχῆς καὶ τῆς θεωρίας) τὸ «σῶμα» τοῦ Θεο;

53. πανάγαθος Βασιλεύς μας, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ ἐπίγειος βασιλεύς, προσφέρει τ δῶρα του στοὺς στρατιῶτες του ἄλλοτε διος, ἄλλοτε μὲ ἕναν φίλο του, ἄλλοτε μὲ ἕνα ὑπηρέτη του καὶ ἄλλοτε μὲ ἄγνωστο τρόπο. Ἀλλὰ καὶ νάλογα μ τὸν χιτώνα τῆς ταπεινώσεως ποὺ ὁ καθένας φορε.

54. Στν πίγειο βασιλέα εἶναι ποκρουστικς ἐκεῖνος ποὺ παρίσταται νώπιόν του καὶ ν συνεχείᾳ γυρίζει τὸ πρόσωπό του κα συζητε μ τος ἐχθροὺς το βασιλέως. Παρόμοια εἶναι ποκρουστικὸς στὸν Κύριον αὐτὸς πού, ἐνῷ προσεύχεται, δέχεται ἀκάθαρτους λογισμούς.

55. Ὅταν βλέπης τὸν κύνα νὰ ρχεται (γιὰ νὰ σὲ ἀποσπάση μὲ κάποια πρόφασι ἀπ τὴν προσευχή),
κυνήγα τον μ τ ὅπλο. Καὶ κάθε φορὰ ποὺ γαυγίζει μὲ ἀναίδεια, μὴν ὑποχωρῆς.
56. Ν αἰτῆς μ δάκρυα καὶ πένθος. Ν ζητῆς μ ὑπακοή. Νὰ κρούης μὲ μακροθυμία. Διότι «ὁ οὕτως αἰτῶν λαμβάνει, καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει, καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται» ουκ. ια´ 10). Πρόσεξε μήπως προσευχηθῆς χωρὶς τὴν ἀπαιτούμενη προσοχ γιὰ κάποια γυναίκα, καὶ σὲ κλέψη ἐκ δεξιῶν ὁ διάβολος.

57. (ταν προσεύχεσαι), μὴ θέλης νὰ ἐξομολογῆσαι τὶς σαρκικὲς ἁμαρτίες σου λεπτομερῶς καὶ ὅπως ἀκριβῶς γιναν, γιὰ νὰ μὴ γίνης σὺ ἴδιος ἐπίβουλος καὶ πικίνδυνος στν ἑαυτό σου.

58. καιρὸς τῆς προσευχῆς ἂς μὴ γίνη γι σένα ρα πο θ σκεφθῆς σπουδαῖα κα ἀναγκαῖα θέματα,
ἔστω καὶ πνευματικά. Διαφορετικ ἄφησες κα σο ἔκλεψαν τὸ πολυτιμότερο.

59. Ὅποιος κρατ στ χέρια του τὸ ραβδ τς προσευχῆς, δ πρόκειται ν σκοντάψη. Ἀλλὰ καὶ ν ἀκόμη σκοντάψη, δ θ πέση ἐντελς. Διότι ἡ προσευχὴ εἶναι ἕνας εὐσεβῆς τύραννος το Θεο. Τὴν ὠφέλεια ἐκ τῆς προσευχῆς μποροῦμε νὰ τὴν καταλάβουμε ἀπὸ τὰ ἐμπόδια ποὺ μᾶς φέρνουν οἱ δαίμονες κατ τὶς ὦρες τῶν Ἀκολουθιῶν. Τὸν δ καρπὸ τῆς προσευχῆς, ἀπὸ τὴν ἥττα τοῦ ἐχθροῦ, καθὼς τ λέγει κα Ψαλμῳδός: «Ἐν τούτῳ ἔγνων τι τεθέληκάς με, ὅτι οὐ μὴ ἐπιχαρῆ ὁ ἐχθρός μου ἐπ᾿ ἐμέ» (Ψαλμ. μ´ 12) τὸν καιρὸ τοῦ πολέμου. Λέγει δὲ πίσης: «Ἐκέκραξα ἐν ὅλῃ καρδίᾳ μου» (πρβλ. Ψαλμ. ριη´ 145), δηλαδὴ καὶ μὲ τὸ στόμα μου καὶ μ τὴν ψυχή μου κα μ τὸ πνεῦμα μου, διότι που εὑρίσκονται συγκεντρωμένοι οἱ δυὸ τελευταῖοι, ( ψυχὴ κα τὸ πνεῦμα), ἐκεῖ ἀνάμεσά τους εὑρίσκεται καὶ Θεὸς (πρβλ. Ματθ. ιη´ 20).

60. Οὔτε τὰ σωματικὰ ἰδιώματα, ἀλλὰ οὔτε καὶ τὰ πνευματικ εἶναι σὲ ὅλους ὅμοια. Καὶ γι᾿ ατ σὲ ἄλλους φαίνεται πιὸ κατάλληλος σύντομος ψαλμῳδία κα σ ἄλλους ἡ μακροτέρα. Καὶ ο πρῶτοι ἰσχυρίζονται ὅτι πολεμοῦν ἔτσι τὴν αἰχμαλωσία τοῦ νοῦ τους, ἐνῷ οἱ δεύτεροι τὴν ἀμάθειά τους.

61. Ἐὰν ἀδιάκοπα προσεύχεσαι στν Βασιλέα κατ τῶν ἐχθρῶν σου, ὁσάκις ἔρχωνται ν σ πειράξουν, ἔχε θάρρος καὶ δν πρόκειται νὰ κοπιάσης πολύ. Διότι αὐτοὶ οἱ ἴδιοι θὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπ κοντά σου σύντομα, ἐπειδὴ δν θέλουν οἱ ἀνόσιοι νὰ σὲ βλέπουν νὰ στεφανώνεσαι πολεμώντας ἐναντίον τους μὲ τὴν προσευχή. π πλέον, θὰ φύγουν καὶ ἐπειδὴ τοὺς μαστιγώνει προσευχ σν φωτιά.

62. Δεῖξε ὅλη τὴν νδρεία σου καὶ τὴν προθυμία σου (ταν προσεύχεσαι), καὶ θὰ ἔχης τὸν ἴδιον τὸν
Θεὸν διδάσκαλο στὴν προσευχή σου.

63. Δν μποροῦμε νὰ διδαχθοῦμε τ πῶς ν βλέπωμε, διότι ἐκ φύσεως τὸ γνωρίζομε μόνοι μας. Παρόμοια δὲν μπορομε ν γνωρίσωμε μ τν διδασκαλία τοῦ λλου τὸ κάλλος τῆς προσευχῆς. Διότι ἡ προσευχὴ ἔχει ὡς διδάσκαλό της τὸν Θεόν, «τὸν διδάσκοντα ἄνθρωπον γνσιν, καὶ διδόντα εὐχὴν τῷ εὐχομέν καὶ εὐλογοῦντα ἔτη δικαίων» (Ψαλμ. Ϟγ´ 10 ‐ Α´ Βασ. β´ 9).

Ἀμήν.