Μπες και Δες

Δεν είναι πάντα στη ζωή μας απαραίτητα τα χρήματα, μπορούμε να προσφέρουμε στον συνάνθρωπό μας και με λίγη καλή θέληση. Χρήματα μπορεί να μην υπάρχουν, όμως πάντα υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν άνθρωποι που θα χαρίσουν λίγα χαμόγελα… Μάθε για την ομάδα μας … Βοήθησε και εσύ ……

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012

"Αισιόδοξος είναι ο άνθρωπος που εργάζεται έχοντας πίστη και ελπίδα"


Αγίου Νικολάου Αχρίδος
ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ
«Νεαροί μου, θέλω να σας ευχαριστήσω που με προσκαλέσατε να σας μιλήσω για την απαισιοδοξία των νέων και να σας παρακαλέσω· Μην αξιολογείτε έναν άνθρωπο μόνο από την κοινωνική του θέση η μόνο από τον τίτλο του. Μην κρίνετε τους ανθρώπους από τη στολή τους και την εξωτερική τους εμφάνιση, αλλά από το εσωτερικό τους και από όλα όσα εξαρτώνται από τους ίδιους. Η κοινωνική θέση δεν εξαρτάται από τον καθένα μας. Αυτό που εξαρτάται από μας τους ίδιους είναι η ποιότητα των αισθημάτων μας, η ποιότητα των σκέψεών μας και η ποιότητα της βούλησής μας, η ποιότητα της ψυχής μας. 
Μακάρι να καταφέρω με την ομιλία μου να σας εμπνεύσω θάρρος και αισιοδοξία. Χαίρομαι, αν εγώ ως μοναχός, που φορώ ράσο, κατορθώσω να σας προσφέρω κάτι καλό. Η κοινωνική θέση ή ο τίτλος δεν θα σας καταστήσουν ικανούς για το σωστό, αν εσείς δεν γίνετε ικανοί από μόνοι σας για καλές πράξεις. Ο Επίκτητος, ο στωικός φιλόσοφος, παρόλο που ήταν σκλάβος ήταν τόσο καλός, που αποτελούσε πρότυπο και παράδειγμα, σε αντίθεση με τον Καλιγούλα· παρόλο που ήταν αυτοκράτορας, ήταν ποταπός και ανήθικος. Η στολή του αξιωματικού δεν θα σας κάνει γενναίους, ούτε το ράσο του ιερέα ευσπλαγχνικούς, ούτε η δικαστική τήβεννος δίκαιους, ούτε η πολυθρόνα του υπουργού δυνατούς, εάν η ψυχή σας δεν είναι γεμάτη από γενναιότητα, φιλευσπλαγχνία, δικαιοσύνη και ψυχική δύναμη.
Πρέπει να έχετε ψυχή που θα είναι ικανή για τρία πράγματα: να υπομένει, να αγαπάει τη ζωή, αλλά και να θυσιάζεται. Τέτοια ψυχή δεν θα έχετε ποτέ, εάν είστε απαισιόδοξοι. Ο απαισιόδοξος δεν μπορεί να θυσιάσει τη ζωή του, γιατί η ζωή γι’ αυτόν δεν έχει αξία και εκείνο που δεν έχει αξία, μπορεί μόνο να «πεταχτεί» και όχι να θυσιαστεί. Όταν ο άνθρωπος προσφέρει κάτι που αγαπάει, τότε θυσιάζεται, ενώ όταν προσφέρει κάτι που μισεί, τότε δεν θυσιάζεται, αλλά το «πετά».
Ο απαισιόδοξος δεν μπορεί να αγαπήσει τη ζωή, επειδή του φαίνεται πως δεν έχει νόημα και χαρά. Η ζωή για τον τέτοιου είδους άνθρωπο είναι ανοησία, πόνος, απερισκεψία, θλίψη και έτσι δεν την αγαπά. Ο πεσσιμιστής τελικά δεν μπορεί να υπομείνει τη ζωή, για τους ίδιους λόγους που δεν μπορεί να αγαπήσει τη ζωή. Ο άνθρωπος μπορεί να αντέξει τον πόνο που έχει κάποιο νόημα και τέλος. Δεν μπορεί να αντέξει όμως τον πόνο που δεν έχει ουσία και τέλος. Η ζωή των απαισιόδοξων ανθρώπων είναι απερίσκεπτος και ατελείωτος πόνος.
Αν είστε απαισιόδοξοι, δεν θα μπορέσετε ούτε να θυσιαστείτε, ούτε να αγαπήσετε τη ζωή, ούτε καν να την υπομείνετε. Η ψυχή σας δεν θα είναι ικανή για κανένα από τα παραπάνω. Θα είναι ικανή για ανοησίες, για άσκοπη περιπλάνηση ή για τεχνάσματα ή για ακινησία ή για αυτοκτονία. Ούτε σεις θα είστε χρήσιμοι για τη ζωή, ούτε η ζωή θα έχει σημασία για σας. Στις τρεις τελευταίες περιπτώσεις η ζωή στην ιλιγγιώδη πορεία της θα σας «κοιτάξει» περιφρονητικά και θα περάσει πολύ γρήγορα από δίπλα σας. Η ζωή σαν βουερό και ασημένιο ποτάμι θα προσπεράσει πολύ γρήγορα δίπλα από τον απαισιόδοξο νερόλακκό σας. Μάταια από τον νερόλακκο αυτόν θα πετάξετε λάσπη και συκοφαντίες στη ζωή. Νομίζετε ότι θα θολώσετε τη ζωή; Όχι, θα θολώσετε μόνο την οπτική σας και την ψυχή σας.
Πιστεύετε πως με την απαισιοδοξία σας, θα σταματήσετε και θα καταστρέψετε τη ζωή; Είναι τόσο απίθανο να την καταστρέψετε, όσο απίθανο είναι ένας ελέφαντας, που κάθεται κάτω από τους καταρράκτες του Νιαγάρα να προσπαθήσει με την προβοσκίδα του, να γυρίσει πίσω τον καταρράκτη.
Η απαισιοδοξία αποτελεί ένα ανίσχυρο πείσμα απέναντι στη ζωή. Από αυτό το πείσμα αρρωσταίνει και πάσχει ο απαισιόδοξος άνθρωπος που αποτελεί μόνο ένα κομμάτι της ζωής. Η ίδια η ζωή δεν παθαίνει τίποτε. Αποφάσισα λοιπόν σήμερα να μιλήσω για την απαισιοδοξία των νέων, επειδή η απαισιοδοξία σας προκαλεί πόνο και θλίψη.
Η απαισιοδοξία προκαλεί πόνο και θλίψη και πλήττει πρώτα εσάς που είστε νέοι και που έντονα λαχταράτε τη χαρά. Ο πεσσιμισμός σας μοιάζει με ανατολίτη τύραννο, που αλυσοδένει και συνθλίβει τους ανθρώπους. Υπάρχουν δύο είδη νεανικής απαισιοδοξίας: Το ένα είδος έχει σχέση με τη ζωή γενικά. Το άλλο έχει σχέση με τη ζωή ειδικά. Η ινδική απαισιοδοξία κυριεύει και κατακτά τις ψυχές εκείνων των νέων ανθρώπων που ζουν κάτω από την αίσθηση μιας παγκόσμιας θλίψης. Όσο περισσότερο διαρκεί αυτή η αίσθηση, τόσο περισσότεροι άνθρωποι κυριαρχούνται απ’ αυτή. Όπως ο κλέφτης σιγά-σιγά ξεκινά να πιστεύει πως όλος ο κόσμος κλέβει, και όπως ο δίκαιος άνθρωπος νομίζει πως όλος ο κόσμος λέει την αλήθεια, έτσι και ο κατεστραμμένος άνθρωπος νομίζει πως όλος ο κόσμος έχει καταστραφεί.
Στο ιερό βιβλίο των Ινδών, είναι γραμμένο: Ο άνθρωπος που έχει θέληση, σκέψη και πίστη, είναι σκλάβος. Όταν ο άνθρωπος απαλλαχτεί από τη θέληση, την σκέψη και την πίστη, ελευθερώνεται. Αυτός είναι ο δρόμος που οδηγεί στον Μπράμα και ανοίγει την πόρτα, μέσα από την οποία περνάει κανείς στην άλλη όχθη του σκοταδιού, και φθάνει στο Νιρβάνα: Υπάρχει όμως θνητός που δεν έχει θέληση, σκέψη και πίστη; Και ποιος θνητός ελευθερώθηκε από τα τρία και επέζησε; Κανείς. Ούτε ο ίδιος ο Βούδας, ο πιο σημαντικός δάσκαλος της ινδικής φιλοσοφίας. Ούτε αυτός μέχρι το τέλος της ζωής του δεν κατάφερε να ελευθερωθεί από τη θέληση, την σκέψη και την πίστη. Μέχρι τη στιγμή του θανάτου του επιθυμούσε, σκεφτόταν και πίστευε. Πίστευε σταθερά στην κατάσταση Νιρβάνα. Σκεφτόταν ασταμάτητα πως ο κόσμος είναι διάφανος, γεμάτος πόνο και πως υπάρχει μετεμψύχωση. Στο τέλος επιθυμούσε να απαλλαχθεί από την επιθυμία γι’ αυτόν τον κόσμο και επιθυμούσε να οδηγήσει και άλλους ανθρώπους στην ίδια αντίληψη. Οι άνθρωποι κατάφερναν να υιοθετήσουν την αντίληψη που τους δίδασκε ο Βούδας, αλλά δεν κατάφερναν να απαρνηθούν τη θέληση, τη σκέψη και την πίστη τους. Μέσα από την επιθυμία τους να απαλλαχθούν από αυτά τα τρία, το μόνο που κατάφεραν είναι να αποδυναμώσουν αυτά που αποτελούν το περιεχόμενο της ζωής.
Ο Βούδας με την απαισιοδοξία του πέτυχε να μετατρέψει έναν μαχητικό και ζωηρό λαό, όπως οι Ινδοί πριν από αυτόν, σε αδύναμο παθητικό λαό τριακοσίων εκατομμυρίων που δεν κατάφερε, να αντισταθεί σε ένα μη βουδιστικό στρατό πενήντα χιλιάδων ανθρώπων. Η απαισιοδοξία των Ινδών μεταφέρθηκε στην Ευρώπη όπως και η αρρώστια της πανούκλας. Από αυτά τα δύο κακά που έδωσε η Ινδία στην Ευρώπη, δεν ξέρουμε ποιο είναι το χειρότερο. Η πανούκλα οργώνει το σώμα και η απαισιοδοξία οργώνει την ψυχή. Ο Χριστός είπε: Μη φοβάστε εκείνο που σκοτώνει το σώμα, να φοβάστε αυτό που σκοτώνει την ψυχή.
Ο Σοπενχάουερ μεταφύτεψε την απαισιοδοξία των Ινδών στην Ευρώπη. Απέρριψε από τη διδασκαλία του Βούδα μόνο τη μετεμψύχωση, την μεταπήδηση της ψυχής μετά τον θάνατο. Κράτησε όμως όλα τα βασικά στοιχεία της βουδιστικής διδασκαλίας. Και έγινε «δολοφόνος» πολλών ψυχών, ειδικά νεανικών. Όταν διαβάζει κανείς τη βιογραφία του βεβαιώνεται ότι δεν ήταν στη ζωή του απαισιόδοξος. Πρόσεχε ιδιαίτερα τη ζωή του, ενώ έλεγε πως η ζωή δεν αξίζει τίποτε! Ήταν γεμάτος επιθυμίες και μάλιστα ιδιαίτερα πόθησε τη δόξα και τα χρήματα. Η προχωρημένη ηλικία του και η φιλοσοφία του δεν δάμασαν τις επιθυμίες του. Όταν κανείς διαβάσει τα βιβλία του και τη βιογραφία του, θα πει: είτε ο Σοπενχάουερ ήταν ηθοποιός στη ζωή, είτε ήταν ηθοποιός στη φιλοσοφία του. Η ζωή του και η φιλοσοφία του δεν βρίσκονται σε αρμονία μεταξύ τους, δεν αποδεικνύουν η μια την άλλη, αλλά διαψεύδουν η μια την άλλη.
Οι ιδρυτές μιας πίστης δεν λειτουργούν έτσι. Σ’ αυτούς η σκέψη είναι αντίγραφο της ζωής και η ζωή είναι αντίγραφο των σκέψεών τους. Οι ιδρυτές μιας πίστης έχουν ζωή που αποτελεί την πιο δυνατή απόδειξη της πίστης τους και της φιλοσοφίας τους. Ο Χριστός δικαίωσε την πίστη Του με την ζωή Του. Αυτός όχι μόνο μπόρεσε να υπομείνει την ζωή Του, αλλά και να την αγαπήσει. Ο Χριστός δίδασκε πως πρέπει να θυσιάζει κανείς την ζωή του λόγω αγάπης για την ζωή. Ο Ίδιος θυσίασε την ζωή Του. Ο Σοπενχάουερ δίδασκε πως πρέπει να απαρνηθούμε τη ζωή λόγω απέχθειας προς τη ζωή, όμως ο ίδιος δεν απαρνήθηκε τη ζωή.
Η αυτοθυσία είναι το συμπέρασμα της διδασκαλίας του Χριστού και γι’ αυτόν τον λόγο και ο ίδιος και οι απόστολοί Του αυτοθυσιάστηκαν. Η αυτοκτονία είναι αποτέλεσμα της διδασκαλίας του Σοπενχάουερ. Ο Σοπενχάουερ όμως δεν αυτοκτόνησε. Οι Βέδες και ο Σοπενχάουερ, προσωπικά δεν μου αφαίρεσαν το κουράγιο και την αισιοδοξία. Αντίθετα με ατσάλωσαν. Προσωπικά, στα έργα τους βρήκα όσα γενικά μπορεί να πει κανείς εναντίον της ζωής, και όλα αυτά δεν ήταν πολλά. Έτσι λοιπόν ο Σοπενχάουερ δεν είναι εχθρός της ζωής όπως μας λέει η Έλεν Κέλλερ, αλλά είναι μόνον εχθρός του εαυτού του. Ξέρετε ποια είναι η Έλεν Κέλλερ; Είναι η μεγαλύτερη διάψευση της απαισιοδοξίας στα χρόνια μας. Μια κοπέλλα τυφλή και κωφάλαλη από το δεύτερο έτος της ζωής της. Ένα δυστυχισμένο πλάσμα, θα πείτε. Σε καμμιά περίπτωση! Η Έλεν Κέλλερ είχε την πιο αισιόδοξη ψυχή. Με την τιτάνια προσπάθειά της κατάφερε, παρόλα τα προβλήματά της να ανυψωθεί σε διανοητικό και ηθικό ύψος. Η Έλεν Κέλλερ, η τυφλή, έγινε ηγέτης, οδηγός σε πολλούς που βλέπουν. Αυτή που ήταν κωφάλαλη, υπήρξε λαλίστατη ιεροκήρυκας της αισιοδοξίας. Τυφλή και κωφάλαλη κατάφερε να υπομείνει τη ζωή. Κάποιοι όμως από σας, που αντικρύζουν τον ήλιο και τα αστέρια, που ακούνε τη μουσική και έχουν την δυνατότητα να μιλούν για να εκφράσουν την χαρά και την λύπη, δεν μπορούν να υπομείνουν την ζωή και γι’ αυτό τους περνούν από το μυαλό σκέψεις για αυτοκτονία.
Η τυφλή και κωφάλαλη Έλεν Κέλλερ, όχι μόνο υπομένει την ζωή αλλά καταφέρνει και περισσότερα: αγαπά την ζωή. Μήπως κάποιος από σας δεν αγαπά την ζωή; Ας φανταστείτε τον εαυτό σας τυφλό και κωφάλαλο για είκοσι χρόνια και ας φανταστείτε πως ξαφνικά κάποιος σας βγάζει από αυτήν την νύχτα και σας οδηγεί στην ημέρα, σας δίνει φως στα μάτια, σας χαρίζει ακοή στα αυτιά και σας «ξεδένει» την γλώσσα. Θα αγαπούσατε τότε την ζωή ή θα ήσασταν απαισιόδοξοι;
Η Έλεν Κέλλερ αγαπά την ζωή, παρόλο που ζει σε μία αιώνια νύχτα. Αυτή τη νύχτα την φωτίζει μόνο το πνεύμα της. Τουλάχιστον να έβλεπε για να αγαπήσει περισσότερο την ζωή! Για μία στιγμή να μπορούσε να ακούσει αυτό που εσείς ακούτε και βλέπετε! Η τυφλή και κωφάλαλη Έλεν Κέλλερ όχι μόνον υπομένει και αγαπάει την ζωή αλλά επιθυμεί και να θυσιάζει την ζωή της. Η Έλεν Κέλλερ ήδη θυσιάζει την ζωή της, επειδή αφιέρωσε την ζωή της για το καλό των άλλων ανθρώπων. Για το καλό των υποτιμημένων, ταπεινών και προσβεβλημένων ανθρώπων, για το καλό των αποθαρρυμένων ανθρώπων και απελπισμένων.
Θα μπορούσατε εσείς να αφιερώσετε την ζωή σας για το καλό των άλλων ανθρώπων; Για τον φίλο σας για παράδειγμα; Ή για την οικογένεια σας; Ή για την πατρίδα; Ή για την ανθρωπότητα; Εάν είστε απαισιόδοξοι, δεν μπορείτε, γιατί κυρίως δεν έχετε τι να θυσιάσετε. Επειδή για σας, η ζωή σας είναι χωρίς αξία, επειδή θεωρείτε πως η ζωή δεν αξίζει. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν είναι για σας σημαντικό να βοηθήσετε και να στηρίξετε κάποιον. Αν είστε αισιόδοξοι, θα σας είναι εύκολο να αγαπάτε και να υπομένετε και να θυσιάζετε την ζωή σας.
Αισιόδοξος είναι ο άνθρωπος που εργάζεται έχοντας πίστη και ελπίδα. Εάν θέλετε να είσθε αισιόδοξοι, εργασθείτε. Η απαισιοδοξία είναι αρρώστια και το φάρμακο της είναι η εργασία. Ποτέ η ιατρική δεν θα βρει πιο τέλειο φάρμακο εναντίον της απαισιοδοξίας από την εργασία και την ενεργητικότητα. Χρειάζεται να έχεις χρόνο να τεμπελιάζεις, για να είσαι απαισιόδοξος. Ο Ντοστογιέφσκυ, ενώ ήταν άρρωστος και είχε κακή υγεία, κάθε μήνα έγραφε τέσσερα φύλλα τυπογραφείου. Αυτά που έγραφε ήταν τα πιο ωραία λογοτεχνικά και ουσιώδη πεζογραφήματα που υπάρχουν στη ρωσική γλώσσα. Και παρόλο που ήταν φτωχός και άρρωστος, ήταν αισιόδοξος. Αισιόδοξοι ήσαν όλοι εκείνοι οι μεγάλοι και μικροί άνθρωποι που δημιούργησαν σ’ αυτόν τον κόσμο όλα όσα ήταν καλά και χρήσιμα. Όλος ο πολιτισμός τον οποίο απολαμβάνετε εσείς, δημιουργήθηκε από αισιόδοξους ανθρώπους.
Ο κόσμος αυτός γνωρίζει μόνο τους αναστεναγμούς και τις κραυγές των απαισιόδοξων και όχι τα έργα τους. Μην είστε απαισιόδοξοι, γιατί η απαισιοδοξία σας δεν έχει βάση. Μην είστε απαισιόδοξοι ειδικά όσον αφορά την προσωπικότητά σας, επειδή ακόμη δεν μπορείτε να προβλέψετε σε ποιο τομέα θα είστε σημαντικοί. Να εργάζεσθε, επειδή, αν εργάζεσθε, δεν θα είσθε απαισιόδοξοι. Επιλέξατε είτε την ενεργητικότητα και εργασία είτε την απαισιοδοξία. Είμαστε λαός με μικρό πληθυσμό; Οι αρχαίοι Έλληνες ήσαν λίγοι όσον αφορά τον αριθμό και κατέπληξαν τον κόσμο με την μεγαλωσύνη τους. Η ζωή μας είναι ασήμαντη; Σας βεβαιώνω πως δεν υπάρχει εποχή ασήμαντη και ζωή ασήμαντη στην ιστορία της ανθρωπότητας. Υπάρχουν μόνον εποχές σημαντικές και εποχές που τις προετοιμάζουν. Η εποχή μας επομένως είτε προετοιμάζει μια σημαντική εποχή είτε η ίδια είναι σημαντική. Και στις δύο περιπτώσεις λοιπόν δεν δικαιολογείται η απαισιοδοξία σας. Επειδή, εάν το παρόν δεν είναι σημαντικό, τότε αποτελεί προετοιμασία ενός σπουδαίου μέλλοντος. Και σίγουρο είναι πως αγάπη και δύναμη δεν μπορεί να έχει ο απαισιόδοξος άνθρωπος. Μην παραδίνεστε στην απαισιοδοξία, επειδή η απαισιοδοξία θα αποτελέσει την πιο δηλητηριώδη πηγή αμέτρητου κακού που θα πλήξει εσάς και τους άλλους.
Μια απαισιόδοξη γενιά αποτελεί πανούκλα στην ιστορία ενός λαού. Ο λαός όμως ξεπερνά και την πανούκλα, και όταν γιατρεύεται, οι απόγονοι μιλούν γι’ αυτήν την απαισιόδοξη γενιά που υπήρξε σαν την αρρώστια της πανούκλας. Η απαισιοδοξία σας θα αποτελέσει προσβολή όλης της οικουμένης, όλου του σύμπαντος. Τελικά η απαισιοδοξία σας θα αποτελέσει προσβολή για τον Δημιουργό του κόσμου, που δεν σας έπλασε για να παραπονιέστε για τα έργα του, αλλά για να δείξετε τα δικά σας».
****
Επιμέλεια: Γεώργιος Σύπρης, ειδ. ψυχίατρος. Το κείμενο αυτό αποτελεί συνέχεια μιας ανοικτής επιστολής που βρίσκεται αναρτημένη στο διαδικτυακό τόπο koinwnia.com, όπου υποστηρίζαμε ότι ο καθένας μας πρέπει να κάνει για τους άλλους ό,τι μπορεί, ώστε, με την μεταξύ μας αγάπη και κοινωνία, να ξεπεράσουμε την απομόνωση και ιδιοτέλεια και τελικά την επελθούσα κρίση.
Αγίου Νικολάου ΑχρίδοςΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΙΣΙΟΔΟΞΟΙ ΟΤΙ ΚΑΙ ΑΝ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ
Εκδόσεις “Ορθόδοξος Κυψέλη” 

Ένα μεταθανάτιο βίωμα του πατέρα Μελχισεδέκ


Όλα όσα μας τυχαίνουν -τα απλά και τα σύνθετα, τα μικρά ανθρώπινα προβλήματα και το ταξίδι προς τον Θεό τα μυστικά του τωρινού και του μελλοντικού αιώνα- όλα επιλύονται μόνο με ανεξήγητη, ακατανόητα υπέροχη και ισχυρή ταπεινοφροσύνη.

Η ιστορία έχει ως εξής. Ο π. Μελχισεδέκ πριν πάρει το μεγάλο σχήμα, λεγόταν ηγούμενος Μιχαήλ και όπως όλοι οι ιερείς λειτουργούσε στο μοναστήρι. Ήταν ξυλουργός, ικανός και επιμελής. Στους ναούς και στα κελιά των αδελφών υπάρχουν μπαούλα, αναλόγια, σκαλιστά προσκυνητάρια. καθίσματα, ντουλάπες και πολλά άλλα χρηστικά έπιπλα βγαλμένα από τα χέρια του. Δούλευε μάλιστα από νωρίς το πρωί μέχρι την νύχτα, προς μεγάλη χαρά τής διοίκησης της μονής.

Κάποτε, τού έδωσαν ευλογία να εκτελέσει για τη μονή μια μεγάλη ξυλουργική εργασία. Δούλευε αρκετούς μήνες, χωρίς σχεδόν να βγαίνει από το ξυλουργείο. Κι όταν τελείωσε, ένιωσε τόσο άσχημα που, όπως λένε οι αυτόπτες μάρτυρες, σωριάστηκε και έμεινε στον τόπο. Από τις φωνές των ανθρώπων που ήταν μπροστά έτρεξαν αρκετοί μοναχοί, ανάμεσα τους και ο π. Ιωάννης (Κρεστιάνκιν). 0 π. Μιχαήλ δεν έδινε κανένα σημείο ζωής. Όλοι ήταν σκυμμένοι από πάνω του περίλυποι. Ξαφνικά ο π. Ιωάννης είπε:

«Όχι, δεν είναι μακαρίτης. Θα ζήσει ακόμα!». Και άρχισε να προσεύχεται. Ακίνητος, ο ξαπλωμένος μοναχύς, άνοιξε τα μάτια του και ζωντάνεψε. Όλοι αμέσως σκέφτηκαν ότι κάτι τον είχε συνταράξει βαθιά. Αφού σύντομα συνήλθε, ο π. Μιχαήλ άρχισε να εκλιπαρεί να του φωνάξουν τον προεστώτα. Όταν εν τέλει ήρθε ο προεστώς, ο άρρωστος άρχισε με δάκρυα να ζητεί να του δώσουν το μεγάλο σχήμα.

Λένε ότι μόλις άκουσε αυτή την αυθαίρετη επιθυμία του μοναχού, ο προεστώς τον νουθέτησε με τον δικό του ιδιαίτερο, τραχύ τρόπο, να σοβαρευτεί και να αναρρώσει σύντομα για να επιστρέψει στη δουλειά του, μια και δεν μπόρεσε να πεθάνει στ` αλήθεια. Το επόμενο πρωί όμως, όπως λέει η ίδια μοναστική παράδοση, ο ίδιος ο προεστώς εμφανίστηκε στο κελί του π. Μιχαήλ απρόσκλητος και τού ανακοίνωσε, εμφανώς συγκλονισμένος, ότι θα λάβει σύντομα το μεγάλο σχήμα.

Αυτή η συμπεριφορά δεν ήταν καθoλου συνηθισμένη για τον τρομερό π. Γαβριήλ και προκάλεσε στην αδελφότητα ίδια έκπληξη με την ανάσταση του κεκοιμημένου. Στο μοναστήρι κυκλοφορούσε η φήμη ότι είχε εμφανιστεί το βράδυ στον προεστώτα ο άγιος προστάτης της Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ, Ιερομάρτυρας Ηγούμενος Κορνήλιος (τον οποίο είχε αποκεφαλίσει με το ίδιο του το χέρι ο Ιβάν ο Τρομερός τον 16° αιώνα) και διέταξε αυστηρά τον προεστώτα να εκπληρώσει χωρίς καθυστέρηση την παράκληση του μοναχού που είχε επιστρέψει από τον άλλο κόσμο.
Αυτό όμως, ξαναλέω, ήταν μια φήμη που κυκλοφορούσε. Όπως και να χει πάντως, σύντομα ο π. Μιχαήλ πήρε το μεγάλο σχήμα και μετονομάστηκε σε Μελχισεδέκ.

Ο γέροντας προεστώς έδωσε στο νέο μεγαλόσχημο το πολύ σπάνιο αυτό όνομα, προς τιμήν ενός αρχαίου και μυστηριώδους βιβλικού προφήτη. Για ποιο λόγο ο προεστώς τον ονόμασε ειδικά έτσι, παραμένει επίσης ένα μεγάλο μυστήριο, δεδομένου ότι ο ίδιος ο π. Γαβριήλ, τόσο κατά την κουρά, όσο και στα χρόνια που ακολούθησαν, δεν μπόρεσε ούτε μία φορά να προφέρει σωστά το πανάρχαιο όνομα -όσο κι αν πάλευε, το διαστρέβλωνε ανηλεώς. Και εξαιτίας αυτού, μάλιστα, του χάλαγε κάθε φορά η διάθεση, τόσο που εμείς οι δόκιμοι φοβόμασταν μη μας έρθει καμιά αδέσποτη…

Στο μοναστήρι ήξεραν ότι όση ώρα ήταν ο π. Μελχισεδέκ νεκρός, έζησε κάποια εμπειρία που τον επανέφερε στη ζωή άλλον άνθρωπο. Σε μερικούς κοντινούς του συνασκητές και πνευματικά παιδιά είχε διηγηθεί τι έζησε τότε. Αλλά ακόμα και οι απηχήσεις αυτής της διήγησης ήταν υπερβολικά ασυνήθιστες. Γι’ αυτό και, τόσο εγώ, όσο και οι φίλοι μου, θέλαμε να μάθουμε το μυστικό από τον ίδιο τον π. Μελχισεδέκ.
Και να που εκείνη τη νύχτα στο ναό του Αγίου Λαζάρου, πήρα το θάρρος πρώτη φορά να απευθυνθώ στον μεγαλόσχημο ηγούμενο και να τον ρωτήσω ακριβώς αυτό: τι είδε εκεί απ’ όπου συνήθως κανείς δεν επιστρέφει;

0 π. Μελχισεδέκ άκουσε την ερώτηση μου κι έσκυψε το κεφάλι μπροστά στην Ωραία Πύλη σιωπηλός για πολλή ώρα. Εγώ κοκάλωσα. Μετάνιωνα που το θράσος μου με έσπρωξε να κάνω κάτι τόσο ασυγχώρητο. Στο τέλος όμως. ο μεγαλόσχημος μοναχός, με την αδύναμη από την αχρησία φωνή του, άρχισε να μιλάει.
Διηγήθηκε ότι είδε τον εαυτό του στη μέση ενός τεράστιου πράσινου χωραφιού. 
Περπάτησε στο χωράφι χωρίς να ξέρει για πού, μέχρι που του έκλεισε τον δρόμο ένα τεράστιο χαντάκι. Εκεί, μέσα σε λάσπες και χώματα, είδε πλήθος μπαούλα, αναλόγια, προσκυνητάρια. Και υπήρχαν και χαλασμένα τραπέζια, σπασμένες καρέκλες, ντουλάπια. Ο μοναχός έριξε μια ματιά και διαπίστωσε έντρομος ότι ήταν τα αντικείμενα που είχε φτιάξει με τα ίδια του τα χέρια. Στεκόταν με δέος μπροστά στους καρπούς της μοναστικής του ζωής. Και ξαφνικά, ένιωσε κάποιον δίπλα του. Σήκωσε τα μάτια και είδε την Παναγία. Κοίταζε κι αυτή μελαγχολικά τις πολυετείς εργασίες του καλόγερου. 

Μετά του είπε:
«Εσύ είσαι μοναχός. Περιμέναμε από σένα τα σημαντικότερα: μετάνοια και προσευχή. Και εσύ έφερες μόνο αυτό…».
Το όραμα εξαφανίστηκε. Ο πεθαμένος ξύπνησε πάλι στο μοναστήρι.

Μετά από αυτό το περιστατικό, ο π. Μελχισεδέκ μεταμορφώθηκε ολοκληρωτικά. Κύριος σκοπός τής ζωής του έγινε αυτό που του είπε η Υπεραγία Θεοτόκος: μετάνοια και προσευχή. Και οι καρποί των πνευματικών του εργασιών δεν άργησαν να φανερωθούν στη βαθιά του ταπεινοφροσύνη, στα δάκρυα για τις αμαρτίες του, στην ειλικρινή αγάπη του για όλους, στην πλήρη αυταπάρνηση και στα ασκητικά κατορθώματα του, που ξεπερνούσαν τα ανθρώπινα μέτρα. Και κατόπιν, στη σπουδαία του διορατικότητα και στην ενεργή βοήθεια που προσέφερε στους ανθρώπους με την προσευχή του.

Εμείς οι δόκιμοι, βλέποντας πώς ασκούνταν, πλήρως αποξενωμένος από τον κόσμο σε αόρατες και ασύλληπτες για μας πνευματικές μάχες, τολμούσαμε να του απευθυνόμαστε μόνο στις πιο εξαιρετικές περιπτώσεις. Κι επιπλέον τον φοβόμασταν και λιγάκι: στο μοναστήρι ήξεραν ότι ο π. Μελχισεδέκ ήταν πολύ αυστηρός ως πνευματικός. Και είχε αυτό το δικαίωμα. Η σθεναρή απαιτητικότητά του για καθαρότητα της ψυχής του κάθε χριστιανού τρεφόταν μόνο από τη μεγάλη του αγάπη για τους ανθρώπους, τη βαθιά γνώση των κανόνων τού πνευματικού κόσμου και τη συνειδητοποίηση τού πόσο απαραίτητη για τον άνθρωπο είναι η αδιάλλακτη πάλη με τις αμαρτίες.

Αυτός ο μεγαλόσχημος μοναχός ζούσε στον δικό του ύψιστο κόσμο, όπου δεν ανέχονται τους συμβιβασμούς. Και όταν ύμως ο π. Μελχισεδέκ έδινε απαντήσεις, τότε αυτές ήταν εντελώς ασυνήθιστες και σαν γεννημένες από κάποια ιδιαίτερη, πηγαία δύναμη.

Κάποτε, στο μοναστήρι, έπεσε πάνω μου μια χιονοστιβάδα άδικων και σκληρών, όπως μου φαίνονταν, δοκιμασιών. Και αποφάσισα τότε να πάω να συμβουλευτώ τον πιο αυστηρό μοναχό της μονής, τον μεγαλόσχημο ηγούμενο Μελχισεδέκ.
Χτύπησα την πόρτα κι έπειτα από το καθιερωμένο «δι’ ευχών», βγήκε στο κατώφλι τού κελιού ο π. Μελχισεδέκ. Ήταν με τον μοναχικό του μανδύα και το μεγάλο σχήμα -τον πέτυχα ενώ έκανε τον κανόνα του μεγάλου σχήματος.

Του ανακοίνωσα τις δυσκολίες και τα άλυτα προβλήματά μου. Ο π. Μελχισεδέκ στεκόταν μπροστά μου ακίνητος και άκουγε προσεκτικά τα πάντα, με σκυμμένο το κεφάλι ως συνήθως. Κατόπιν, σήκωσε το βλέμμα του κι έβαλε έξαφνα τα κλάματα…
«Αδερφέ!», είπε με ανείπωτο πόνο και πικρία. «Τι με ρωτάς; Εγώ ο ίδιος χάνομαι!».
  Ο μεγαλόσχημος γέροντας, εκείνος ο μεγαλειώδης ασκητής με την άγια ζωή, στεκόταν μπροστά μου και έκλαιγε με ειλικρινή θλίψη, ως ο χειρότερος και αμαρτωλότερος άνθρωπος πάνω στη γη! Κι άρχισα να καταλαβαίνω με όλο και περισσότερη σαφήνεια και χαρά ότι η πλειοψηφία των προβλημάτων μου, μαζί με τις δυσκολίες μου, δεν άξιζαν μία!

Και όχι μόνο αυτό, αλλά και τα ίδια τα προβληματα εξορίστηκαν την ίδια στιγμή από την ψυχή μου με τρόπο χειροπιαστό. Δεν είχα πλέον ανάγκη να ρωτήσω ή να ζητήσω κάτι από τον γέροντα. Έκανε για μένα ότι μπορούσε. Χαιρέτισα με ευγνωμοσύνη και έφυγα.

Όλα όσα μας τυχαίνουν -τα απλά και τα σύνθετα, τα μικρά ανθρώπινα προβλήματα και το ταξίδι προς τον Θεό τα μυστικά του τωρινού και του μελλοντικού αιώνα- όλα επιλύονται μόνο με ανεξήγητη, ακατανόητα υπέροχη και ισχυρή ταπεινοφροσύνη. Και ακόμα κι αν δεν καταλαβαίνουμε την αλήθεια και το νόημα της, ακόμα κι αν αποδεικνυόμαστε ανίκανοι γι` αυτή τη μυστηριώδη και παντοδύναμη αρετή, αυτή μάς αποκαλύπτεται απύ μόνη της ταπεινά, μέσα από τέτοιους καταπληκτικούς ανθρώπους, που μπορούν να τη δεξιώνονται.
 
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΣΧΕΔΟΝ ΑΓΙΟΙ. π Τύχων Σεβκούνωφ

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2012

Νέος είδε στο όνειρό του τον νεκρό αδερφό του από έκτρωση πριν 17 χρόνια...


«Μητέρα, απόψε είδα ένα όνειρο καί δέν φεύγει από τό μυαλό μου. Ήμουν στό σπίτι καί μπήκε ένας νεαρός, 2-3 χρόνια μικρότερος μου, καί μου είπε: Είμαστε αδέλφια. Αλλ' εμένα η μητέρα μας δέν μέ άφησε νά είμαι μαζί σου σήμερα. Δέν μέ άφησε νά παίξω ποτέ μαζί σας, νά γελάσω καί νά κλάψω

Τότε εγώ του απάντησα ότι δέν έχω αδελφό. Μόνο μιά αδελφή 2 χρόνια μεγαλύτερη. Αυτός όμως επέμενε καί μου είπε νά σέ ρωτήσω τί έκανες κάποιο πρωινό του Μαρτίου καί νά σου πω ότι, όπως μεγαλώσαμε εμείς, θά μεγάλωνε κι αυτός»...

Η μητέρα, όταν άκουσε αυτά, λιποθύμησε! Καί, όταν συνήλθε, ομολόγησε στά παιδιά της τί είχε κάνει εκείνο τό πρωινό... Ότι δηλαδή, όταν έμεινε έγκυος στό 3ο «παιδί» τους, τό συζήτησαν μέ τόν άνδρα της, τήν αδελφή της καί μιά φίλη, όπως γίνεται συνήθως, καί αποφάσισαν νά μή γεννηθεί αυτό τό παιδί. Έτσι προχώρησαν στήν έκτρωσή του. 
Η μητέρα αισθανόταν άσχημα καί γιά χρόνια ο Πνευματικός δέν της επέτρεπε τή θεία Κοινωνία. Αλλά καί συχνά, όταν τό θυμόταν, μελαγχολούσε καί έκλαιε γιά πολλά χρόνια, οπότε συνέβη τό προηγούμενο όνειρο στό γιό της...
Είναι τό μόνο θανάσιμο αμάρτημα, πού καί έξομολογούμενο μέ ταπείνωση καί ειλικρίνεια, συγχωρείται ασφαλώς, άλλά ΔΕΝ ΛΗΣΜΟΝΕΙΤΑΙ
. Παραμένουν καί επανέρχονται οι τύψεις ισόβια! Καί γίνεται αυτό, γιά νά μήν επαναλαμβάνεται, άλλά καί διηγούμενο νά προφυλάσσει καί σωφρονίζει τούς «αγνοούντας» καί ολιγοπίστους.
Περιοδικό "ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΟΛΥΤΕΚΝΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ", άρ. 128, Δεκέμβρη 2010

Απόστολος και Ευαγγέλιο Κυριακής Γ’ Λουκά



Απόστολος, προς Β’ Κορινθίους Θ’ 6-11

6 Τοῦτο δέ, ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καὶ θερίσει, καὶ ὁσπείρων ἐπ᾿ εὐλογίαις ἐπ᾿ εὐλογίαις καὶ θερίσει.
7 ἕκαστος καθὼς προαιρεῖται τῇ καρδία, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης·ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός.
8 Δυνατὸς δὲ ὁ Θεὸς πᾶσαν χάριν περισσεῦσαι εἰς ὑμᾶς, ἵνα ἐν παντὶπάντοτε πᾶσαν αὐτάρκειαν ἔχοντες περισσεύητε εἰς πᾶν ἔργονἀγαθόν,
9 καθὼς γέγραπται· ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν· ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα.
10 Ὁ δὲ ἐπιχορηγῶν σπέρμα τῷ σπείροντι καὶ ἄρτον εἰς βρῶσιν χορηγήσαι καὶ πληθύναι τὸν σπόρον ὑμῶν καὶ αὐξήσαι τὰ γενήματα τῆς δικαιοσύνης ὑμῶν·
11 ἐν παντὶ πλουτιζόμενοι εἰς πᾶσαν ἁπλότητα, ἥτις κατεργάζεται δι᾿ἡμῶν εὐχαριστίαν τῷ Θεῷ·

Μετάφραση

6 Νὰ ἔχετε τοῦτο ὑπ’ ὄψιν: ὅτι ἐκεῖνος ποὺ σπέρνει μὲ οἰκονομίαν, θὰ θερίσῃ καὶ μὲ οἰκονομίαν, καὶ ἐκεῖνος ποὺ σπέρνει μὲ ἀφθονίαν, θὰ θερίσῃ καὶ μὲ ἀφθονίαν.
7 Ὁ καθένας ἂς δίνῃ ὅ,τι τοῦ λέγει ἡ καρδιά του, ὄχι μὲ λύπην ἢ ἀναγκαστικά, διότι ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ τὸν χαρωπὸν δωρητήν.
8 Καὶ ὁ Θεὸς εἶναι δυνατὸς νὰ σᾶς χορηγήσῃ κάθε δῶρον μὲ ἀφθονίαν ὥστε, ἔχοντες πάντοτε αὐτάρκειαν εἰς τὸ κάθε τι, νὰ δίνετε μὲ ἀφθονίαν γιὰ κάθε καλὸν ἔργον,
9 καθὼς εἶναι γραμμένον, Ἐσκόρπισε, ἔδωκε εἰς τοὺς πτωχούς, ἡ ἀγαθοεργία του μένει αἰωνίως.
10 Ἐκεῖνος δὲ ποὺ χορηγεῖ σπόρον εἰς τὸν σπορέα καὶ ψωμὶ διὰ τροφήν, θὰ χορηγήσῃ καὶ θὰ πληθύνῃ τὸν σπόρον σας καὶ θὰ αὐξήσῃ τοὺς καρποὺς τῆς ἀγαθοεργίας σας,
11 ὥστε πλουτιζόμενοι μὲ κάθε τρόπον θὰ μπορῆτε νὰ ἀσκῆτε κάθε εἴδους γενναιοδωρίαν, ἡ ὁποία διὰ μέσου ἡμῶν παράγει εὐχαριστίαν εἰς τὸν Θεόν.

Ευαγγέλιο κατά Λουκά Ζ’ 11-16

11 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑξῆς ἐπορεύετο εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς.
12 Ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ.
13 Καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· μὴκλαῖε·
14 καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶεἶπε· νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι.
15 Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇμητρὶ αὐτοῦ.
16 Ἔλαβε δὲ φόβος πάντας καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεόν, λέγοντες ὅτι προφήτης μέγας ἐγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ.

Μετάφραση

11 Τὴν ἑπομένην ἐπῆγε εἰς μίαν πόλιν ποὺ ὠνομάζετο Ναΐν καὶ μαζί του ἐπήγαιναν καὶ οἱ μαθηταί του καὶ πολὺς κόσμος.
12 Μόλις ἐπλησίασε εἰς τὴν πύλην τῆς πόλεως, μετεφέρετο ἔξω ἕνας νεκρὸς ποὺ ἦτο τὸ μόνο παιδὶ τῆς μητέρας του ἡ ὁποία ἦτο χήρα. Καὶ πολλοὶ ἀπὸ τὴν πόλιν ἦσαν μαζί της.
13 Μόλις ὁ Κύριος τὴν εἶδε, τὴν σπλαγχνίσθηκε καὶ τῆς εἶπε, «Μὴν κλαῖς».
14 Ἐπροχώρησε καὶ ἔπιασε τὸ φέρετρον, ἐκεῖνοι δὲ ποὺ τὸ ἐβάσταζαν ἐστάθηκαν. Αὐτὸς εἶπε, «Νεανίσκε, σοῦ λέγω, σήκω».
15 Καὶ ἀνεκάθησε ὁ νεκρὸς καὶ ἄρχισε νὰ μιλῇ καὶ ὁ Ἰησοῦς τὸν παρέδωκε εἰς τὴν μητέρα του.
16 Ὅλους δε τοὺς κατέλαβε φόβος καὶ ἐδόξαζαν τὸν Θεὸν καὶ ἔλεγαν, «Προφήτης μεγάλος ἐμφανίσθηκε μεταξύ μας» καὶ «Ὁ Θεὸς ἐπισκέφθηκε τὸν λαόν του».


Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ «ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙΝ» ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ



Ο Ι. Ναός του Αγίου Δημητρίου – Πολιούχου της Θεσσαλονίκης βρίσκεται στην ευχάριστη θέση να ενημερώσει τον ευσεβή λαό ότι με την ευκαιρία της συμπλήρωσης εκατό ετών από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (1912-2012) και κατόπιν ενεργειών του Παναγιωτάτου Μητροπολίτου μας κ.κ. Ανθίμου προς την Ιερά Επιστασία του Αγίου Όρους θα έλθει στην Πόλη μας η θαυματουργός εικόνα του «Άξιον εστίν»,η οποία βρίσκεται στον  πάνσεπτο Ιερό Ναό του Πρωτάτου. Πρόκειται για μία σημαντική  απόφαση της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης και  των αγιορειτών στα πλαίσια  της ενισχύσεως του θρησκευτικού φρονήματος του δοκιμαζόμενου λαού.
Η Ιερή εικόνα θα αφιχθεί την 13ην Οκτωβρίου 2012 και ώρα 16:30, στον προ του Λευκού Πύργου χώρο, απ’ όπου και θα σχηματισθεί ιερά πομπή με προορισμό τον Ι. Ναό του Πολιούχου μας.
Το «Άξιον εστίν» θα παραμείνει στην Πόλη μας καθ’ όλην την διάρκεια των εορτών του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου για να ευλογήσει και αγιάσει τον ιερό κλήρο και τον ευσεβή λαό.


εκ του Ι. Ναού

Απόστολος και Ευαγγέλιο Κυριακής Δ’ Λουκά


Απόστολος, Προς Τίτον Γ’ 8-15

8 Πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις·
9 μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι.
10 Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ,
11 εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος.
12 Ὅταν πέμψω Ἀρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι.
13 Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ Ἀπολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ.
14 Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι.
15 Ἀσπάζονταί σε οἱ μετ' ἐμοῦ πάντες. Ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶςἐν πίστει. Ἡ χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.

Μετάφραση

8 Εἶναι ἀξιόπιστα τὰ λόγια αὐτά, καὶ αὐτὰ θέλω νὰ διαβεβαιώνῃς, ὥστε νὰ φροντίζουν ἐκεῖνοι ποὺ ἐπίστεψαν εἰς τὸν Θεὸν νὰ εἶναι πρωτοπόροι καλῶν ἔργων. Αὐτὰ εἶναι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα διὰ τοὺς ἀνθρώπους,
9 ἀλλ’ ἀπόφευγε μωρὰς συζητήσεις, γενεαλογίας, ἔριδας καὶ φιλονεικίας διὰ τὸν νόμον, διότι εἶναι ἀνωφελεῖς καὶ μάταιαι.
10 Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν, ἄφηνέ τον.
11 Νὰ γνωρίζεις ὅτι ἕνας τέτοιος ἔχει διαστραφῆ, ἁμαρτάνει καὶ ἔτσι καταδικάζει ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτόν του.
12 Ὅταν θὰ στείλω τὸν Ἀρτεμᾶν σ’ ἐσὲ ἢ τὸν Τυχικόν, φρόντισε νὰ ἔλθῃς σ’ ἐμὲ εἰς τὴν Νικόπολιν, διότι ἐκεῖ ἀπεφάσισα νὰ περάσω τὸν χειμῶνα.
13 Τὸν Ζηνᾶν τὸν νομικόν, καὶ τὸν Ἀπολλὼ κατευόδωσέ τους μὲ ἐνδιαφέρον, διὰ νὰ μὴ τοὺς λείψῃ τίποτε.
14 Ἂς μαθαίνουν καὶ οἱ δικοί μας νὰ εἶναι πρωτοπόροι καλῶν ἔργων εἰς ἐπειγούσας ἀνάγκας, διὰ νὰ μὴν εἶναι ἄκαρποι.
15 Σὲ χαιρετοῦν ὄλοι ὅσοι εἶναι μαζί μου. Χαιρέτησε ἐκείνους ποὺ μᾶς ἀγαποῦν ἐν πίστει. Ἡ χάρις νὰ εἶναι μαζὶ μὲ ὅλους σας. Ἀμήν.
  
Ευαγγέλιο κατά Λουκά Η’ 5-15

5 ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦοὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό·
6 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχεινἰκμάδα·
7 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαιἀπέπνιξαν αὐτό.
8 Καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸνἑκατονταπλασίονα. Ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούεινἀκουέτω.
9 Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· τίς εἴη ἡ παραβολὴαὕτη.
10 Ὁ δὲ εἶπεν· ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦΘεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶἀκούοντες μὴ συνιῶσιν.
11 Ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ·
12 οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν.
13 Οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ρίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται.
14 Τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸμεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι.
15 Τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ.

Μετάφραση 

5 ἐμίλησε μὲ παραβολήν: «Ἐβγῆκε ὁ γεωργὸς διὰ νὰ σπείρῃ τὸν σπόρον του. Καὶ ἐνῷ ἔσπερνε, μερικοὶ σπόροι ἔπεσαν κοντὰ εἰς τὸν δρόμον καὶ καταπατήθηκαν καὶ τὰ πτηνὰ τοῦ οὐρανοῦ τοὺς ἔφαγαν·
6 ἄλλοι ἔπεσαν εἰς πετρῶδες ἔδαφος καὶ ὅταν ἐφύτρωσαν, ἐξεράθηκαν, διότι δὲν εἶχαν ὑγρασίαν·
7 ἄλλοι ἔπεσαν ἀνάμεσα στὰ ἀγκάθια καὶ ὅταν φύτρωσαν τὰ ἀγκάθια, τοὺς ἔπνιξαν τελείως·
8 καὶ ἄλλοι ἔπεσαν εἰς καλὸν ἔδαφος καὶ ἐφύτρωσαν καὶ ἀπέδωκαν ἑκατὸ φορὲς περισσότερον καρπόν». Ἐνῷ ἔλεγε αὐτά, ἐφώναξε, «Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει αὐτιὰ διὰ νὰ ἀκούῃ, ἂς ἀκούῃ».
9 Οἱ μαθηταί του τὸν ἐρωτοῦσαν τί σημαίνει ἡ παραβολὴ αὐτή.
10 Καὶ ἐκεῖνος εἶπε, «Σ’ ἐσᾶς ἔχει δοθῆ τὸ νὰ γνωρίσετε τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ εἰς τοὺς λοιποὺς δίδονται μὲ παραβολές, διὰ νὰ κυττάζουν ἀλλὰ νὰ μὴ βλέπουν καὶ νὰ ἀκούουν ἀλλὰ νὰ μὴ καταλαβαίνουν.
11 Ἡ παραβολὴ αὐτὴ σημαίνει τὰ ἑξῆς; Ὁ σπόρος εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ·
12 ἐκεῖνοι ποὺ ἔπεσαν κοντὰ εἰς τὸν δρόμον εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἄκουσαν, ἔπειτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ ἀφαιρεῖ τὸν λόγον ἀπὸ τὴν καρδιά τους, διὰ νὰ μὴ πιστέψουν καὶ σωθοῦν.
13 Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἔπεσαν εἰς τὸ πετρῶδες ἔδαφος, εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ὅταν ἀκούσουν, δέχονται μὲ χαρὰν τὸν λόγον ἀλλὰ δὲν ἔχουν ρίζαν· προσωρινῶς πιστεύουν καὶ τὸν καιρὸν τῆς δοκιμασίας ἀπομακρύνονται.
14 Ἐκεῖνο ποὺ ἔπεσε στὰ ἀγκάθια, εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἄκουσαν ἀλλ’ εἰς τὸν δρόμον τους συμπνίγονται ἀπὸ τὰς φροντίδας καὶ τὸν πλοῦτον καὶ τὰς ἡδονὰς τοῦ βίου καὶ ὁ καρπός τους δὲν ὡριμάζει.
15 Ἐκεῖνο δὲ ποὺ ἔπεσεν εἰς τὸ καλὸν ἔδαφος εῑναι ἐκεῖνοι ποὺ μὲ καρδιὰ καλὴ καὶ ἀγαθὴ ἀκούουν τὸν λόγον, τὸν διατηροῦν καὶ καρποφοροῦν μὲ ὑπομονήν».


Ένα μεγάλο θαύμα !


Στην πόλη Κουιμπίσεβ ζούσε μία οικογένεια: η ευσεβής μητέρα και η κόρη της Ζωή. Το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς (31 Δεκεμβρίου) του 1956 η Ζωή προσκάλεσε επτά φίλες της και άλλους τόσους νεαρούς σε δείπνο και χορό. 

Τότε ήταν η νηστεία των Χριστουγέννων(1) και η μητέρα παρακάλεσε την Ζωή να μην προγραμματίσει μια εσπερίδα με χορούς και φαγητό , αλλά η κόρη επέμενε στο δικό της. Εκείνο το βράδυ η μητέρα πήγε στην Εκκλησία να προσευχηθεί.

Μαζεύτηκαν οι καλεσμένοι , αλλά ο αρραβωνιαστικός της Ζωής δεν είχε έρθει ακόμη. Το όνομα του ήταν Νικόλαος. Οι κοπέλες και τα αγόρια χωρίσθηκαν σε ζευγάρια και άρχισαν το χορό. Η Ζωή έμεινε μόνη της.
 Από αμηχανία χωρίς να πολυσκεφθεί , κατέβασε την εικόνα του αγίου Νικολάου του Θαυματουργού από τον τοίχο και είπε:  «Θα πάρω αυτόν τον Νικόλα και θα πάω να χορέψω μαζί του», χωρίς να δίνει σημασία εν τω μεταξύ στις φίλες της, οι οποίες την συμβούλευσαν να μη κάνει αυτήν την βλάσφημη ενέργεια, αλλά η Ζωή απάντησε με θράσος: «Αν υπάρχει Θεός, ας με τιμωρήσει!»Άρχισε να χορεύει , έκανε δύο γύρους , οπότε ξαφνικά μέσα στο δωμάτιο γίνεται ένας φοβερός θόρυβος, ανεμοστρόβιλος, και έλαμψε φως εκτυφλωτικό σαν αστραπή.

Η διασκέδαση γύρισε σε φρίκη και τρόμο. Όλοι έφευγαν φοβισμένοι από το δωμάτιο. Μόνο η Ζωή στεκόταν ακίνητη, με την εικόνα του Αγίου κολλημένη στο στήθος , απολιθωμένη και παγωμένη σαν μάρμαρο.

Οι γιατροί , που γρήγορα κατέφθασαν , δεν μπόρεσαν να την συνεφέρουν με τις προσπάθειες τους. Οι βελόνες των ενέσεων , που ήθελαν να της κάνουν , στράβωναν και έσπαζαν καθώς κτυπούσαν πάνω στο μαρμαρωμένο κορμί της! Θέλησαν να την μεταφέρουν στο νοσοκομείο, αλά δεν μπόρεσαν να την μετακινήσουν από την θέση της. Τα πόδια της λές και ήσαν καρφωμένα στο πάτωμα. 
Αλλά , η καρδιά χτυπούσε! Η Ζωή ήταν ζωντανή . δεν μπορούσε όμως πλέον να φάει ούτε να πιεί…

Όταν η μητέρα της γύρισε και είδε τι συνέβη, έπεσε αναίσθητη και την μετέφεραν στο νοσοκομείο , από το οποίο βγήκε σε μερικές ημέρες. Η πίστη της στην ευσπλαχνία του Θεού και οι θερμές μητρικές της προσευχές για συχώρηση της δύστυχης, ανανέωσαν , με τη Χάρι του Θεού , τις ζωτικές της δυνάμεις.
Η Ζωή ήλθε σε συναίσθηση και με δάκρυα ζητούσε συγχώρηση και βοήθεια.

Τις πρώτες ημέρες το σπίτι της ζωής ήταν κυκλωμένο από πλήθος κόσμου, πιστοί που ήρθαν ή ακόμη και που βάδισαν από μακριά, περίεργοι , γιατροί , και πνευματικά πρόσωπα. Αλλά, γρήγορα, κατ’ εντολή των αρχών, το σπίτι έκλεισε για τους επισκέπτες. Δύο αστυνομικοί φύλαγαν σκοπιά εναλλάξ ανά οκτάωρο.
Κάποιοι από τους φύλακες που ήσαν ακόμη νέοι(28-30) άσπρισαν από την φρίκη ακούγοντας κάθε νύχτα τη Ζωή να βγάζει τρομακτικές κραυγές.


Νύχτες και νύχτες δίπλα της προσευχόταν η μητέρα.

-Μαμά, προσευχήσου! Προσευχήσου, γιατί χάνομαι για τις αμαρτίες μου! Προσευχήσου! Φώναζε η Ζωή.

Για όλα όσα συνέβησαν ενημέρωσαν και τον Πατριάρχη και τον παρεκάλεσαν να ευχηθεί υπέρ της αναρρώσεως της Ζωής. Ο Πατριάρχης απάντησε
Εκείνος που την τιμώρησε εκείνος και θα την ελεήσει!


Μεταξύ των προσώπων που επετράπη στο εξής να επισκεφθούν τη Ζωή ήσαν:

1 Εγνωσμένου κύρους καθηγητής της ιατρικής που κατέφθασε από την Μόσχα. Αυτός βεβαίωσε ότι η καρδιά δεν σταμάτησε να χτυπά.

2. Ιερείς, τους οποίους προσκάλεσε η μητέρα της για να πάρουν από τα χέρια της Ζωής τον άγιο Νικόλαο. Αλλά ούτε εκείνοι μπόρεσαν να ξεκολλήσουν την εικόνα από τα απολιθωμένα χέρια της Ζωής.

3. Ο ιερομόναχος Σεραφείμ από την έρημο του Γκλίνσκ, ο οποίος ήρθε στο Κουιμπίσεβ για την εορτή των Χριστουγέννων και τέλεσε αγιασμό και άγιασε την εικόνα. Κατόπιν είπε: «Τώρα πρέπει να περιμένουμε κάποιο σημείο το Πάσχα! Αν δεν γίνει τίποτε , σημαίνει ότι πλησιάζει το τέλος του κόσμου!», δείχνοντας με τα λόγια αυτά την βαθειά του πίστη σ’ ένα θαύμα.

4. Ο Μητροπολίτης Νικόλαος , ο ποίος επίσης διάβασε παράκληση και είπε: «νέο θαύμα να περιμένουμε το Πάσχα», επαναλαμβάνοντας τον λόγο του ευσεβούς ιερομόναχου.

Τις παραμονές της εορτής του Ευαγγελισμού (που εκείνη τη χρονιά έπεσε το Σάββατο της τρίτης εβδομάδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής) πλησίασε προς τους φύλακες της Ζωής ένα καλοσυνάτος Γέροντας και τους παρεκάλεσε να του επιτρέψουν να ιδεί την Ζωή. Αλλά οι φύλακες αστυνομικοί αρνήθηκαν να του επιτρέψουν. Ήρθε ο Γέροντας και την επόμενη ημέρα, αλλά πάλι οι επόμενοι φύλακες δεν τον άφησαν. Την Τρίτη φορά ,ανήμερα του Ευαγγελισμού , οι φύλακες τον άφησαν. Η φρουρά τον άκουσε πόσο εύσπλαχνα μίλησε στην Ζωή μπαίνοντας: «Λοιπόν , κουράστηκες από την ορθοστασία;»
Πέρασε λίγη ώρα και, όταν οι φρουροί θέλησαν να βγάλουν έξω τον Γέροντα, αυτός δεν ήταν μέσα στο δωμάτιο…

Όλοι ήσαν βέβαιοι ότι εκείνος ήταν ο ίδιος ο άγιος Νικόλαος. Έτσι η ζωή έμεινε όρθια 4 μήνες (128 μέρες), μέχρι το Πάσχα ακριβώς, που εκείνη τη χρονιά έπεσε 23 Απριλίου (6 Μαΐου με το νέο ημερολόγιο).


Τη νύχτα της Λαμπροφόρου Αναστάσεως του Χριστού η Ζωή άρχισε να φωνάζει ιδιαίτερα δυνατά:

-Προσεύχεσθε!


Οι νυχτερινοί φύλακες ανατρίχιασαν και άρχισαν να την ρωτούν: «Γιατί φωνάζεις τόσο φοβερά;»

Ακολούθησε η απάντηση:


-
Φοβερό ! Καίγεται η γή! Προσεύχεσθε! Όλος ο κόσμος χάνεται για τις αμαρτίες του, προσεύχεσθε!

Από εκείνη τη στιγμή η Ζωή αναζωογονήθηκε, οι μύς άρχισαν να μαλακώνουν , να ζωντανεύουν. Τελικά την έβαλαν στο στρώμα, αλλά εκείνη συνέχισε να φωνάζει και να καλεί όλου σε προσευχή για τον κόσμο που χάνεται για τις αμαρτίες, για την γη που καίγεται για τις ανομίες της.

-Πως έμεινες ζωντανή μέχρι τώρα; Ποιος σε έτρεφε; την ρώτησαν
-Περιστέρια, περιστέρια με έτρεφαν, ήταν η απάντηση . Από αυτό έγινε φανερό ότι έλαβε έλεος και συγχώρηση από την Δεξιά του Κυρίου Παντοκράτορος. Ο Κύριος συγχώρησε τις αμαρτίες της Ζωής, με την παρουσία του αγίου Νικολάου του Θαυματουργού , και λόγω των μεγάλων βασάνων της και της ορθοστασίας κατά την διάρκεια των 128 ημερών.

Όλα αυτά τα γεγονότα συνετάραξαν τους κατοίκους του Κουιμπίσεβ και των περιχώρων. Πολλοί άνθρωποι βλέποντας τα θαύματα, ακούγοντας τα ουρλιαχτά και τις παρακλήσεις της να προσευχόμαστε για τους ανθρώπους που χάνονται εξ αιτίας των αμαρτιών τους, ξαναβρήκαν την πίστη τους στον Θεό. 
Γύρισαν στην Εκκλησία με μετάνοια. Όσοι δεν φορούσαν σταυρό , άρχισαν να φορούν κατά την εποχή εκείνη που μόνο γι’ αυτό ήταν δυνατόν να πληρώσουν με τη ζωή τους. Η επιστροφή ήταν τόσο μαζική ώστε δεν έφθασαν τα σταυρουδάκια των εκκλησιών για όλους όσους ζητούσαν.

Με φόβο και δάκρυα ζητούσε ο λαός συγχώρεση των αμαρτιών , επαναλαμβάνοντας τα λόγια της Ζωής: «Φοβερό, η γη καίγεται, χανόμαστε για τις αμαρτίες μας! Προσεύχεσθε! Οι άνθρωποι χάνονται για τις ανομίες τους!».

Την τρίτη ημέρα του Πάσχα η Ζωή έφυγε για τον Κύριο , αφού διήνυσε τον δύσκολο δρόμο της ορθοστασίας των 128 ημερών μπροστά στο πρόσωπο του Κυρίου για την συγχώρεση όλων των αμαρτιών της. Τ
ο άγιον Πνεύμα την διατηρούσε στη ζωή όλες αυτές τις ημέρες για να αναστήσει την ψυχή της από τον θάνατο της αμαρτίας, ώστε στην μέλλουσα αιώνια ημέρα να την αναστήσει εν σώματι για την ζωή την αιώνιο. Όπως, άλλωστε το λέει και το ίδιο το όνομά της: Ζωή.

Σχόλιο (του ρωσικού πρωτοτύπου): Στον σοβιετικό τύπο εκείνης της εποχής είχε επίσης σχολιαστεί η περίπτωση της Ζωή. Απαντώντας στα γράμματα που έφθαναν στην διεύθυνση διάσημης εφημερίδος, ένας αλαζονικός επιστήμων υποστήριξε ότι το γεγονός με την Ζωή πράγματι δεν είναι φανταστικό, αλλά εν τούτοις δήλωσε ότι είναι μια μορφή ακαμψίας άγνωστη ακόμη στην επιστήμη. Είναι προφανής η αναλήθεια μιάς τέτοιας υπόθεσης, διότι: Πρώτον, στην ακαμψία δεν υπάρχει τέτοια πετρώδης σκλήρυνσή του δέρματος, ώστε οι γιατροί να μη μπορούν να κάνουν ένεση στον άρρωστο. Δεύτερον , μπορεί ένας τέτοιος άρρωστος να μεταφερθεί από τόπο σε τόπο, ενώ η Ζωή δεν μπορούσαν να την μετακινήσουν· αυτή στεκόταν όρθια και μάλιστα τόσο πολύ που οι συνήθεις άνθρωποι δεν μπορούν να σταθούν. Τρίτον , η αρρώστια καθ’ εαυτή δεν επιστρέφει τον άνθρωπο στον Θεό και δεν φέρει αποκαλύψεις από τον ουρανό, ενώ στην περίπτωση της Ζωή όχι μόνο χιλιάδες άνθρωποι ξαναβρήκαν την πίστη τους στον Θεό, αλλά φανέρωσαν την πίστη τους έμπρακτα, δηλαδή βαπτίστηκαν και έζησαν ηθικά. Όχι μόνο πίστεψαν ότι υπάρχει Θεό, αλά και έγιναν Χριστιανοί. Απ’ αυτόν είναι φανερό ότι δεν επρόκειτο για απλή ασθένεια, αλλά για κάποια θεϊκή οικονομία. Αυτός έμπρακτα στερεώνει την πίστη, για να λυτρώσει τους ανθρώπους από τις αμαρτίες και από τη τιμωρία γι’ αυτές.

(1.)Στη Ρωσία οι εορτές ακολουθούν το παλαιό ημερολόγιο. Η νηστεία των Χριστουγέννων διαρκεί από τις 28 Νοεμβρίου μέχρι 6 Ιανουαρίου του επόμενου έτους.
(από το περιοδικό ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ, τεύχος 21 του 1996, της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους)

Απόστολος και Ευαγγέλιο Κυριακής ΣΤ’ Λουκά

Απόστολος, προς Γαλάτας Ε΄ 22 – ΣΤ’ 2

22 Ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις,
23 πρᾳότης, ἐγκράτεια· κατὰ τῶν τοιούτων οὐκ ἔστι νόμος.
24 Οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶταῖς ἐπιθυμίαις.
25 Εἰ ζῶμεν Πνεύματι, πνεύματι καὶ στοιχῶμεν.
26 Μὴ γινώμεθα κενόδοξοι, ἀλλήλους προκαλούμενοι, ἀλλήλοις φθονοῦντες.
1 Ἀδελφοί, ἐὰν καὶ προληφθῇ ἄνθρωπος ἔν τινι παραπτώματι, ὑμεῖς οἱπνευματικοὶ καταρτίζετε τὸν τοιοῦτον ἐν πνεύματι πρᾳότητος, σκοπῶν σεαυτόν, μὴ καὶ σὺ πειρασθῇς.
2 Ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ.

Μετάφραση

22 Ὁ καρπὸς ὅμως τοῦ Πνεύματος εἶναι ἀγάπη, χαρὰ, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστοήθεια, ἀγαθωσύνη, πίστις,
23 πραότης, ἐγκράτεια. Ἐναντίον αὐτῶν δὲν ὑπάρχει νόμος.
24 Ἀλλ’ ὅσοι ἀνήκουν εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, ἐσταύρωσαν τὴν σάρκα μαζὶ μὲ τὰ πάθη καὶ τὰς ἐπιθυμίας.
25 Ἐὰν ζῶμεν διὰ τοῦ Πνεύματος, πρέπει νὰ βαδίζωμεν καὶ κατὰ τὸ Πνεῦμα.
26 Ἂς μὴ γινώμεθα κενόδοξοι, προκαλοῦντες ὁ ἕνας τὸν ἄλλον καὶ φθονοῦντες ὁ ἕνας τὸν ἄλλον.
1 Ἀδελφοί, ἐὰν παρασυρθῇ κανεὶς σὲ κάποιο ἁμάρτημα, σεῖς οἱ πνευματικοὶ πρέπει νὰ τὸν διορθώνετε μὲ πνεῦμα πραότητος καὶ νὰ προσέχῃς τὸν ἑαυτόν σου μήπως πέσῃς καὶ σὺ σὲ πειρασμόν.
2 Ὁ καθένας νὰ βαστάζῃ τὰ βάρη τοῦ ἄλλου, καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον θὰ ἐκπληρώσετε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ.

Ευαγγέλιο κατά Λουκά Η΄ 27-39

27 Ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν γῆν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν.
28 Ἰδὼν δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ καὶ φωνῇμεγάλῃ εἶπε· τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαίσου, μή με βασανίσῃς.
29 Παρήγγειλε γὰρ τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦἀνθρώπου. Πολλοῖς γὰρ χρόνοις συνηρπάκει αὐτόν, καὶ ἐδεσμεῖτοἁλύσεσι καὶ πέδαις φυλασσόμενος, καὶ διαρρήσσων τὰ δεσμὰἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους.
30 Ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς λέγων· τί σοί ἐστιν ὄνομα; Ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν·
31 Καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσονἀπελθεῖν.
32 Ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένων ἐν τῷ ὄρει· καὶπαρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶἐπέτρεψεν αὐτοῖς.
33 Ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶἀπεπνίγη.
34 Ἰδόντες δὲ οἱ βόσκοντες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς.
35 Ἐξῆλθον δὲ ἰδεῖν τὸ γεγονός, καὶ ἦλθον πρὸς τὸν Ἰησοῦν καὶ εὗρον καθήμενον τὸν ἄνθρωπον, ἀφ᾿ οὗ τὰ δαιμόνια ἐξεληλύθει,ἱματισμένον καὶ σωφρονοῦντα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ, καὶἐφοβήθησαν.
36 Ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ ἰδόντες πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς.
37 Καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο· αὐτὸς δὲ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον ὑπέστρεψεν.
38 Ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνήρ, ἀφ᾿ οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, εἶναι σὺν αὐτῷ· ἀπέλυσε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων·
39 ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός. Καὶἀπῆλθε καθ᾿ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς.

Μετάφραση 

27 Ὅταν ἐβγῆκε εἰς τὴν ξηράν, τὸν συνήντησε κάποιος ἀπὸ τὴν πόλιν, ὁ ὁποῖος εἶχε δαιμόνια ἀπὸ πολλὰ χρόνια· δὲν ἤτανε ντυμένος καὶ δὲν ἔμενε σὲ σπίτι ἀλλὰ εἰς τὰ μνληματα.
28 Ὅταν εἶδε τὸν Ἰησοῦν, ἔκραξε καὶ ἔπεσε εἰς τὰ πόδια του καὶ μὲ δυνατὴν φωνὴν εἶπε, «Τί ἐπεμβαίνεις σ’ ἐμέ, Ἰησοῦ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου; Σὲ παρακαλῶ μὴ μὲ βασανίσῃς».
29 Διότι ὁ Ἰησοῦς εἶχε διατάξει τὸ πνεῦμα τὸ ἀκάθαρτον νὰ βγῇ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον. Πολλὲς φορὲς τὸν ἔπιανε καὶ τότε τὸν ἔδεναν μὲ ἁλυσίδες καὶ χειροπέδες καὶ τὸν ἐφύλαγαν. Αὐτὸς ὅμως ἔσπαζε τὰ δεσμὰ καὶ ἐφέρετο ἀπὸ τὸ δαιμόνιον εἰς τὰς ἐρήμους.
30 Τὸν ἐρώτησε δὲ ὁ Ἰησοῦς, «Ποιὸ εἶναι τὸ ὄνομά σου;» Ἐκεῖνος δὲ εἶπε, «Λεγεών», διότι εἶχαν μπῆ πολλὰ δαιμόνια μέσα του,
31 καὶ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ μὴ τὰ διατάξῃ νὰ πᾶνε εἰς τὴν ἄβυσσον.
32 Ὑπῆρχε δὲ ἐκεῖ μία ἀγέλη ἀπὸ χοίρους ποὺ ἔβοσκε εἰς τὸ βουνό. Καὶ τὸν παρεκάλεσαν νὰ τοὺς ἐπιτρέψῃ νὰ μποῦν εἰς ἐκείνους. Καὶ τοὺς τὸ ἐπέτρεψε.
33 Ἐβγῆκαν τὰ δαιμόνια ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον, ἐμπῆκαν εἰς τοὺς χοίρους καὶ ὥρμησε ἡ ἀγέλη πρὸς τὸν κρημνὸν καὶ ἔπεσε εἰς τὴν λίμνην καὶ ἐπνίγηκε.
34 Ὅταν οἱ βοσκοὶ εἶδαν τί συνέβη, ἔφυγαν καὶ τὸ ἀνήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τὴν ὕπαιθρον.
35 Ἐβγῆκαν δὲ μερικοί νὰ ἰδοῦν τὸ γεγονὸς καὶ ἦλθαν εἰς τὸν Ἰησοῦν καὶ εὑρῆκαν τὸν ἄνθρωπον, ἀπὸ τὸν ὁποῖον εἶχαν βγῆ τὰ δαιμόνια, νὰ κάθεται κοντὰ στὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ, ντυμένος καὶ σωφρονισμένος, καὶ ἐφοβήθηκαν.
36 Αὐτόπται μάρτυρες ἐπίσης τοὺς εἶπαν πῶς ἐθεραπεύθηκε ὁ δαιμονισμένος.
37 Τότε ὅλος ὁ πληθυσμὸς τῆς περιοχῆς τῶν Γαδαρηνῶν τὸν παρεκάλεσε νὰ φύγῃ ἀπ’ αὐτούς, διότι κατείχοντο ἀπὸ φόβον μεγάλον. Αὐτὸς τότε ἐμπῆκε εἰς τὸ πλοιάριον καὶ ἐπέστρεψε.
38 Ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν ὁποῖον εἶχαν βγῆ τὰ δαιμόνια, παρεκάλεσε νὰ μείνῃ μαζί του, ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε νὰ φύγῃ μὲ τὰ ἑξῆς λόγια,
39 «Γύρισε εἰς τὸ σπίτι σου καὶ διηγοῦ ὅσα σοῦ ἔκαμε ὁ Θεός». Καὶ ἔφυγε καὶ ἔλεγε εἰς ὅλην τὴν πόλιν ὅσα τοῦ ἔκαμε ὁ Ἰησοῦς.