Μπες και Δες

Δεν είναι πάντα στη ζωή μας απαραίτητα τα χρήματα, μπορούμε να προσφέρουμε στον συνάνθρωπό μας και με λίγη καλή θέληση. Χρήματα μπορεί να μην υπάρχουν, όμως πάντα υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν άνθρωποι που θα χαρίσουν λίγα χαμόγελα… Μάθε για την ομάδα μας … Βοήθησε και εσύ ……

Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2013

Ένας εκπληκτικός ξυλουργός χωρίς χέρια (video)

Ο Sentayehu Teshale από την Αιθιοπία είναι ένας πραγματικός μάστορας. Οτιδήποτε δεν μπόρεσε ποτέ να κάνει με τα ανάπηρα χέρια του, το κάνει εκπληκτικά με τα πόδια. Κατασκευάζει ξύλινα σκαμνιά στο εργαστήριό του για πάνω από 20 χρόνια, χρησιμοποιώντας με ακρίβεια ακόμα και επικίνδυνα ηλεκτρικά εργαλεία.

Ο σύγχρονος Χριστιανός


Γράφει ο Μοναχός ΜΩΥΣΗΣ, Αγιορείτης

Ο άνθρωπος σήμερα φαίνεται να λησμόνησε και να μην αναζητά επισταμένα το βαθύ νόημα της ζωής. Ενδιαφέρεται μάλλον για την εξεύρεση του επιούσιου άρτου και μικρή ή μεγάλη αύξηση των ευρώ. Στη μεγάλη δυσκολία των καιρών, για την οποία πολλά έχουμε πει και γράψει, βασική σημασία έχει η βαθιά πίστη στον Θεό, η οποία χαρίζει στους πιστούς εμπιστοσύνη, κουράγιο, παρηγοριά και ελπίδα. Επίσης,οι ορθές διαπροσωπικές σχέσεις με αγαθή φιλία, καλή συζήτηση, φιλότιμη προσπάθεια, καλοσύνη και συμπάθεια τονώνουν και δεν αφήνουν τον άνθρωπο να πνιγεί στη μοναξιά και να χτυπηθεί από την καταιγίδα τη απελπισίας.
Ο ταλαιπωρημένος άνθρωπος έχει την ανάγκη, όχι μόνο από ψωμί, αλλά και από τη γεύση της ελευθερίας, της ειρήνης και της αγάπης. Δεν πρόκειται για ένα υπολογισμένο και συγκρατημένο ουμανισμό και αλτρουισμό, αλλά για έκφραση θυσιαστικής χριστιανικής αγάπης..

Οι ανάγκες τη ψυχής του ανθρώπου δεν νομίζουμε ότι παύουν ποτέ. Οι ανάγκες αυτές δεν ικανοποιούνται από ένα πρόχειρο κήρυγμα, από συμβουλές τετριμμένες, γνωστές και βιαστικές. Οι νέοι γι’ αυτό αντιδρούν και απομακρύνονται από την Εκκλησία. Δεν είπα ότι δεν θέλουν και απορρίπτουν το μήνυμά της, αλλά ενοχλούνται από τον αφοριστικό τρόπο του. Έτσι κλείνονται στον εαυτό τους και ψάχνουν τη χαρά εκεί που σίγουρα δεν θα τη βρουν.
Στην κατάσταση αυτή, οι νέοι πέφτουν σε μία νάρκη και δεν θέλουν να εξεγερθούν, μερικές φορές ούτε να αναπτύξουν στοιχειώδη διάλογο, γιατί έχουν πικρά απογοητευτεί. Παρουσιάστηκε η Εκκλησία λίαν αυστηρή, απομονωμένη, μόνο να διατάζει, ν’ απαγορεύει, να δημιουργεί φοβερές ενοχές, να πιέζει και να μην ακούει. Φθάνει στην πλήρη απόρριψη του θεσμού της Εκκλησίας, για όλα τα παραπάνω και ότι είναι ακατανόητη και σκληρή. Τα ενίοτε διαρρέοντα εσωτερικά προβλήματα ορισμένων ταγών της Εκκλησίας σκανδάλισαν και απομάκρυναν μακριά και μόνιμα αρκετούς πιστούς και μάλιστα, νέους με πολύ καλές προθέσεις.
Όχι λίγοι άνθρωποι, λεγόμενοι της Εκκλησίας, αποφεύγουν συστηματικά την ωφέλιμη αυτοκριτική και επιδίδονται σταθερά στην εύκολη κριτική. Συγκρίνονται με τους χειρότερους και αισθάνονται πολύ καλά. Δε λογαριάζουν και δεν αναλύουν τους λόγους που ο πολύς κόσμος δεν ακούει πλέον τους ιεροκήρυκες. Το πρόβλημα συλλογίζομαι δεν είναι τόσο οι άλλοι, αλλά περισσότερο εμείς. Είναι επιτακτική ανάγκη να κατεβούμε από ψηλά και να μιλήσουμε φιλικά, δίχως να βλέπουμε συνεχώς το ρολόι. Μη φοβηθούμε καμία ερώτηση και να προσέξουμε καλά τις απαντήσεις.
Ο σύγχρονος Χριστιανός, δυστυχώς, κρύβει μία μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Ότι κάτι παραπάνω και καλύτερο είναι. Δεν είναι τόσο ατόφιος, ντόμπρος, γνήσιος και αληθινά ταπεινός. Βεβαίως, και σήμερα υπάρχουν Χριστιανοί ήρωες και χαριτωμένοι. Μπορεί να αποτελούν μειοψηφία, όμως, σίγουρα υπάρχουν κι εντός κι εκτός κόσμου. Ο σύγχρονος Χριστιανός θα βοηθήσει καλύτερα τους συνανθρώπους του με το βιωμένο παράδειγμα και όχι με τα παχιά και ανούσια λόγια. Ο κόσμος αλλάζει. Οι καιροί είναι απαιτητικοί. Ο ρόλος των Χριστιανών σήμερα στις άτακτες κοινωνίες μας είναι ιδιαίτερα σημαντικός. Μην απογοητεύσουμε κι εμείς τον κόσμο.

Πηγή: http://synodoiporia.blogspot.gr

Η πραγματική Ταπείνωση


Η υπερηφάνεια είναι η μεγαλύτερη πνευματική αρρώστια. Σαν την βδέλλα που, αν κολλήσει επάνω σου, σου ρουφάει το αίμα, έτσι και η υπερηφάνεια ρουφάει όλο το εσωτερικό του
ανθρώπου. Φέρνει και πνευματική ασφυξία, γιατί καταναλώνει όλο το πνευματικό οξυγόνο της ψυχής. Κοίταξε να πετάξεις τον εαυτό σου, γιατί αν δεν πετάξεις τον εαυτό σου, θα σε πετάξει ο εαυτός σου. Αν πετάξεις τον εαυτό σου, μετά θα πετάς. Τι τον κρατάς τον εαυτό σου για τον εαυτό σου; Το κομμάτι της αγάπης που κρατάς για τον εαυτό σου, το αφαιρείς από την ολοκληρωτική αγάπη που πρέπει να έχεις για τους άλλους.

Αν γνωρίσεις τον εαυτό σου, θα δεις ότι δεν έχεις τίποτα δικό σου και τίποτε δεν μπορείς να κάνεις χωρίς τη βοήθεια του Θεού. Αν λοιπόν καταλάβεις πως ότι καλό κάνεις είναι από τον Θεό και όσες χαζομάρες κάνεις είναι δικές σου, τότε θα πάψεις να έχεις εμπιστοσύνη στον εαυτό σου και θα απαλλαγείς από την αυτοπεποίθηση.

Λίγο αν μας εγκαταλείψει η Χάρις του Θεού, τίποτε δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε. Είναι απλά τα πράγματα. Έχει, ας υποθέσουμε, κάποιος μερικές ικανότητες και υπερηφανεύεται γι’ αυτές. Πρέπει να σκεφθεί: Που τις βρήκε; Του τις έδωσε ο Θεός. Αυτός τι έκανε; Τίποτε. Δίνει λ.χ. ο Θεός σε κάποιον λίγο παραπάνω μυαλό και μπορεί να έχει μια μεγάλη επιχείρηση και να ζει άνετα. Να υπερηφανευτεί ότι τα καταφέρνει; Λίγο να τον εγκαταλείψει ο Θεός, μπορεί να χρεοκοπήσει και να πάει φυλακή.

Όταν κάποιος κάνει κάτι ταπεινά και με αγάπη και δεν βρει αναγνώριση, μπορεί να του έρθει και ένα παράπονο. Αυτό είναι ανθρώπινο -όχι φυσικά ότι και αυτό είναι σωστό, αλλά τότε έχει κανείς κάποια ελαφρυντικά. Όταν όμως απαιτεί την αναγνώριση, αυτό είναι βαρύ∙ έχει μέσα εγωισμό και ανθρωπαρέσκεια. Όσο μπορείς, να κινείσαι ταπεινά. Ότι κάνεις να το κάνεις με φιλότιμο, για τον Χριστό και όχι από κενοδοξία για να ακούσεις το «μπράβο» από τους ανθρώπους. Όταν ο άνθρωπος δε δέχεται τα «μπράβο» από τους ανθρώπους και εργάζεται μόνο για τον Θεό, τότε ανταμείβεται από τον Θεό και σ’ αυτήν τη ζωή με την άφθονη Χάρη Του και στην άλλη με τα αγαθά του Παραδείσου.

Σε κάθε σου ενέργεια, ακόμη και στην παραμικρή σου κίνηση, κέντρο να είναι ο Θεός. Στρέψε όλο τον εαυτό σου προς τον Θεό. Αν αγαπήσεις τον Θεό, ο νους σου θα είναι συνέχεια στο πως να ευχαριστήσεις τον Θεό, και όχι στο πως να αρέσεις στους ανθρώπους.

Δυστυχώς, πολλές φορές οι πνευματικοί άνθρωποι θέλουν την αρετή, αλλά θέλουν και κάτι που να τρέφει την υπερηφάνεια τους, δηλαδή αναγνώριση, πρωτεία κ.τ.λ., κι έτσι μένουν με ένα κενό στην ψυχή τους, το κενό της κενοδοξίας∙ δεν υπάρχει το πλήρωμα, το φτερούγισμα της καρδιάς. Και όσο μεγαλώνει η κενοδοξία τους, τόσο μεγαλώνει και το κενό μέσα τους και τόσο περισσότερο υποφέρουν.

Μόνο με τα αντίθετα των κοσμικών επιδιώξεων θα μπορέσεις να κινηθείς στον πνευματικό χώρο. Στοργή θέλεις; Να χαίρεσαι, όταν δε σου δίνουν σημασία. Ζητάς θρόνο; Κάθισε τον εαυτό σου στο σκαμνί. Ζητάς επαίνους; Αγάπησε την περιφρόνηση, για να νιώσεις την αγάπη του Περιφρονημένου Ιησού. Ζητάς δόξα; Ζήτα την αδοξία, για να νιώσεις την δόξα του Θεού. Και όταν νιώσεις την δόξα του Θεού, θα νιώθεις τον εαυτό σου ευτυχισμένο και θα έχεις μέσα σου την μεγαλύτερη χαρά απ’ όλες τις χαρές του κόσμου.

ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ

Δεν γνωρίσαμε τον εαυτό μας. Αν τον γνωρίσουμε, η ψυχή μας θα χαίρεται και θα ζητά ταπεινά το έλεος του Θεού. Η γνώση του εαυτού μας γεννά την ταπείνωση. Γιατί, όσο περισσότερο γνωρίζει ο άνθρωπος τον εαυτό του, τόσο περισσότερο ανοίγουν τα μάτια της ψυχής του και βλέπει καθαρότερα την μεγάλη του αδυναμία. Γνωρίζει την αθλιότητά του και την αχαριστία του, καθώς και την μεγάλη αρχοντιά και την ευσπλαχνία του Θεοί, οπότε συντρίβεται εσωτερικά, ταπεινώνεται πολύ και αγαπάει τον Θεό πολύ.

Όταν σε ταπεινώνει ο άλλος και το δέχεσαι, τότε έχεις πραγματική ταπείνωση, γιατί πραγματική ταπείνωση είναι η ταπείνωση στην πράξη, όχι στα λόγια. Μια φορά ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός ρώτησε τους ανθρώπους που είχαν συγκεντρωθεί γύρω του: «Ποιος από σας δεν έχει υπερηφάνεια;». «Εγώ», είπε κάποιος. «Έλα εδώ εσύ που δεν έχεις υπερηφάνεια, του λέει. Κόψε το μισό μουστάκι και πήγαινε στη πλατεία». «Α, αυτό δεν μπορώ να το κάνω», του απαντά. «Ε, τότε δεν έχεις ταπείνωση», του λέει. Ήθελε να πει ο Άγιος ότι χρειάζεται έμπρακτη ταπείνωση.

Όταν ο άνθρωπος βλέπει τον εαυτό του κάτω από όλους, κάτω, κάτω…, από εκεί βγαίνει επάνω στον Ουρανό. Αλλά εμείς τι κάνουμε; Συγκρίνουμε τον εαυτό μας με τους άλλους και βγάζουμε συμπεράσματα ότι είμαστε ανώτεροι από εκείνους. «Και από εκείνον είμαι καλύτερος, λέμε, και από τον άλλο… Δεν είμαι σαν κι αυτόν…». Από τη στιγμή όμως που έχουμε τον λογισμό ότι ο άλλος είναι κατώτερος από εμάς, δεν μπορούμε να βοηθηθούμε.

Ο άνθρωπος ένα μόνο μπορεί να ξέρει: ότι δεν έχει καλή πνευματική κατάσταση. Ακόμη και να έχει, δεν την βλέπει, επειδή και τότε μόνο την αμαρτωλότητά του βλέπει. Γιατί όποιος αγωνίζεται για την πρόοδο την πνευματική, ποτέ δεν βλέπει την πρόοδό του∙ μόνο τις πτώσεις του βλέπει. Οι ταπεινοί και αφανείς ήρωες του Χριστού είναι οι εξυπνότεροι του κόσμου, διότι κατορθώνουν να φυλάσσουν τον πνευματικό τους θησαυρό στο θησαυροφυλάκιο του Θεού. Γι’ αυτό μεγάλη χαρά να νιώθουμε όταν ζούμε στην αφάνεια, γιατί τότε θα δούμε πρόσωπο Θεού στην άλλη ζωή και θα νιώθουμε και απ’ αυτήν τη ζωή την παρουσία Του δίπλα μας.

Όταν υπάρχει ταπείνωση ο διάβολος δεν μπορεί να ρίξει την ψυχή. Ο ταπεινός δεν πέφτει, γιατί βαδίζει χαμηλά. Ο Γερο- Αββακούμ, όταν ασκήτευε στην έρημο της Βίγλας, τι είχε πάθει! Μια μέρα που έκανε προσευχή με το κομποσκοίνι επάνω σ’ ένα βράχο του παρουσιάζεται ξαφνικά ο διάβολος ως «άγγελος φωτός». «Αββακούμ, του λέει, με έστειλε ο Θεός να σε πάρω στον Παράδεισο γιατί έγινες πια άγγελος∙ έλα να πετάξουμε». «Μα εσύ έχεις φτερά, του λέει ο Γέροντας Αββακούμ, εγώ πώς θα πετάξω;». Και ο δήθεν άγγελος του λέει: «Κι εσύ έχεις φτερά, αλλά δεν τα βλέπεις». Τότε ο Γερο-Αββακούμ έκανε το σταυρό του και είπε: «Παναγιά μου, τι είμαι εγώ για να πετάξω;». Αμέσως ο δήθεν άγγελος έγινε ένα μαύρο παράξενο κατσίκι με φτερά σαν της νυχτερίδας και εξαφανίστηκε.

Βλέπετε πως με την ταπείνωση μπορούμε να καταλάβουμε τις παγίδες του διαβόλου;
Αποσπάσματα από το βιβλίο

«Πάθη και Αρετές» του γέροντος Παϊσίου του αγιορείτου


ayioi-pantes.blogspot.com

Πηγή: http://synodoiporia.blogspot.gr

Οι θησαυροί του Αγίου Όρους


Γράφει ο μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης

Το Άγιον Όρος έχει μια μοναδικότητα αδιαμφισβήτητη. Αυτό δεν το λέμε βαυκαλιζόμενοι για την ιστορία του και την πλούσια προσφορά του, ούτε γιατί κατοικούμε μόνιμα σε αυτό, ούτε γιατί το είπαν και το έγραψαν πολλοί κατά καιρούς και με ενθουσιασμό το ομολόγησαν. Παρά την επιλεγμένη σιωπή του μιλά με την υπερχιλιόχρονη ιστορία του, τα ανεκτίμητα κειμήλιά του, την καταπληκτική φύση του, τον τρόπο ζωής τουκαι το ήθος των μοναχών του.
Κατά τον μητροπολίτη Μεσογαίας Νικόλαο, “μιλάει εντυπωσιάζοντας, μιλάει εμπνέοντας, μιλάει συγκινώντας, μιλάει συγκλονίζοντας, μιλάει προκαλώντας αλλαγές ζωής, μεταμόρφωση σκέψης, απροσδόκητες αφιερώσεις. Μιλάει πάντοτε πολύ, βαθιά και σε όλους... Είναι πράγματι ένας πολύ ιδιαίτερος τόπος που συνήθως κατανύσει και προβληματίζει. Το Άγιον Όρος έχει ακριβά φυλαχτά, μυστικά σωτήρια και αλήθειες απελευθερωτικές. Γοητεύει συναρπαστικά ακόμη και αυτούς που ποτέ δεν θα περίμενες. Δεν γνωρίζω αν για άλλο μέρος της Ελλάδας έχουν γραφεί τόσα πολλά.
Οπωσδήποτε η αξία του Αγίου Όρους δεν είναι από τα πολύτιμα κειμήλια και τις άφθαστες φυσικές καλλονές του. Είναι κυρίως ο ήσυχος, ταπεινός, απλός τρόπος της ζωής του. Η παρουσία του Θεού, της Παναγίας και των αγίων. Η προσευχή, η άσκηση, ο αγώνας, το φιλάγαθο και φιλάρετο, το φιλόθεο και το φιλάδελφο, το μισόκακο και το μισόφθονο. Το Άγιον Όρος αναπαύει τους εραστές του απόλυτου, του τέλειου, του Θεού, της αγιότητας και πλήρους αφιερώσεως. Ικανοποιεί σημαντικά λίαν απαιτητικά πνεύματα επί αιώνες απ’ όλο τον κόσμο.
Η ησυχία, η γαλήνη, η ηρεμία έφεραν τον ησυχασμό, την πραότητα και ημερότητα. Η κακοπάθεια, η εγκράτεια, η σκληραγωγία. Η αγρυπνία και ορθοστασία έφεραν τη νήψη, την κάθαρση, την ισορροπία. Κατόπιν τον θείο φωτισμό και την κατά χάρη και μέθεξη θέωση στους άξιους, τους ταπεινούς, τους καθαρούς, τους αφοσιωμένους. Το Άγιον Όρος δεν είναι μουσείο με ακριβά εκθέματα προς καλή φωτογράφηση. Είναι το τόπος του Θεού, το Περιβόλι της Παναγιάς, ο χώρος των αγίων, η χερσόνησος των αγωνιστών. Οι πολλοί προσκυνητές έρχονται να δουν και να αγγίξουν τα ίχνη του Θεού και των αγίων και να προσκυνήσουν. Τις θαυματουργές εικόνες της Παναγίας, τα τίμια και χαριτόβρυτα λείψανα των αγίων που ευωδιάζουν, τα κατάλευκα, σιωπηλά, κυρτωμένα γεροντάκια.
Παρά το άβατο που επικρατεί στο Άγιο Όρος επί χίλια χρόνια και πλέον το πιο τιμώμενο πρόσωπο ήταν, είναι και θα είναι ένα γυναικείο, της Παναγίας. Οι Αγιορείτες δεν είναι μισογύνηδες. Σέβονται την παράδοση, τιμούν ιδιαίτερα την Παναγία και μαζί της όλο τον ευγενή γυναικείο κόσμο. Καθημερινά μαζί με τα ονόματα των μητέρων και αδελφών τους μνημονεύουν χιλιάδες ονόματα γυναικών σε διάφορες ανάγκες. Το άβατο δεν είναι μια χθεσινοβραδινή νομοθέτηση, ούτε μια παραξενιά των μοναχών. Είναι ασκητικός θεσμός αιώνων και θα πρέπει να είναι σεβαστός απ’ όλους και όλες. Γενικά είναι αποδεκτό, κατανοητό και σεβαστό.
Είναι γεγονός πως το Άγιον Όρος στη μακραίωνη ιστορία του πέρασε διάφορες περιπέτειες, κρίσεις και αμφισβητήσεις. Η αγιότητά του όμως, έστω κάποτε και ως μειοψηφία, δεν χάθηκε ποτέ. Ο καθένας ό,τι επιθυμεί ψάχνει και βρίσκει. Το θέμα είναι να μην περιμένουμε τον ανθρώπινο έπαινο λαίμαργα, να μη θέλουμε να ακούσουμε ούτε μία δίκαιη και δικαιολογημένη παρατήρηση, να απαιτούμε από τους άλλους εκτίμηση.
Γι’ αυτό μακαρίζω πάντοτε τα μακάρια τους Όρους γεροντάκια, τα σεμνά, τα σιωπηλά, τα φτωχά, τα ταπεινά, τα νηφάλια και ήσυχα, που προσδοκούν μόνο τις θείες αύρες του πνεύματος. Όταν ο άγιος Νεκτάριος πήγε στο Άγιον Όρος, ξεναγήθηκε από έναν ηγούμενο στα κειμήλια της μονής. Όταν ο ηγούμενος τον πήγε και στο γηροκομείο της μονής, ο άγιος πήγε και ασπάσθηκε ένα γεροντάκι, λέγοντας: Αυτοί είναι, άγιε καθηγούμενε, οι θησαυροί της μονής σας!

Πηγή: http://synodoiporia.blogspot.gr

Ο σεβασμός της θρησκευτικής παράδοσης


Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου 

Η Πολιτιστική κληρονομιά κάθε λαού, είναι το σύνολο των έργων που διασώζεται μέσα από τη συλλογική του μνήμη. Είναι τα έργα των ανθρώπων σύμφωνα με την UNESCO και για την Ευρωπαϊκή Ένωση η ανάγκη σεβασμού των μνημείων διεθνούς πολιτιστικής κληρονομιάς, ως σημαντικών πηγών κατανόησης του παρελθόντος αλλά και έμπνευσης για το μέλλον, αποτελεί βασική διαχρονική αξία.
Ως εκ τούτου, η διεθνής κοινότηταεπιδεικνύει μεγάλη ευαισθησία σε θέματα προστασίας και σεβασμού της θρησκευτικής και πολιτιστικής κληρονομιάς σε όλο τον κόσμο. Εντούτοις, η σύληση, η αρχαιοκαπηλία και η παράνομη εισαγωγή, εξαγωγή και μεταβίβαση ιδιοκτησίας πολιτιστικής περιουσίας δεν απετράπη. Αντιθέτως, καθημερινά βρισκόμαστε ενώπιον του νοσηρού αυτού φαινομένου της λεηλασίας, του σφετερισμού και του βανδαλισμού της πολιτιστικής κληρονομιάς των λαών.

Από τη μάστιγα αυτή υποφέρει εδώ και δεκαετίες και η μικρή μας πατρίδα και είναι γνωστό σε όλους σας, ότι ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της πολιτιστικής μας κληρονομιάς παζαρεύεται παράνομα στα διεθνή παζάρια και στις δημοπρασίες και άλλο κρύβεται σε αποθήκες αρχαιοκάπηλων. Οπόταν, αντί να υπεισέρθω στην ανάπτυξη θεωριών και ιδεών, θεωρώ φρόνιμο να μιλήσω για το τί πράξαμε όλα αυτά τα χρόνια της ιεραρχίας μας στη μητροπολιτική περιφέρεια Μόρφου στο θέμα της πολιτιστικής και θρησκευτικής μας κληρονομιάς, καθώς και στον σεβασμό των άλλων θρησκευτικών παραδόσεων.



Όταν τον Απρίλιο του 2003 με τη διάνοιξη του οδοφράγματος του Αγίου Δομετίου επισκεφτήκαμε την κατεχόμενη γη μας, την κωμόπολη Μόρφου και τις άλλες 24 κοινότητες της μητροπολιτικής περιφέρειάς μας, που βρίσκονται υπό τουρκική κατοχή από το 1974, μας κατέλαβε μεγάλη λύπη. Ιδιαίτερα όταν αντικρίσαμε σε τι κατάσταση βρίσκονται οι εκκλησίες, τα παρεκκλήσια και τα εξωκλήσια μας. Δέκα από τους ναούς μας μετατράπηκαν σε τεμένη, δύο έγιναν πολιτιστικά κέντρα, ένας έγινε νεκροτομείο, ενώ άλλοι βρίσκονται σε πολύ κακή κατάσταση που ενίοτε αγγίζει τα όρια της ερείπωσης.

Η μόνη εκκλησία η οποία ήταν κάπως διατηρημένη, με τις εικόνες, την επίπλωση και τα τιμαλφή της, ήταν ο μητροπολιτικός ναός του Αγίου Μάμαντος στη Μόρφου.

Όταν, λοιπόν, πέρασαν οι πρώτες συναισθηματικές αντιδράσεις, αρχίσαμε να βλέπουμε την ευθύνη μας απέναντι σε αυτές τις εκκλησίες, απέναντι σε αυτά τα μνημεία αφού ανανεώνουν συνεχώς τη συλλογική μας μνήμη. Διότι, όπως όλοι γνωρίζεται χωρίς μνήμη ούτε ο ηλεκτρονικός υπολογιστής δεν μπορεί να λειτουργήσει. Πόσο μάλλον ο άνθρωπος που είναι δημιουργός του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Και η μνήμη δεν αφορά μόνο το παρελθόν, αλλά, κατά την ορθόδοξη θεολογία, και το παρόν και το μέλλον μας. Νοουμένου ότι η αιώνια μνήμη του αιώνιου Θεού, αγκαλιάζει και γνωρίζει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.

Η δε αγωνία μας για τις κατεχόμενες εκκλησίες κορυφώθηκε όταν ξένοι αρχαιολόγοι (Άγγλοι, Ιταλοί και Αμερικανοί), μετά από επιτόπιες εξετάσεις των κατεχόμενων μνημείων, μάς κοινοποίησαν πολύ ανησυχητικές διαπιστώσεις και πορίσματα και ειδικά ο φίλος της Μητρόπολης Μόρφου κ. Tomas Daly που ήταν ο εμπνευστής τον έργου μας, όταν μας είπε: «θα πρέπει να λάβετε αμέσως πρωτοβουλίες συντήρησης, τουλάχιστον των μνημείων και εκκλησιών της περιοχής που θεωρείτε τα σημαντικότερα για την ιστορική σας μνήμη».

Λαμβάνοντας το μήνυμα, απάντησα ότι το πρώτο σημαντικό μνημείο που πρέπει να συντηρηθεί είναι ο Άγιος Αυξίβιος στους Σόλους, λόγω της σημασίας του στη χριστιανική ιστορία της μητροπόλεώς μας. Εκεί ρίζωσε για πρώτη φορά ο χριστιανισμός στην περιοχή μας, με τη βάπτιση του Αγίου Αυξιβίου από τον Ευαγγελιστή Μάρκο. Το δεύτερο μνημείο, που εκφράζει τη βυζαντινή αλλά και λατινοβενετσιάνικη περίοδο, είναι η εκκλησία του Αγίου Μάμα στη Μόρφου. Ανέφερα, επίσης, την Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου του Ρηγάτη, που βρίσκεται σε στρατιωτική ζώνη και είναι μετόχι του Παναγίου Τάφου, η οποία είναι η αρχαιότερη της μονής του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου στον Κουτσοβέντη σε όλη την κατεχόμενη Κύπρο. Επίσης, την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου Αυλώνας, την παλαιά εκκλησία Παναγίας Χρυσελεούσας στην Κατωκοπιά και μερικές άλλες. Έπρεπε, δηλαδή, υπό αυτές τις περιορισμένες ειδικές συνθήκες να επιλέξω σε ποιες από τις πλέον κατεχόμενες εκκλησίες μας, έπρεπε να δοθεί προτεραιότητα για συντήρηση, για να σωθούν από την ερήμωση, τους κατακτητές και τους αρχαιοκάπηλους και πιθανούς σεισμούς.

Το εγχείρημα δεν ήταν ούτε απλό ούτε εύκολο. Έπρεπε να βρεθεί ο τρόπος να συντηρηθούν τα μνημεία, χωρίς να δοθεί οποιαδήποτε αναγνώριση του ψευδοκράτους. Έτσι, αποφασίστηκε οι εργασίες να γίνουν από ξένους τεχνίτες, προερχόμενους από εξειδικευμένα κέντρα συντήρησης της Ευρώπης. Επίσης, ενημερώθηκε το Τμήμα Αρχαιοτήτων της Κυπριακής Δημοκρατίας και οι «Τουρκοκυπριακές ψευδο-αρχές». Αφού έγινε η ενημέρωση ένθεν κι ένθεν, αναγνωρίστηκε ως ιδιοκτήτης των δυο μνημείων η Μητρόπολη Μόρφου, ώστε να γίνει δυνατή η χρηματοδότηση. Για τις διευθετήσεις αυτές ήταν ενήμερη και η Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, υπό την προεδρία του μακαριστού Προέδρου Τάσσου Παπαδόπουλου, η οποία και τις αποδέχθηκε. Το ποσό που δαπανήθηκε για την συντήρηση στόν Άγιο Μάμα ανήλθε στις €405.000 (τετρακόσιες πέντε χιλιάδες ευρώ). Για την συντήρηση των ψηφιδωτών της Βασιλικής του Αγίου Αυξιβίου στους Σόλους ως και στην κατασκευή διαδρόμων τό ποσό πού δαπανήθηκε ήταν της τάξεως των €520.000 (πεντακόσιες είκοσι χιλιάδες ευρώ). Τα ποσά αυτά προσφέρθηκαν από την Υπηρεσία των Ηνωμένων Πολιτειών γιά τη Διεθνή Ανάπτυξη (USAID).

Τα έργα συντήρησης των δύο αυτών μνημείων, έγιναν η αφορμή για να ευαισθητοποιηθούν κι άλλες κατεχόμενες κοινότητες της νήσου μας, όπως η Καμπυλή της Μαρωνίτικης κοινότητας και η ιστορική Εκκλησία της Παναγίας Περγαμηνιώτισσας Ακανθούς. Το έργο της συντήρησης των κατεχομένων εκκλησιών μας δεν έχει μπει ακόμη σε μια τροχιά και το χαρακτηρίζει η στασιμότητα και η βραδύτητα. Αναμένουμε δε, από τους Τουρκοκύπριους να ευαισθητοποιηθούν περισσότερο και ν’ αντιληφθούν ότι ο πολιτισμός είναι η ψυχή αυτού του τόπο και ανήκει σε όλους, είτε εκφράζεται χριστιανικά, είτε μουσουλμανικά, είτε μαρωνίτικα. Και το λέμε αυτό, διότι περιμέναμε περισσότερη ευελιξία και ταχύτητα από μέρους τους για ένα θέμα το οποίο τους εκθέτει ήδη.

Είναι ακατανόητη η επιμονή τους στις άκαμπτες πολιτικές σχετικά με τη συντήρηση του χριστιανικού μας πολιτισμού, τη στιγμή που στις ελεύθερες περιοχές έχουν συντηρηθεί τα πλείστα μουσουλμανικά τεμένη. Οι οικονομικοί πόροι για τη συντήρηση των εκκλησιών στα κατεχόμενα μπορούν να εξευρεθούν από διάφορα διεθνή Ιδρύματα, φτάνει να αρθούν οι δυσκολίες που θέτει η τουρκική πλευρά. Αυτή τη στιγμή έχομε μνημεία που κινδυνεύουν με κατάρρευση όπως η μονή του Αγίου Γεωργίου Ρηγάτη, ο Προφήτης Ηλίας της Φιλιάς, ο Άγιος Νικόλαος Συριανοχωρίου κι άλλα.



Μια άλλη πτυχή του ενδιαφέροντος μας για τη διάσωση του εκκλησιαστικού μας πλούτου, ήταν η εξεύρεση εικόνων και κειμηλίων που είτε εξαφανίστηκαν κατά τη διάρκεια της εισβολής και κατοχής, είτε εκλάπησαν από αρχαιοκάπηλους. Το ενδιαφέρον αυτό για επανεύρεση των ιερών εικόνων και κειμηλίων μας, δεν εξαντλείται μόνο στα κατεχόμενα εδάφη αλλά επεκτείνεται σε όλη τη γη διότι θεωρούμε ότι είναι καθήκον κάθε Επισκόπου να φροντίζει όχι μόνο για τη σωτηρία των ανθρώπων, αλλά και των αγιασμένων αντικειμένων δια των οποίων ο άνθρωπος επικοινωνεί, και μέσω των αισθήσεων, με τον Θεό.

Στο πλαίσιο αυτό, αναφέρουμε τον επαναπατρισμό των έξι εικόνων που είχαν κλαπεί από αρχαιοκάπηλους στα κατεχόμενα και εντοπίστηκαν στον οίκο δημοπρασιών Sotheby’s στη Νέα Υόρκη. Μία από τις εικόνες προέρχεται από την Πλατανιστάσα, της Παναγίας Οδηγήτριας (13ος -14ος αι.), δύο από την Ιερά Μονή Παναγίας της Φορβιώτισσας (Ασίνου), Απόστολων Πέτρου και Παύλου (14ος αι.), δύο εικόνες Παναγίας Γλυκοφιλούσας (13ος αι.), και Αρχαγγέλου Γαβριήλ (16ος αι.) για τις οποίες συλλέγονται στοιχεία για να εντοπιστεί ο ναός προέλευσης τους, ενώ η έκτη εικόνα είχε κλαπεί από τον μεσαιωνικό ναό των Αγίων Ανδρονίκου και Αθανασίας στον Καλοπαναγιώτη.

Πρόκειται για την προσκυνηματική εικόνα των Αγίων (13ος αι.), η οποία βρέθηκε εβδομήντα χρόνια μετά την κλοπή της, το 1936.

Όταν πληροφορηθήκαμε, λοιπόν, ότι θα γινόταν αυτή η δημοπρασία πήγαμε στη Νέα Υόρκη και αποδείξαμε την κυριότητα των εικόνων μας, και επειδή οι άνθρωποι εκεί δεν ήθελαν να εμφανιστούν στην αμερικανική κοινή γνώμη ως κλεπταποδόχοι, ήλθαν σε διακανονισμό μαζί μας και μας τις παρέδωσαν. Έτσι, τις επαναφέραμε στον τόπο που ανήκουν μετά από τόσα χρόνια. Δείχνοντας σε όλους ότι η Κύπρος από το 1974 δεν αγωνιά μόνο για την τύχη των αγνοουμένων προσώπων της, αλλά και για την τύχη των αγνοουμένων εικόνων της. Οι οποίες απεικονίζουν πρόσωπα ζωντανών αγίων και για τούτο είναι ζώσες παρουσίες που δακρυρροούν, μυροβλύζουν και θαυματουργούν.

Αυτή τη χρονιά είχαμε δύο άλλες μεγάλες ευλογίες. Τον επαναπατρισμό του καλύμματος του ευαγγελίου του ναού του Αρχαγγέλου Μιχαήλ της Πάνω Ζώδιας και την επανάκτηση των κλαπέντων βημοθύρων της Εκκλησίας Παναγίας της Ποδίθου στη Γαλάτα.

Το επιχρυσωμένο κάλυμμα με τα περίτεχνα σκαλίσματα του 1891 του ιερού ευαγγελίου του Αρχαγγέλου Μιχαήλ της Ζώδιας είχε εντοπιστεί σε κατάλογο δημοπρασίας του οίκου Sotheby΄s και μετά από συντονισμένες προσπάθειες καταφέραμε να επαναπατριστεί μετά από 36 χρόνια.

Τα ανευρεθέντα προσφάτως δύο βημόθυρα της Εκκλησίας Παναγίας της Ποδίθου στη Γαλάτα, του 18ου αιώνος. Αποτελούν αντίγραφο των γνήσιων που χρονολογούνται από το 1502 που κτίστηκε η εκκλησία. Αυτά εκλάπησαν το 2003 και μετά από ανεπιτυχείς φαίνεται προσπάθειες να πωληθούν σε αρχαιοκάπηλους, με θαυμαστό τρόπο έφτασε η πληροφορία σε εμάς, όπου με συντονισμένες ενέργειες μεταξύ Μητροπόλεως και Αστυνομίας καταφέραμε να περιέλθουν και πάλι στην εκκλησία.

Ο επαναπατρισμός των έξι εικόνων, που έγινε το 2007, αλλά και των φετινών ιερών αντικειμένων είναι για μάς ένα πρόκριμα, μια απαρχή για να επαναπατριστούν και άλλες εικόνες που προέρχονται από την κατεχόμενη γη μας και σήμερα παζαρεύονται σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής.

Επίσης, έχω τη γνώμη, πως όσο περισσότερο ενδιαφερόμαστε για τα μνημεία που βρίσκονται στις ελεύθερες περιοχές, ο Θεός θα μας ανοίγει δρόμους για να εργαστούμε και στις κατεχόμενες περιοχές. Εάν επιδεικνύουμε αδιαφορία, ή ολιγωρία, ή μειωμένο ενδιαφέρον για τις εκκλησίες και τις εικόνες των ελευθέρων περιοχών, τότε κι ο Θεός δεν θα μας δώσει τη δυνατότητα επιδιόρθωσης και συντήρησης των κατεχομένων εκκλησιών μας.

Εάν έχει γίνει αυτό το μικρό θαύμα στις κατεχόμενες περιοχές της Μόρφου, είναι γιατί δώσαμε εξετάσεις προηγουμένως στις ελεύθερες περιοχές της μητροπόλεως μας. Συντηρήθηκαν μέχρι της ώρας πέραν των 2000 εικόνων και 78 εκκλησιών. Όταν λοιπόν οι Άγιοι έχουν την αγάπη μας, θα μας βοηθήσουν με χίλιους τρόπους και εκεί που δεν μπορούμε, που δεν έχουμε εξουσία, όπως είναι οι κατεχόμενες περιοχές μας.

Αν δεν το κάναμε αυτό δεν θα ήμασταν συνεπείς με τον λόγο που εκφωνήσαμε κατά την ενθρόνισή μας το 1998, όπου μεταξύ άλλων είπαμε: «Έχουμε ανάγκη από το σοφό βυζαντινολόγο, τον ειδικό αρχαιολόγο, τον προσεκτικό συντηρητή, το φιλόκαλο εκδότη, το γενναιόδωρο χορηγό, τον ταπεινό ιερέα που θα ιερουργεί αυτά τα μνημεία, τον κατανυκτικό ψάλτη που θα ισοκρατεί τον ήχο των εικονιζομένων Αγίων, τον πιστό που θα συμπροσεύχεται στο Νάρθηκα του Λαμπαδιστή «συν πάσι τοις αγίοις». Τώρα και όχι αύριο πρέπει να δώσουμε δείγματα ελληνικότητας και Ορθοδοξίας και αν δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα τέτοιο πολιτισμό όπως εκείνον των Ρωμιών προγόνων μας, τουλάχιστον να διαφυλάξουμε αυτόν που βρήκαμε. Αυτά τα μνημεία εκφράζουν ένα πολιτισμό ελληνικού κάλλους και μέτρου, που φωτίζεται όμως από το φως της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού. Μας υπενθυμίζουν και μας παρηγορούν ότι είμαστε τέκνα φωτόμορφα της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Τώρα, αγαπητοί μου, δίνουμε εξετάσεις στην αδέκαστη ιστορία αν είμαστε φορείς αυτού του πολιτισμού και αυτής της Πίστεως αν είμαστε άξιοι να λειτουργήσουμε ξανά τον Άγιο Μάμαντα στη Μόρφου, αν είμαστε άξιοι να συντηρήσουμε και να αναστηλώσουμε τη Βασιλική του Αγίου Αυξιβίου στους κατεχόμενους Σόλους, την πρώτη Επισκοπή της Θεοσώστου Επαρχίας μας. Και εν πάση περιπτώσει ’εάν οι άνθρωποι σιωπήσωσιν, οι λίθοι κεκράξονται».

Επομένως, το όραμα υπήρχε από τότε και το είχαμε συλλάβει αρχές Σεπτεμβρίου του 1998 παραμονές της χειροτονίας μας, όταν ακόμα ήμασταν στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου Μαυροβουνιώτη. Χαιρόμαστε δε που με τη βοήθεια του Θεού το υλοποιούμε σιγά σιγά και που υπάρχει ακόμα η διάθεση εκ μέρους μας. Διότι, εάν δεν υπάρχει διάθεση από τον Επίσκοπο, τους ιερείς και τον λαό, το Άγιο Πνεύμα δεν ανοίγει δρόμους ούτε προς τις ελεύθερες, ούτε προς τις κατεχόμενες περιοχές. Πολλές φορές η καρδία μας είναι κατεχόμενη. Δεν αρνούμαστε το σημαντικό ρόλο της πολιτικής και της διπλωματίας. Αλλά θα πρέπει να υπάρχει και η εσωτερική διάθεση, ο πόθος ο μεγάλος και η παρακλητική προσευχή προς τους αγίους μας, προς τον Άγιο Αυξίβιο, τον άγιο Μάμα, τον άγιο Γεώργιο τον Ρηγάτη να ανοίξουν τους δρόμους τόσο της ψυχής μας όσο και των κατεχομένων εδαφών μας.

Όταν υπάρχει τέτοια διάθεση και παράδοση του πόθου μας στο θέλημα του Θεού, ο Πλάστης μας εν καιρώ, όποτε κρίνει Αυτός, θα ανοίξει πόρτες και παράθυρα, δρόμους και χωριά.

Ο Θεός, όταν μας βλέπει καμιά φορά επίμονα να ζητούμε κάτι, μας δίδει ένα μικρό κομματάκι από αυτό που ζητούμε, για να κρίνει και να ζυγίσει, πόσο έχουμε αίσθηση της ευθύνης μας απέναντι στο θαύμα. Ένα μικρό θαύμα δημιουργεί μικρές ευθύνες, ένα μεγάλο θαύμα δημιουργεί μεγάλες ευθύνες. Τις μικρές μας ευθύνες τις αντιληφθήκαμε εισερχόμενοι στην κατεχόμενη γη με το άνοιγμα των οδοφραγμάτων, τις αναλάβαμε. Τώρα διαβλέπουμε ότι έρχεται η ώρα για τις μεγάλες ευθύνες!

Είδαμε την ορθόδοξη μας ευθύνη απέναντι σ’ ένα πολιτισμό ο οποίος είναι ελληνικός, αλλά και την ευθύνη απέναντι στις άλλες κοινότητες που ζουν στο νησί. Τώρα που άνοιξαν τα οδοφράγματα της ψυχής μας και βλέπουμε κάποια πράγματα καταλάβαμε τον λόγο του Κυρίου που λέει: «και άλλα πρόβατα έχω, α ουκ έστιν εκ της αυλής ταύτης…». Ξέρομε ότι η πνευματική πατρότητα ενός ορθοδόξου επισκόπου δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στους Έλληνες, άλλα να απλώνεται παντού, σε όλους τους μόνιμους κατοίκους του τόπου αυτού και σε όσους θέλουν ν’ ακούσουν τον ήχο της χριστιανικής ψυχής. Άρα, το τι κάμνουμε σήμερα αφορά και δημιουργεί συνθήκες μελλοντικές.

Άρα, έχουμε ευθύνη, απέναντι στο ιστορικό παρελθόν, απέναντι στο τραγικό παρόν της λεηλασίας και της καταστροφής και απέναντι στο προσδοκώμενο μέλλον που έρχεται για το οποίο προσευχόμαστε να είναι πολύ καλύτερο από αυτό που έχουμε σήμερα.

Όλα αυτά, δεν λέγονται για να δημιουργήσουμε κρίσεις συνειδήσεως στους άλλους, αλλά εσωτερικές κρίσεις στη δική μας στενόθωρη συνείδηση, ώστε να γίνουν οι διεργασίες των ανοιγμάτων με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος και η αίσθηση της πατρότητας να αγκαλιάσει όλους τους ανθρώπους.

Εν κατακλείδι θα ήθελα να πω τα εξής. Ο αυτοεγκλεισμός της Εκκλησίας μας κατά το παρελθόν στα στενά πλαίσια μιας εθνοκεντρικής ιδεολογίας, είχε ως αποτέλεσμα να αφήσει να περάσουν ανεκμετάλλευτες δύο μεγάλες ευκαιρίες που της πρόσφερε η ιστορία: από τη μια να γίνει ο καταλύτης στην επαφή της κοινωνίας μας με την Δύση• να φιλτράρει δηλαδή μέσα από θεολογικό λόγο τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη, ώστε αυτή η συνάντηση να γινόταν δημιουργικά• από την άλλη, απέτυχε να αξιοποιήσει την ευκαιρία που της δόθηκε από την ιστορία για μια ειρηνική, έμπρακτη συμβίωση με ανθρώπους μιας άλλης θρησκείας, τους Μουσουλμάνους της Κύπρου. Οι οποίοι, σημειωτέον, σε πολλές περιπτώσεις ήσαν εξ ανάγκης Μουσουλμάνοι και όχι εκ πεποιθήσεως.



Εκτός λοιπόν από την καλλιέργεια ενός κλίματος καταλλαγής και ανεκτικότητας, μέλημα της Εκκλησίας στα χρόνια που έρχονται πρέπει να είναι και η καλλιέργεια της πολιτισμικής μας ταυτότητας, η οποία όπως είπαμε, όταν είναι υγιής όχι μόνο δεν εμποδίζει αλλά ενισχύει τη συνύπαρξη. Μόνον άνθρωποι που ξέρουν ποιοι είναι, που δεν νοιώθουν ανασφάλειες για την ταυτότητα τους μπορούν να συνυπάρξουν ισότιμα με ανθρώπους άλλων πολιτισμών. Έτσι στα επόμενα χρόνια κάθε επίσκοπος, πέρα από το αγιαστικό του έργο, θα πρέπει να είναι και ένα είδος υπουργού πολιτισμού. Πρέπει να καλλιεργήσουμε στα παιδιά μας την ελληνική γλώσσα, την αίσθηση του κάλλους και του μυστηρίου, την γνώση και τη βίωση της πλούσιας πολιτισμικής μας παράδοσης.

Ο Θεός μου έδωσε τη χάρη να είμαι Επίσκοπος μιας ημικατεχόμενης Μητρόπολης, η οποία θα κληθεί να ζήσει τη συνύπαρξη τα επόμενα χρόνια. Αυτό που θέλω και επιθυμώ, είναι οι κάτοικοι της νήσου μας, να ζήσουν την πραγματικότητα αυτού του τόπου: τους τόπους, τα πράγματα και τα πρόσωπα της Κύπρου. Γι' αυτό και το μέλλον εξαρτάται από όλους, αλλά και από τον καθένα από εμάς προσωπικά.

-------------------------------

*Πρόλογος στο βιβλίο: Μόρφου, Η σύληση και η καταστροφή της πανάρχαιας κληρονομιάς, επιμέλεια: Δρ. Χριστόδουλος Α. Χατζηχριστοδούλου, Διομήδης Μ. Μυριανθεύς, Μιχάλης Γεωργιάδης, εκδ. Δήμος Μόρφου, Προσφυγιά, Λευκωσία 2011

Πηγή: http://synodoiporia.blogspot.gr

Ο εγωισμός της δικαιολογίας


Πρωτ. Γεωργίου Δορμπαράκη

Είναι πολύ γνωστό από την πατερική παράδοση ότι ο εγωισμός συνιστά την ουσία της αμαρτίας. Κάθε πάθος και κακία, μάλιστα δε τα τρία βασικά πάθη της ψυχής, από τα οποία πηγάζουν και όλα
τα άλλα, η φιληδονία, η φιλοδοξία και η φιλαργυρία, στο έσχατο βάθος τους συναντούν τον εγωισμό ή αλλιώς τη φιλαυτία. Ο εγωισμός αποτελεί δηλαδή την πηγή κάθε κακού.
Βασικό σύμπτωμα του εγωισμού είναι η δικαιολογία: η προσπάθεια να δικαιώνουμε τον εαυτό μας, ειδικά στις περιπτώσεις που μας κατηγορούν ή που νιώθουμε ένοχοι για κάτι. Και τούτο γιατί έχουμε συνήθως μια ορισμένη εκτίμηση για τον εαυτό μας - μικρή ή μεγάλη, ανάλογα με το είδωλο που έχουμε κτίσει για τον εαυτό μας – που βλέπουμε ότι εξαιτίας κάποιας ενέργειας ή εν γένει της στάσης μας κινδυνεύει να χαθεί. Έτσι η δικαιολογία είναι η προσπάθεια, θα λέγαμε, να μη κλυδωνιστεί ή θρυμματιστεί αυτό το αυτοείδωλο. Είναι ο αγώνας να κρατήσουμε τον εγωισμό μας.
Η προσπάθεια αυτή φαίνεται να είναι συνέχεια της προσπάθειας των προπατόρων μας να μη δεχθούν την αμαρτία τους. Κι εκείνοι, όπως κάνουμε κι εμείς, θέλησαν να δικαιολογηθούν για την ανυπακοή τους. Δεν πήραν το σφάλμα επάνω τους, γι᾽ αυτό και ο καθένας έριχνε το βάρος στον άλλο και κατ᾽ επέκταση στον Θεό. Η έλλειψη αυτή αυτομεμψίας τους ήταν μάλιστα χειρότερη και από την ίδια την ανυπακοή τους. Αυτή τους οδήγησε και στην έξωσή τους από τον Παράδεισο.
Από την άποψη αυτή η δικαιολογία οδηγεί τον άνθρωπο σε απώλεια. Μπορεί να νομίζει κανείς ότι δι᾽ αυτής αποκαθιστά τα πράγματα, στην πραγματικότητα όμως τα καταστρέφει όλα: χάνει την ειρήνη του με τον Θεό, θέτει φράγμα στην επικοινωνία με το συνάνθρωπο, ο ίδιος νιώθει ταραγμένος. Κι είναι επόμενο, αφού η κατάσταση αυτή, καθώς είπαμε, είναι αγώνας για δικαίωση της αμαρτίας και της ειδωλολατρείας. Αλλά ο Χριστός ήλθε να γκρεμίσει όλα τα είδωλα, και πρώτα από όλα το είδωλο του εαυτού μας. Ήλθε να μας ενώσει όλους στη συναίσθηση της αμαρτίας μας, δεδομένου ότι δεν υπάρχει αναμάρτητος επί γης, που σημαίνει: Χριστός και δικαιολογία ως έκφραση αμαρτίας δεν συμβιβάζονται.
Θα πει κανείς: αυτό ισχύει, όταν πράγματι είμαι ένοχος και δεν θέλω να αναγνωρίσω το σφάλμα μου. Όταν όμως δεν φταίω; Δεν χρειάζεται τότε να δικαιολογηθώ; Αν αφήσει κανείς ένα πολύ μικρό ποσοστό για μια τέτοια περίπτωση – και σ᾽ αυτήν όμως χρειάζεται η δικαιολογία να γίνει με πολλή ταπείνωση και χωρίς επιμονή κι αφού ζητηθεί κάτι τέτοιο – η απάντηση είναι κι εδώ αρνητική. Διότι πέρα από το γεγονός ότι μπορεί να έχουμε φταίξει χωρίς να το αντιληφθούμε, όμως είμαστε ένοχοι γενικά ως άνθρωποι κι εμείς αμαρτωλοί, που με τις αμαρτίες μας επιδρούμε και στον υπόλοιπο κόσμο, έστω κι αν δεν το βλέπουμε αισθητά. Είναι δηλαδή βασική διδασκαλία της Εκκλησίας μας ότι ο κάθε άνθρωπος δεν είναι και δεν λειτουργεί ως άτομο, ξεκομμένος από τον υπόλοιπο κόσμο. Όλη η δημιουργία, έλλογη και άλογη, είναι ενοποιημένη, ως δημιούργημα του ενός Τριαδικού Θεού, και κρατείται στην ύπαρξη και οδηγείται στον τελικό της προορισμό από τις άκτιστες ενέργειες του Θεού. Έτσι όλοι είμαστε υπεύθυνοι για όλους και για όλα και όχι μόνο για τον εαυτό μας. Η εκκλησιολογική θεμελίωση της αλήθειας αυτής βρίσκεται μεταξύ των άλλων στην εικόνα της Εκκλησίας ως σώματος, όπου ο καθένας είναι μέλος αυτού του σώματος. Και Εκκλησία στη γενική της έννοια είναι ο κόσμος όλος. Συνεπώς σε κάθε περίπτωση είμαστε κι εμείς ένοχοι, έστω κι αν δεν νιώθουμε κάτι τέτοιο. Οπότε το να μεμφθεί και να μέμφεται κανείς τον εαυτό του για όλα είναι η πιο αληθινή και φυσιολογική γι᾽ αυτόν οδός.
Η ασκητική μας παράδοση έχει διασώσει πολλά λόγια και περιστατικά από τη ζωή των αγίων, που πείθουν για το θέμα αυτό. Ο άγιος Αντώνιος για παράδειγμα, όταν ρωτήθηκε για το ποιο είναι το μεγαλύτερο έργο που έχει να κάνει κανείς απάντησε: Αυτή είναι η πιο μεγάλη εργασία του ανθρώπου: να παίρνει επάνω του το σφάλμα του και να περιμένει πειρασμό μέχρι την τελευταία του πνοή.
Ο άγιος Μωυσής ο αιθίοπας, όταν μπαίνοντας κάποτε ως ιερέας που ήταν στο άγιο Βήμα αντιμετώπισε την περιφρόνηση των άλλων, δεν ταράχτηκε ούτε κατηγόρησε. Μέμφθηκε όμως τον εαυτό του λέγοντας: Καλά σου λένε, αράπη. Αφού δεν είσαι άνθρωπος, τι θέλεις μαζί με τους ανθρώπους;
Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος μας διασώζει στο ομώνυμό του έργο για κάποιο γέροντα, που έλεγξε ένα νεαρό μοναχό για τον εγωισμό του. Κι όταν εκείνος άρχισε να δικαιολογείται ότι δεν είναι εγωιστής, του είπε: Και ποια μεγαλύτερη απόδειξη του εγωισμού σου θα μου έδινες, παιδί μου, από το ότι λες ότι δεν είσαι εγωιστής;
Ο όσιος Ποιμήν συνήθιζε να λέγει συχνά ότι ο αυτομεμφόμενος βρίσκει σε όλα ανάπαυση, ενώ ο αββάς του όρους της Νιτρίας, καθώς μας λέει επίσης το Γεροντικό, όταν ρωτήθηκε, ῾τι βρήκες περισσότερο σ᾽ αυτόν τον τρόπο ζωής, πάτερ;᾽αποκρίθηκε, ῾Βρήκα το να κατηγορώ και να μέμφομαι τον εαυτό μου πάντοτε᾽, οπότε αυτός που ρώτησε πρόσθεσε, ῾άλλος δρόμος από αυτόν δεν υπάρχει᾽.
Ας μνημονεύσουμε τέλος περιληπτικά κι ένα συγκλονιστικό περιστατικό που μας αναφέρει ο αββάς Ζωσιμάς. Πρόκειται για έναν γέροντα, ο οποίος διατηρούσε στο μοναστήρι που βρισκόταν μια πολύ καλή φιλία μ᾽ έναν διάκονο. Ξαφνικά εκείνος, χωρίς λόγο, άρχισε να ψυχραίνεται μαζί του. Κι όταν τον ρώτησε τι συμβαίνει, ο διάκονος τον κατηγόρησε για κάτι. Εκείνος ψάχνοντας μέσα του διαπίστωσε ότι δεν είχε κάνει ή πει τίποτε, πράγμα που το διαβεβαίωσε στον διάκονο, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Τελικά, μετά κι από άλλες τέτοιες προσπάθειες δικαιολογίας, φωτίστηκε από τον Θεό κι άρχισε να μέμφεται τον εαυτό του λέγοντας ότι κι αν ακόμη δεν νιώθει ένοχος, όμως είναι ένοχος, γιατί μπορεί να έφταιξε χωρίς να το καταλάβει. Μετανιωμένος λοιπόν και νιώθοντας ευγνωμοσύνη για τον διάκονο, που γινόταν αφορμή να δει αθέατες πλευρές του χαρακτήρα του, τον επισκέφτηκε για να του ζητήσει συγγνώμη. Μα η αυτομεμψία του αυτή ήταν κι η αρχή της λύσης της παρεξήγησης. Γιατί πριν προλάβει να πει οτιδήποτε, ο διάκονος πρόσπεσε στα πόδια του λέγοντας ότι ο Θεός τον πληροφόρησε ότι εκείνος δεν φταίει για τίποτε.
Η αυτομεμψία λοιπόν και η αποφυγή της δικαιολογίας είναι η οδός της αγιότητας. Αυτή ειρηνεύει τον άνθρωπο και ανοίγει τον δρόμο για την εύρεση του Θεού και του συνανθρώπου. Η αυτομεμψία, θα μπορούσαμε να πούμε, είναι η οδός της συμμετοχής μας στον Σταυρό του Χριστού. Καθώς Εκείνος μας έσωσε ῾αίρων την αμαρτίαν του κόσμου᾽, έτσι κι εμείς σωζόμαστε και βοηθάμε στη σωτηρία και των άλλων, αίροντας τη δική μας την αμαρτία και σ᾽ ένα ποσοστό και των άλλων, με τη δύναμη βεβαίως του Σταυρωθέντος Κυρίου μας και ικανούμενοι από Αυτόν.
pgdorbas.blogspot.gr/

Πηγή: http://synodoiporia.blogspot.gr

Θαύματα Αγίου Μαξίμου του Γραικού


Ο άγιος Μάξιμος, όταν κοιμήθηκε, ενταφιάσθηκε στην βορειοδυτική γωνία του ιερού ναού του Αγίου Πνεύματος, τον οποίο «ανήγειρε ο τσάρος Ιβάν Δ΄ Βασίλιεβιτς εις ανάμνησιν της καταλήψεως του Καζάν»[1] μέσα στην Λαύρα του Αγίου Σεργίου.
Μετά τον θάνατο του αγίου Μαξίμου πολλοί έδειξαν τον σεβασμό τους στο ιερό λείψανό του. Όπως αφηγείται παλαιός χρονογράφος τον ονόμαζαν μεγάλο δάσκαλο και προφήτη. Ο λαός της Ρωσίας τον θεώρησε «νέο ομολογητή και μάρτυρα της αληθείας» και τον τίμησε ως άγιο, περιφρονώντας τις καταδίκες των Συνόδων 1525 και 1531. Ο μητροπολίτης Μόσχας Πλάτων τιμώντας τον άγιο Μάξιμο γράφει ότι «στά βαθιά γεράματα πέθανε και ενταφιάστηκε με πολλή ευσέβεια και θεωρείται μεγάλη εκκλησιαστική προσωπικότητα, η οποία δοξάστηκε με αγιότητα»[2]. Κατασκεύασε λάρνακα και κουβούκλιο, ενώ το 1833 ο τοποτηρητής της Λαύρας του Αγίου Σεργίου αρχιμανδρίτης Αντώνιος ίδρυσε πάνω στον τάφο του παρεκκλήσιο[3].

Από τα μέσα του 16ου αιώνα άρχισαν να γράφονται σύντομοι Βίοι του οσίου Μαξίμου του Γραικού. Με την συγκέντρωση πληροφοριών για την ζωή του διαμορφώθηκαν δύο κατηγορίες Διηγήσεων, σύντομες και λεπτομερείς. Την ίδια εποχή εμφανίζονται οι διάφορες διηγήσεις των θαυμάτων του, αρχίζει η κατασκευή εικόνων και η σύνταξη τροπαρίων και ύμνων, οι οποίοι εξυμνούν τις αρετές του τονίζοντας την άφιξή του στην Ρωσία από την Ελλάδα, «εξ ανατολών εις τον βορράν»[4], για να καταυγάσει την ομίχλη και να φωτίσει το πυκνό σκοτάδι.

Στις πρώτες εικόνες (16ος-17ος αιώνας) αγιογραφείται ως σοφός, αργότερα (17ος-18ος αιώνας) με φωτοστέφανο ως «άγιος Πατέρας» των Ρώσων. Παριστάνεται με μεγάλα γένια, ασπρομάλλης, κρατώντας ή βιβλίο ή ειλητάριο με γραμμένη την φράση, «Πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστιν»[5], η οποία «ερμηνεύτηκε ως αιχμή κατά της τυπολατρίας του κλήρου και της συγκέντρωσης μεγάλης περιουσίας των μοναστηριών, αλλά και κατά της κακοδιοικήσεως του ηγεμόνα της Ρωσίας»[6].

Το 1564, λίγα χρόνια μετά τον θάνατό του, ο άγιος απεικονίζεται στους τοίχους του πρόναου του Ναού του Μπλαγοβένσκι του Κρεμλίνου της Μόσχας ανάμεσα σε φιλοσόφους της αρχαίας Ελλάδας. Αυτή η τιμή δεν έγινε ποτέ στην ιστορία των Ρώσων, ούτε πριν ούτε μετά από τον Μάξιμο μέχρι σήμερα[7].

Ο άγιος, μετά την κοίμησή του, εμφανίζεται στον ύπνο αγαπητών του προσώπων, τα οποία δεν πρόλαβαν να πάρουν την ευλογία του πριν κοιμηθεί, ή τους αναγγέλλει ότι βρίσκεται στην βασιλεία του Θεού. Σε άλλους προαναγγέλλει την αποδημία τους από τον κόσμο, όπως στον μοναχό Νικόδημο.

Μερικοί προσκυνητές του τάφου του αφηγήθηκαν την θαυματουργική διάσωσή τους από εχθρούς, οι οποίοι τους επιτέθηκαν. «Στον δρόμο μας επιτέθηκαν οι Τούρκοι στρατιώτες και ήθελαν να μας κτυπήσουν. Καλέσαμε σε βοήθεια τον Θεό και τους οσίους πατέρες Σέργιο, Νίκωνα και αυτόν τον νεώτερο όσιο πατέρα μας Μάξιμο Γραικό. Και ξαφνικά διώχθηκαν οι εχθροί μας». Περιγράφουν τον άγιο Μάξιμο ότι «ήταν μεγάλης ηλικίας, με μεγάλη στρογγυλή γενειάδα».

Αναφέρονται πολλές θαυματουργικές ιάσεις προσώπων, τα οποία έπασχαν από διάφορες ασθένειες. Ο άρχοντας Αλέξιος Ιβάνοφ Βοροντίσκι, που ήταν πολύ άρρωστος, δεκαέξι χρόνια μετά την κοίμηση του αγίου Μαξίμου θεραπεύτηκε με τις ευχές του, τρώγοντας τα κόλλυβα μετά την τέλεση της μνήμης του αγίου.

Το 1561 επί πατριάρχου Νίκωνος κάποιος ήλθε να εκπληρώσει ένα τάμα στην Λαύρα του Αγίου Σεργίου. Μετά την παράκληση που έψαλε στο παρεκκλήσι κουρασμένος κάθησε πάνω στην πλάκα ενός τάφου. Ξαφνικά κάποια δύναμη τον έρριξε κάτω και κτύπησε πάρα πολύ. Αφού με δυσκολία πλησίασε, ρωτούσε τους ανθρώπους σε ποιόν ανήκε ο τάφος. Του απάντησαν: «Του μοναχού Μαξίμου του Γραικού». Τότε ζήτησε συγχώρηση από τον άγιο, έκανε παννυχίδα προς αυτόν και έγινε τελείως καλά.

Ο διακονητής Ιωάννης δεν πίστεψε στο θαύμα και με υπερηφάνεια κάθησε πάνω στον τάφο. Τρεις φορές έπεσε κάτω και τραυματίστηκε πολύ σοβαρά στο πρόσωπο. Συναισθάνθηκε το σφάλμα του και παρακάλεσε τον Κύριο στρεφόμενος στην εικόνα του να τον συγχωρήσει. Κοιμήθηκε και είδε κάποιον άγνωστο μοναχό να προσεύχεται προς τον Χριστό. Τον ρώτησε ποιός είναι, και του απάντησε: «Εγώ είμαι ο Μάξιμος ο Γραικός». Τότε ο Ιωάννης του ζήτησε συγχώρηση. Ο άγιος Μάξιμος του είπε με οργή: «Γιατί με ατιμάζεις; Ακουσες ότι την ίδια ημέρα κτύπησε ο άνθρωπος που κάθησε πάνω στον τάφο μου. Ιδού, για την απιστία σου τιμωρήθηκες όπως έπρεπε».

Το 1574 ο άγιος Μάξιμος εμφανίστηκε σε όραμα στον ιερέα Θεόδωρο και τον θεράπευσε από θανάσιμη ασθένεια ευλογώντας με τον Τίμιο Σταυρό. Την ίδια χρονολογία θεράπευσε τον Ιβάν Μιχαήλοφ Καλίτιν, ο οποίος πονούσε στο αριστερό του μάτι επί 7 χρόνια και 2 μήνες. Συγχρόνως θεράπευσε και την απιστία του προς το πρόσωπό του.

Ο χωρικός Βασίλειος Μιχαήλοφ από το χωριό Σέρτσιν τραυματίστηκε σοβαρά από το αφηνιασμένο άλογό του, ενώ έκανε εργασίες. Μεταφέρθηκε μισοπεθαμένος στο σπίτι του. Ακουσε για τον θαυματουργό άγιο Μάξιμο και παρακάλεσε να τον μεταφέρουν στον τάφο του. Εκεί έγινε καλά και επέστρεψε στο σπίτι του χαρούμενος δοξάζοντας τον Θεό.

Το 1581 ο ευγενής Μιχαήλ Ιβάνοφ Σούστοφ, από το χωριό Νταμασκόφ της πόλης Γιαροσλάβ, θεραπεύθηκε από φοβερό πονόδοντο, όταν πήγε να προσκυνήσει τον τάφο του αγίου Μαξίμου.

Το 1584 ο άγιος Μάξιμος θεράπευσε από δαιμόνιο τον Βασίλειο Ιβάνοφ Ζαμόσιν από το χωριό Γκολοβίν που υπέφερε επί δύο χρόνια. Ο ίδιος διηγήθηκε την εμφάνιση του οσίου. «Ήρθε ένας άνδρας με ωραίο πρόσωπο, μεγάλης ηλικίας, με στρογγύλα μεγάλα γένια και έβγαλε τον δαίμονα από μένα και άρχισε να τον κτυπά πολύ με σιδερένια βέργα και του είπε: “Γιατί παιδεύεις τον δούλο του Θεού; Από δώ και πέρα να μην τον αγγίξεις”«.

Ανάμεσα στα θαύματα του αγίου αναφέρονται θεραπείες ανθρώπων από δάγκωμα φιδιού ή από φοβερούς πονοκεφάλους, θεραπείες παραλύτων, τυφλών, κωφών, λεπρών, κωφαλάλων εκ γενετής, γυναικών που έπασχαν από ατεκνία, δαιμονισμένων, αλκοολικών, και πολλών που έπασχαν σε διάφορα μέρη του σώματος.

Το 1593 εμφανίσθηκε στον ύπνο του τσάρου Θεόδωρου Ιβάνοβιτς, που ξεκουραζόταν στην σκηνή του κατά τον πόλεμο με τους Γερμανούς, και τον προειδοποίησε να την εγκαταλείψει, γιατί κινδύνευε η ζωή του. Πράγματι ένα βλήμα πέτυχε το κρεβάτι του, όταν έφυγε μακριά από αυτό. Ο τσάρος από ευγνωμοσύνη φιλοτέχνησε την εικόνα του αγίου, την διακόσμησε με χρυσάφι, ασήμι και πολύτιμες πέτρες και την μετεφέρε στον καθεδρικό ναό της Κοιμήσεως της Παναγίας. Όταν έγινε η Θεία Λειτουργία και ο Αγιασμός, πέντε άτομα, τυφλοί, κουτσοί και λεπροί, που προσκύνησαν την εικόνα, έγιναν καλά[8].



Κατάταξη του Αγίου Μαξίμου στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως κατέταξε στο Αγιολόγιό της τον άγιο Μάξιμο το 1988. Το ίδιο έτος το Πατριαρχείο της Ρωσίας, κατά τον εορτασμό της Χιλιετίας του εκχριστιανισμού της Ρωσίας, τον αναγνώρισε επίσημα και τον κατέταξε στην χορεία των αγίων της. Η Εκκλησία της Ρωσίας με απόφαση της Συνόδου του 1988 κατέταξε εννέα αγίους στο Αγιολόγιό της μεταξύ των οποίων και τον άγιο Μάξιμο[9].

Στην Ελλάδα αναγνωρίστηκε από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας ο άγιος Μάξιμος το 1988, πριν γίνει η επίσημη αναγνώρισή του από την Εκκλησία της Ρωσίας. Πρέπει να αναφερθεί ότι αυτή έγινε χάρις στις «ευλαβείς και αξιεπαίνους πρωτοβουλίας» του Κωνσταν τίνου Τσιλιγιάννη, δικηγόρου και ιστορικού συγγραφέα[10].

Η πρώτη προσπάθεια ανακομιδής των λειψάνων του αγίου Μαξίμου έγινε το 1591 επί πατριαρχείας Ιώβ. Ο άγιος Ιώβ αναγ κάστηκε να προβεί σε αυτήν την ενέργεια μετά από τα πολλά θαύματα που συνέβαιναν στον τάφο του αγίου. Παρόλο όμως που ανοίχτηκε ο τάφος και ευωδίασε ο τόπος από το λείψανο του αγίου και αφού ο άγιος Μάξιμος θεράπευσε έναν παραλυτικό και έναν τυφλό, σε αποκάλυψη που έκανε στον παρόντα μητροπολίτη Ιωσήφ δεν επέτρεψε να γίνει η ανακομιδή, και τα λείψανα παρέμειναν στον τάφο[11]. Τελικά η ανακομιδή των λειψάνων του έγινε ύστερα από 405 χρόνια, στις 21 Ιουνίου του 1996 (π.ημ.). Ο αρχαιολόγος Σέργιος Μπελιάεφ, υπεύθυνος της ομάδας για την ανακομιδή των λειψάνων του αγίου Μαξίμου, αναφέρει ότι μόλις εμφανίστηκε η κάρα του οσίου γέμιζε ο τόπος με άρρητη ευωδία που έγινε αισθητή απ’ όλους τους παρόντες και διήρκεσε για αρκετές ημέρες[12].

Η παράδοση μέρους των λειψάνων του για την Μονή της μετανοίας του, την Μονή Βατοπαιδίου, έγινε στις 8 Ιουλίου του 1997 (π.ημ.) στον ιερό ναό της Παναγίας του Καζάν από τον πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών κ.κ. Αλέξιο στον καθηγούμενο της Μονής αρχιμανδρίτη Εφραίμ. Οι εορτασμοί μετακομιδής του λειψάνου του αγίου Μαξίμου στην Μονή Βατοπαιδίου έγιναν στις 14 Ιουλίου του 1997 (π.ημ.). Τον Μάιο του 2006 άρχισαν οι εργασίες για την ανέγερση μεγαλοπρεπούς ιερού ναού προς τιμήν του στην γενέτειρα του αγίου, στην Αρτα.

Η πνευματική τροφός του αγίου Μαξίμου, η Μονή του Βατοπαιδίου, θεωρεί τον Μάξιμο ως ένα από τα πιο περιφανή και αγαπητά τέκνα της, γι’ αυτό και καθιέρωσε παρεκκλήσιο εντός της Μονής στο όνομά του[13]. Επίσης τον μνημονεύει και ζητά την πρεσβεία του στην Απόλυση κάθε Ακολουθίας[14].

Πανηγυρικές Ακολουθίες στον άγιο Μάξιμο συνέταξαν ο αρχιμανδρίτης Φιλάρετος Βιτάλης και οι μακαριστοί γέροντες Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός και ο Γεράσιμος ο Μικραγιαννανίτης.

Ο άγιος Μάξιμος υπήρξε τέλειος μιμητής του Χριστού, φίλος και αδελφός Του[15], ακολούθησε τα ίχνη του Χριστού[16], έζησε την εσταυρωμένη ζωή, βάσταζε τα στίγματα του Χριστού στο σώμα του[17]. Η θεία Πρόνοια ευδόκησε να δεχθεί ο Μάξιμος υπερφυσικούς πειρασμούς, και ίσως πολλοί να διερωτώνται, γιατί ο Θεός επέτρεψε τέτοιου είδους θλίψεις. Ο μακαριστός Γέρον τας Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός ομιλεί με πολλή διάκριση για τα είδη των πειρασμών: «Αλλοι είναι οι πειρασμοί των αγωνιστών, για να προσθέσουν κέρδος και πρόοδο στον αγώνα τους· άλλοι είναι οι πειρασμοί των ραθύμων και απροθύμων, για να προφυλάσσον ται από τα βλαβερά και επικίνδυνα· άλλοι είναι οι πειρασμοί αυτών που νυστάζουν και κοιμούνται, για να τους ξυπνήσουν. Διαφορετικοί είναι οι πειρασμοί αυτών που απομακρύνονται και πλανώνται, για να πλησιάσουν κοντά στον Θεό· διαφορετικοί τέλος είναι οι πειρασμοί των δικαίων και φίλων του Θεού, για να κληρονομήσουν την επαγγελία. Υπάρχουν και πειρασμοί των τελείων, που επιτρέπει ο Θεός, για να τους προβάλλει στην Εκκλησία ως στήριγμα των πιστών και ως παράδειγμα προς μίμηση. Υπάρχει και άλλο είδος πειρασμών των τελείων, όπως του Κυρίου και των αποστόλων, που πλήρωσαν τον νόμο της (επι)κοινωνίας με τον κόσμο σηκώνοντας τους δικούς μας πειρασμούς»[18]. Αυτό το τελευταίο είδος των πειρασμών των τελείων ήταν ετοιμασμένο από την θεία Πρόνοια για να υπομείνει και ο άγιος Μάξιμος και με την Χάρη του Χριστού αναδείχθηκε νικητής.

Ταπείνωσε, κένωσε τον εαυτό του, και γι’ αυτό και δοξάσθηκε μετά θάνατον με την άκτιστη άφθαρτη δόξα του Θεού. Αφησε ένα υπόδειγμα βίου, πολύ υψηλό και ανέφικτο προς μίμηση, που μαρτυρεί ότι «Ιησούς Χριστός, χθές και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας»[19]. Ήταν ο σοφός, ο λόγιος, ο επιστήμονας της εποχής του, αλλά και ο φίλος του Νυμφίου Χριστού, ο αληθινός μοναχός, ο χαρισματικός ποιμένας, που αγάπησε τον άνθρωπο και έδωσε όλο το είναι του στην ανιδιοτελή και υψηλή αυτή διακονία του.

Πηγή: Άπαντα Αγίου Μαξίμου Γραικού, Αγίου Μαξίμου Γραικού Λόγοι, Τόμος Α΄, Μετάφραση: Μάξιμος Τσυμπένκο – Τιμόθεος Γκίμον, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2011.

——————————————————————————–

[1]. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, ό.π., σ. 508.

[2]. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, Περί τού τάφου τού αγίου Μαξίμου τού Γραικού, Άγιον Όρος 1994, σσ. 11-12.

[3]. Λεπτομέρειες γιά τίς ανασκαφές μέ σκοπό τήν ανεύρεση τού τάφου τού αγίου Μαξίμου βλ. στό Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, Περί τού τάφου τού αγίου Μαξίμου τού Γραικού, Άγιον Όρος 1994.

[4]. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, ό.π., σ. 508.

[5]. Ιακ. 2,20.

[6]. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, ό.π., σ. 13.

[7]. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, ό.π., σ. 13.

[8]. Τά παραπάνω θαύματα έχουν ληφθεί από τήν Συλλογή τού Β. Μ. Ουντόλσκι, Rossijskaja Gosudarstvennaja Biblioteka (Κρατική Ρωσική Βιβλιοθήκη), τμ. 310, κώδ. 338 (18ος αι.), φ. 83 κ.ε.

[9]. Βλ. Ειρήνης Κασάπη, Οι ανακηρύξεις αγίων στήν Ρωσική Εκκλησία, Αθήνα 2009, σσ. 59-66. Πρβλ. Παντελή Πάσχου, Άγιοι, οι φίλοι τού Θεού, εκδ. Αρμός, Αθήνα χ.χρ., σ. 137.

[10]. Βλ. Αρχιμ. Γεωργίου Χρυσοστόμου, «Η αναγνώριση τού Μαξίμου τού Γραικού ως Αγίου καί ο καθορισμός κοινής εκκλησιαστικής πράξης αναγνώρισης Αγίων από τήν Ορθόδοξη Εκκλησία», Σκουφάς, τόμ. 8, τχ. 72-73, Αρτα 1989, σσ. 8-9. Ο οικουμενικός πατριάρχης εξέφρασε μέ γράμμα του «τήν ευαρέσκειαν τής Μητρός Εκκλησίας» αναγνωρίζοντας τίς ανωτέρω πρωτοβουλίες τού κ. Τσιλιγιάννη. Βλ. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, ό.π., σ. 17.

[11]. Βλ. Sergej Belokurov, O biblioteke moskovskikh gosudarej v XVI stoletii (Η βιβλιοθήκη τών ηγεμόνων τής Μόσχας κατά τόν 16ον αιώνα), Παράρτημα, σσ. LΧΧΧ-LXXXII, Μόσχα 1898.

[12]. Ο Μπελιάεφ ήταν υπεύθυνος γιά ανακομιδές λειψάνων τριάντα αγίων, πού έγιναν στήν Ρωσία τά τελευταία χρόνια. Η μαρτυρία του γιά τήν ευωδία τού λειψάνου τού αγίου Μαξίμου είναι πολύ σημαντική. Βλ. Sergej Beljaev, Otchet o obretenii svjatyh moschej prepodobnogo Maxima Greka (Έκθεση γιά τήν ανακομιδή τών ιερών λειψάνων τού οσίου Μαξίμου Γραικού), εκδ. Axion Estin, Αγία Πετρούπολη 2007, σ. 29 (ψηφιακή έκδοση).

[13]. Τό παρεκκλήσιο τού Αγίου Μαξίμου έγινε τό 1998 στήν βορειοανατολική πλευρά τής Μονής, στό λεγόμενο Νοσοκομείο, ακριβώς κάτω από τό παρεκκλήσιο τού Αγίου Παντελεήμονος. Βλ. Πρακτικό ΙΗ΄ 18-9/1-10-1998 τής Ιεράς Συνάξεως τής Μονής.

[14]. Αυτό έγινε μέ απόφαση τής Γεροντίας τής Μονής τό 1997.

[15]. Βλ. Ιω. 15,14 καί Ματθ. 28,10.

[16]. Βλ. Α΄ Πέτρ. 2,21.

[17]. Βλ. Γαλ. 6,17.

[18]. Γέροντος Ιωσηφ Βατοπαιδινού, Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, έκδ. Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 82008, σσ. 194-195.

[19]. Εβρ. 13,8.

Πηγή: http://www.pemptousia.gr

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

Η ακολουθία της Ὑπαπαντὴς τοῦ Κυρίου, καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.



Τῌ Β' ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΜΗΝΟΣ
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ

Ἡ Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου, καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

ΕΝ Τῼ ΜΙΚΡΩ ΕΣΠΕΡΙΝΩ

    Εἰς τό, Κύριε ἐκέκραξα, ἱστῶμεν Στίχους ς' καὶ ψάλλομεν τὰ τρία Προσόμοια Στιχηρά, δευτεροῦντες τὸ πρῶτον.
Ἦχος α'
Τῶν οὐρανίων ταγμάτων
Τὸν ἀπερίγραπτον Λόγον καὶ ὑπερούσιον, τὸν οὐρανίοις θρόνοις, ἐποχούμενον δόξῃ, εἰσδέχεται ἀγκάλαις ὁ Συμεών, ἐκβοῶν· Νὺν ἀπόλυσον, κατὰ τὸ ῥῆμά σου Σῶτερ, ἡ τῶν πιστῶν, σωτηρία καὶ ἀπόλαυσις.

Βρέφος ὁρῶν σε ἐβόα ὁ θαυμαστὸς Συμεών, τὸν πρὸ αἰώνων Λόγον, ἐκ Πατρὸς γεννηθέντα. Φρίττω καὶ πτοοῦμαι χερσὶν ἐμαῖς, ἀγκαλίσασθαι Δέσποτα, ἀλλ' ἐν εἰρήνῃ τὸν δοῦλόν σου ἐκζητῶ, νῦν ἀπόλυσον ὡς εὔσπλαγχνος.

Νῦν ἀνοιγέσθω ἡ πύλη ἡ ἐπουράνιος, ὁ ἐκ Πατρὸς ἀχρόνως, γεννηθεὶς Θεὸς Λόγος, ἐτέχθη ἐκ Παρθένου, σάρκα λαβών, τὴν βροτείαν βουλόμενος, ἀνακαλέσασθαι φύσιν ὡς ἀγαθός, καὶ βαλεῖν ἐν δεξιᾷ τοῦ Πατρός.
Δόξα... Καὶ νῦν... Ἦχος δ'
Ἀνδρέου Κρήτης
Σήμερον ἡ Ἱερὰ Μήτηρ, καὶ τοῦ Ἱεροῦ ὑψηλοτέρα, ἐπὶ τὸ Ἱερὸν παραγέγονεν, ἐμφανίζουσα τῷ κόσμῳ, τὸν τοῦ κόσμου Ποιητήν, καὶ νόμου πάροχον, ὃν καὶ ἐν ἀγκάλαις ὑποδεξάμενος, ὁ πρεσβύτης Συμεών, γεραίρων ἐκραύγαζε. Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, ὅτι εἶδόν σε τὸν Σωτῆρα τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Εἰς τὸν Στίχον, Στιχηρὰ Προσόμοια,
Ἦχος β'
Οἶκος τοῦ Ἐφραθᾶ
Σήμερον ὁ Σωτήρ, ὡς βρέφος προσηνέχθη, ἐν τῷ ναῷ Κυρίου, καὶ χερσὶ γηραλέαις, ὁ Πρέσβυς τοῦτον δέχεται.

Στίχ. Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου Δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου ἐν εἰρήνῃ Κύριε, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου, τὸ σωτήριόν σου,

Ἄνθραξ ὁ προοφθείς, τῷ θείῳ Ἡσαΐᾳ, Χριστὸν ὡς ἐν λαβίδι, χερσὶ τῆς Θεοτόκου, νῦν τῷ Πρεσβύτῃ δίδοται.

Στίχ. Φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν, καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ.

Φόβῳ τε καὶ χαρᾷ, ἀγκάλαις τὸν Δεσπότην, ὁ Συμεὼν κατέχων, ζωῆς ᾐτεῖτο λύσιν, ὑμνῶν τὴν Θεομήτορα.
Δόξα... Καὶ νῦν... Θεοτοκίον
Δέχου ὦ Συμεών, ἡ Πάναγνος ἐβόα, ἐν ἀγκάλαις ὡς βρέφος, τὸν Κύριον τῆς δόξης, καὶ κόσμου τὸ σωτήριον.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος α'
Χαῖρε κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε· ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, φωτίζων τοὺς ἐν σκότει. Εὐφραίνου καὶ σὺ Πρεσβύτα δίκαιε, δεξάμενος ἐν ἀγκάλαις τὸν ἐλευθερωτὴν τῶν ψυχῶν ἡμῶν, χαριζόμενον ἡμῖν καὶ τὴν Ἀνάστασιν.

ΕΝ Τῼ ΜΕΓΑΛῼ ΕΣΠΕΡΙΝῼ

Εἰς τό, Κύριε ἐκέκραξα, ἱστῶμεν Στίχους ς' καὶ ψάλλομεν τὰ Ἰδιόμελα ταῦτα Στιχηρά, δευτεροῦντες αὐτά.
Ἦχος α'
Γερμανοῦ Πατριάρχου
Λέγε Συμεών, τίνα φέρων ἐν ἀγκάλαις, ἐν τῷ ναῷ ἀγάλλῃ; τίνι κράζεις καὶ βοᾷς; Νῦν ἠλευθέρωμαι· εἶδον γὰρ τὸν Σωτῆρά μου· Οὗτός ἐστιν, ὁ ἐκ Παρθένου τεχθείς, οὗτός ἐστιν ὁ ἐκ Θεοῦ Θεὸς Λόγος, ὁ σαρκωθεὶς δι' ἡμᾶς, καὶ σώσας τὸν ἄνθρωπον· Αὐτὸν προσκυνήσωμεν.

Δέχου Συμεών, ὃν ὑπὸ τὸν γνόφον, Μωσῆς νομοθετοῦντα, προεώρα ἐν Σινᾷ, βρέφος γενόμενον, νόμῳ ὑποταττόμενον. Οὗτός ἐστιν, ὁ διὰ νόμου λαλήσας οὗτός ἐστιν, ὁ ἐν Προφήταις ῥηθείς, ὁ σαρκωθεὶς δι' ἡμᾶς, καὶ σώσας τὸν ἄνθρωπον· Αὐτὸν προσκυνήσωμεν.

Δεῦτε καὶ ἡμεῖς, ᾄσμασιν ἐνθέοις, Χριστῷ συναντηθῶμεν, καὶ δεξώμεθα αὐτόν, οὗ τὸ σωτήριον ὁ Συμεὼν ἑώρακεν. Οὗτός ἐστιν, ὃν ὁ Δαυῒδ καταγγέλλει οὗτός ἐστιν, ὁ ἐν Προφήταις λαλήσας, ὁ σαρκωθεὶς δι' ἡμᾶς, καὶ νόμῳ φθεγγόμενος· Αὐτὸν προσκυνήσωμεν.
Δόξα... Καὶ νῦν... Ἦχος πλ. β'
Ἰωάννου Μοναχοῦ
Ἀνοιγέσθω ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ σήμερον· ὁ γὰρ ἄναρχος Λόγος τοῦ Πατρός, ἀρχὴν λαβὼν χρονικήν, μὴ ἐκστὰς τῆς αὐτοῦ Θεότητος, ὑπὸ Παρθένου ὡς βρέφος τεσσαρακονθήμερον, Μητρὸς ἑκὼν προσφέρεται, ἐν ναῷ τῷ νομικῷ καὶ τοῦτον ἀγκάλαις εἰσδέχεται ὁ Πρέσβυς. Ἀπόλυσον κράζων, ὁ δοῦλος τῷ Δεσπότῃ· οἱ γὰρ ὀφθαλμοί μου εἶδον τὸ σωτήριόν σου, ὁ ἐλθὼν εἰς τὸν κόσμον, σῶσαι γένος ἀνθρώπων, Κύριε, δόξα σοι.

Εἴσοδος, Προκείμενον, καὶ τὰ Ἀναγνώσματα.

Τῆς Ἐξόδου τὸ Ἀνάγνωσμα
(Κεφ. 12, 51 & 13, 2 καὶ ἐκλογὴ)
Ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωσῆν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, ᾗ ἐξήγαγε τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ ἐκ γῆς Αἰγύπτου, λέγων· ἁγίασόν μοι πᾶν πρωτότοκον πρωτογενές, διανοῖγον πᾶσαν μήτραν ἐν τοῖς υἱοῖς, Ἰσραήλ. Εἶπε δὲ Μωϋσῆς πρὸς τὸν λαόν· Μνημονεύετε τὴν ἡμέραν ταύτην, ἐν ᾗ ἐξήλθετε ἐκ γῆς Αἰγύπτου, ἐξ οἴκου δουλείας· ἐν γὰρ χειρὶ κραταιᾷ ἐξήγαγεν ὑμᾶς Κύριος ἐντεῦθεν. Καὶ φυλάξασθε τὸν νόμον αὐτοῦ. Καὶ ἔσται, ὡς ἂν εἰσαγάγῃ σε Κύριος ὁ Θεὸς εἰς τὴν γῆν τῶν Χαναναίων, ὃν τρόπον ὤμοσε τοῖς πατράσι σου, καὶ ἀφοριεῖς πᾶν διανοῖγον μήτραν τὰ ἀρσενικά τῷ Κυρίῳ. Ἐὰν δὲ ἐρωτήσῃ σε μετὰ ταῦτα ὁ υἱός σου λέγων· Τὶ τοῦτο; καὶ ἐρεῖς αὐτῷ· Ὅτι ἐν χειρὶ κραταιᾷ ἐξήγαγεν ἡμᾶς Κύριος ἐκ γῆς Αἰγύπτου, ἐξ οἴκου δουλείας. Ἡνίκα δὲ ἐσκλήρυνε Φαραὼ τοῦ ἐξαποστεῖλαι ἡμᾶς, ἀπέκτεινε Κύριος πᾶν πρωτότοκον ἐν γῇ Αἰγύπτου, ἀπὸ πρωτοτόκων ἀνθρώπων ἕως πρωτοτόκων κτηνῶν· διὰ τοῦτο ἐγὼ θύω τῷ Κυρίῳ πᾶν διανοῖγον μήτραν τὰ ἀρσενικά, καὶ πᾶν πρωτότοκον τῶν υἱῶν μου λυτρώσομαι. Καὶ ἔσται εἰς σημεῖον ἐπὶ τῆς χειρός σου, καὶ ἀσάλευτον πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν σου, ὅτι οὕτως ἔφη Κύριος ὁ παντοκράτωρ. Ὅτι τὰ πρωτότοκα τῶν υἱῶν σου δώσεις ἐμοί. Καὶ ἔσται πᾶς ὃς ἂν τέξῃ παιδίον ἄρσεν, τῇ ἡμέρᾳ τῇ ὀγδόῃ περιτεμεῖ τὴν σάρκα τῆς ἀκροβυστίας αὐτοῦ. Καὶ τριάκοντα καὶ τρεῖς ἡμέρας οὐκ εἰσελεύσεται εἰς τὸ ἁγιαστήριον τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἱερέα, ἕως πληρωθῶσιν αἱ ἡμέραι τῆς καθάρσεως. Καὶ μετὰ ταῦτα προσοίσει τῷ Κυρίῳ ἀμνὸν ἐνιαύσιον ἄμωμον εἰς ὁλοκαύτωμα, καὶ νεοσσὸν περιστερᾶς, ἢ Τρυγόνος, ἐπὶ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου πρὸς τὸν Ἱερέα· ἢ ἀντὶ τούτων, προσοίσει ἔναντι Κυρίου δύο νεοσσοὺς περιστερῶν, ἢ δύο τρυγόνας. Καὶ ἐξιλάσεται περὶ αὐτοῦ ὁ Ἱερεύς· ὅτι ἀπόδομα ἀποδεδομένοι οὗτοί μοι εἰσιν ἐκ πάντων τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, καὶ εἴληφα αὐτούς, καὶ ἡγίασα αὐτούς ἐμοί, ἀντὶ τῶν πρωτοτόκων τῶν Αἰγυπτίων, ᾗ ἡμέρα ἐπάταξα πᾶν πρωτότοκον ἐν γῇ Αἰγύπτου, ἀπὸ ἀνθρώπου ἕως κτήνους, εἶπεν ὁ Θεὸς ὁ ὕψιστος, ὁ ἅγιος Ἰσραήλ.
Προφητείας Ἡσαΐου τὸ Ἀνάγνωσμα
( Κεφ. 6, 1-12)
Ἐγένετο τοῦ ἔτους, οὗ ἀπέθανεν Ὀζίας ὁ Βασιλεύς, εἶδον τὸν Κύριον καθήμενον ἐπὶ θρόνου ὑψηλοῦ καὶ ἐπηρμένου, καὶ πλήρης ὁ οἶκος τῆς δόξης αὐτοῦ. Καὶ Σεραφίμ εἱστήκεισαν κύκλῳ αὐτοῦ, ἓξ πτέρυγες τῷ ἑνὶ καὶ ἓξ πτέρυγες τῷ ἑνί, καὶ ταῖς μὲν δυσὶ κατεκάλυπτον τὰ πρόσωπα αὐτῶν, ταῖς δὲ δυσὶ κατεκάλυπτον τοὺς πόδας, καὶ ταῖς δυσὶν ἐπέταντο. Καὶ ἐκέκραγεν ἕτερος πρὸς τὸν ἕτερον καὶ ἔλεγον· Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πᾶσα ἡ γῆ τῆς δόξης αὐτοῦ. Καὶ ἐπήρθη τὸ ὑπέρθυρον ἀπὸ τῆς φωνῆς, ἧς ἐκέκραγον, καὶ ὁ οἶκος ἐνεπλήσθη καπνοῦ. Καὶ εἶπον. Ὢ τάλας ἐγώ! (ὅτι κατανένυγμαι) ὅτι ἄνθρωπος ὢν, καὶ ἀκάθαρτα χείλη ἔχων, ἐν μέσῳ λαοῦ ἀκάθαρτα χείλη ἔχοντος ἐγὼ οἰκῶ, καὶ τὸν Βασιλέα Κύριον Σαβαὼθ εἶδον τοῖς ὀφθαλμοῖς μου. Καὶ ἀπεστάλη πρὸς με ἓν τῶν Σεραφίμ, καὶ ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ εἶχεν ἄνθρακα, ὃν τῇ λαβίδι ἔλαβεν ἀπὸ τοῦ θυσιαστηρίου. Καὶ ἥψατο τοῦ στόματός μου, καὶ εἶπεν· Ἰδού, ἥψατο τοῦτο τῶν χειλέων σου καὶ ἀφελεῖ τὰς ἀνομίας σου, καὶ τὰς ἁμαρτίας σου περικαθαριεῖ. Καὶ ἤκουσα τῆς φωνῆς Κυρίου λέγοντος· Τίνα ἀποστείλω; καὶ τὶς πορεύσεται πρὸς τὸν λαὸν τοῦτον; καὶ εἶπον· Ἰδοὺ ἐγὼ εἰμι, ἀπόστειλόν με. Καὶ εἶπε· Πορεύθητι, καὶ εἰπὲ τῷ λαῷ τούτῳ· Ἀκοῇ ἀκούσετε, καὶ οὐ μὴ συνῆτε, καὶ βλέποντες βλέψετε, καὶ οὐ μὴ ἴδητε. Ἐπαχύνθη γὰρ ἡ καρδία τοῦ λαοῦ τούτου, καὶ τοῖς ὠσί βαρέως ἤκουσαν, καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν ἐκάμμυσαν, μὴ ποτε ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς, καὶ τοῖς ὠσὶν ἀκούσωσι, καὶ τῇ καρδίᾳ συνῶσι, καὶ ἐπιστρέψωσι, καὶ ἰάσομαι αὐτούς· Καὶ εἶπα· Ἕως πότε, Κύριε; καὶ εἶπεν, Ἕως ἂν ἐρημωθῶσι πόλεις παρὰ τὸ μὴ κατοικεῖσθαι, καὶ οἶκοι παρὰ τὸ μὴ εἶναι ἀνθρώπους, καὶ ἡ γῆ καταλειφθήσεται ἔρημος. Καὶ μετὰ ταῦτα μακρυνεῖ ὁ Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους, καὶ πληθυνθήσονται οἱ ἐγκαταλειφθέντες ἐπὶ τῆς γῆς.
Προφητείας Ἡσαΐου τὸ Ἀνάγνωσμα
(Κεφ. 19, 1-6, 12, 16, 19-21)
Ἰδοὺ Κύριος καθήσεται ἐπὶ νεφέλης κούφης, καὶ ἥξει εἰς Αἴγυπτον, καὶ σεισθήσεται τὰ χειροποίητα Αἰγύπτου ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ, καὶ ἡ καρδία αὐτῶν ἡττηθήσεται ἐν αὐτοῖς. Καὶ ταραχθήσεται τὸ πνεῦμα αὐτῶν ἐν αὐτοῖς, καὶ τὴν βουλὴν αὐτῶν διασκεδάσω, καὶ παραδώσω τὴν Αἴγυπτον εἰς χεῖρας κυρίων σκληρῶν, τάδε λέγει Κύριος Σαβαώθ. Καὶ πίονται οἱ Αἰγύπτιοι ὕδωρ τὸ παρὰ θάλασσαν, ὁ δὲ ποταμὸς ἐκλείψει καὶ ξηρανθήσεται. Τάδε λέγει Κύριος· Ποῦ εἰσι νῦν οἱ σοφοί σου; καὶ ἀναγγειλάτωσάν σοι, καὶ εἰπάτωσαν· Τὶ βεβούλευται Κύριος Σαβαὼθ ἐπ' Αἴγυπτον τῇ ἡμέρα ἐκείνῃ ἔσονται οἱ Αἰγύπτιοι ὡς γυναῖκες, ἐν φόβῳ καὶ ἐν τρόμῳ ἀπὸ προσώπου τῆς χειρὸς Κυρίου Σαβαώθ, ἣν αὐτὸς ἐπιβαλεῖ αὐτοῖς. Καὶ ἔσται θυσιαστήριον τῷ Κυρίῳ ἐν χώρᾳ Αἰγυπτίων, καὶ στήλη πρὸς τὸ ὅριον αὐτῆς τῷ Κυρίῳ. Καὶ ἔσται εἰς σημεῖον εἰς τὸν αἰῶνα Κυρίῳ ἐν χώρᾳ Αἰγύπτου, ὅτι κεκράξονται πρὸς Κύριον, καὶ ἀποστελεῖ αὐτοῖς ἄνθρωπον, ὃς σώσει αὐτούς. Καὶ γνωστὸς ἔσται Κύριος τοῖς Αἰγυπτίοις, καὶ γνώσονται οἱ Αἰγύπτιοι τὸν Κύριον ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, καὶ ποιήσουσι θυσίαν καὶ δῶρον, καὶ εὔξονται εὐχὰς τῷ Κυρίῳ, καὶ ἀποδώσουσι.

Εἰς τὴν Λιτήν, Στιχηρὰ Ἰδιόμελα.
Ἦχος α' Ἀνατολίου
Ὁ παλαιὸς ἡμερῶν, ὁ καὶ τὸν νόμον πάλαι ἐν Σινᾷ δοὺς τῷ Μωσεῖ, σήμερον βρέφος ὁρᾶται, καὶ κατὰ νόμον, ὡς νόμου Ποιητής, τὸν νόμον ἐκπληρῶν, ναῷ προσάγεται, καὶ τῷ Πρεσβύτῃ ἐπιδίδοται. Δεξάμενος δὲ τοῦτον Συμεὼν ὁ δίκαιος, καὶ τῶν δεσμῶν τὴν ἔκβασιν ἰδὼν τελεσθεῖσαν, γηθοσύνως ἐβόα· Εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου, τὸ ἀπ' αἰῶνος Μυστήριον ἀποκεκρυμμένον, ἐπ' ἐσχάτων τούτων ἡμερῶν φανερωθέν, φῶς διασκεδάζον, τῶν ἀπίστων ἐθνῶν τὴν σκοτόμαιναν, καὶ δόξαν τοῦ νεολέκτου Ἰσραήλ· διὸ ἀπόλυσον τὸν δοῦλόν σου, ἐκ τῶν δεσμῶν τοῦδε τοῦ σαρκίου, πρὸς τὴν ἀγήρω καὶ θαυμασίαν ἄληκτον ζωήν, ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.
Ὁ αὐτὸς
Ἰωάννου Μοναχοῦ
Σήμερον ὁ πάλαι τῷ Μωσεῖ, ἐν Σινᾷ νόμον ἐπιδούς, τοῖς νομικοῖς ὑποκύπτει θεσμοῖς, δι' ἡμᾶς εὔσπλαγχνος γεγονώς. Νῦν ὁ καθαρὸς Θεός, ὡς παιδίον ἅγιον, μήτραν διανοίξαν ἁγνήν, ἑαυτῷ ὡς Θεὸς συγκομίζεται, τῆς τοῦ νόμου κατάρας ἐλευθερῶν, καὶ φωτίζων τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἦχος β'
Ἀνδρέου Πυροῦ
Ὄνπερ οἱ ἄνω Λειτουργοὶ τρόμῳ λιτανεύουσι, κάτω νῦν ὁ Συμεών, ὑλικαῖς ἀγκάλαις δεχόμενος, τὸ θεῖον τοῖς ἀνθρώποις ἑνοῦσθαι ἐκήρυττε, καὶ βροτὸν τὸν οὐράνιον Θεὸν ὀπτανόμενος, ἀναχωρῶν τῶν ἐπὶ γῆς, χαρμονικῶς ἀνέκραζεν, ὁ τοῖς ἐν σκότει τὸ ἀνέσπερον φῶς ἀποκαλύπτων, Κύριε δόξα σοι.
Ὁ αὐτὸς
Γερμανοῦ
Σήμερον Συμεὼν ἐν ταῖς ἀγκάλαις, τὸν Κύριον τῆς δόξης ὑποδέχεται, ὃν ὑπὸ τὸν γνόφον πρώην ὁ Μωϋσῆς ἐθεάσατο, ἐν τῷ ὄρει τῷ Σινᾷ πλάκας δόντα αὐτῷ. Οὗτός ἐστιν, ὁ ἐν τοῖς Προφήταις λαλῶν, καὶ τοῦ νόμου Ποιητής, οὗτός ἐστιν ὃν ὁ Δαυῒδ καταγγέλλει, ὁ τοῖς πᾶσι φοβερός, ὁ ἔχων τὸ μέγα καὶ πλούσιον ἔλεος.
Ὁ αὐτὸς Γερμανοῦ
Οἱ δέ, Ἰωάννου Μοναχοῦ
Τὸν Ἱερὸν ἡ Ἱερὰ Παρθένος προσεκόμισεν, ἐν Ἱερῷ τῷ Ἱερεῖ, ἁπλώσας δὲ ἀγκάλας ὁ Συμεών, ἐδέξατο τοῦτον ἀγαλλόμενος, καὶ ἐβόησε· Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου Δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου ἐν εἰρήνῃ Κύριε.
Ὁ αὐτός, Τοῦ αὐτοῦ
Ὁ Κτίστης οὐρανοῦ καὶ γῆς, ἐν ἀγκάλαις ἐβαστάζετο, ὑπὸ ἁγίου Συμεὼν τοῦ πρεσβύτου σήμερον· αὐτὸς γὰρ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ἔλεγε· Νῦν ἠλευθέρωμαι, εἶδον γάρ τὸν Σωτῆρά μου.
Ὁ αὐτός, Ἀνατολίου
Οἱ δέ, Ἀνδρέου Ἱεροσολυμίτου
Σήμερον Συμεὼν ὁ πρεσβύτης, ἐν τῷ Ναῷ εἰσέρχεται, χαίρων τῷ πνεύματι τὸν Νομοδότην Μωσέως, καὶ πληρωτὴν τοῦ νόμου, ἀγκάλαις εἰσδέξασθαι· ἐκεῖνος μέν, διὰ γνόφου καὶ φωνῆς ἀμυδρᾶς, θεόπτης ἠξίωτο, καὶ κεκαλυμμένῳ προσώπῳ τῶν Ἑβραίων τὰς ἀπίστους καρδίας διήλεγξεν, οὗτος δέ, τὸν προαιώνιον Λόγον τοῦ Πατρός, σωματωθέντα ἐβάστασε, καὶ τῶν Ἐθνῶν ἀπεκάλυψε τὸ φῶς, τὸν Σταυρὸν καὶ τὴν Ἀνάστασιν. Καὶ Ἄννα Προφῆτις ἀναδείκνυται, τὸν Σωτῆρα λυτρωτὴν τοῦ Ἰσραὴλ κηρύττουσα. Αὐτῷ βοήσωμεν. Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἦχος δ'
Ἀνδρέου Κρήτης
Σήμερον ἡ Ἱερὰ Μητηρ, καὶ τοῦ Ἱεροῦ ὑψηλοτέρα, ἐπὶ τὸ Ἱερὸν παραγέγονεν, ἐμφανίζουσα τῷ κόσμῳ, τὸν τοῦ κόσμου Ποιητήν, καὶ τοῦ νόμου πάροχον, ὃν καὶ ἐν ἀγκάλαις ὑποδεξάμενος, ὁ πρεσβύτης Συμεών, γεραίρων ἐκραύγαζε· Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, ὅτι εἶδὸν σε τὸν Σωτῆρα τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Δόξα... Ἦχος πλ. α'
Τοῦ αὐτοῦ
Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφάς, καθως εἶπεν ἐν Εὐαγγελίοις Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν· ἐν αὐταῖς γὰρ εὑρίσκομεν αὐτόν, τικτόμενον καὶ σπαργανούμενον, τιθηνούμενον καὶ γαλακτοτροφούμενον, περιτομὴν δεχόμενον, καὶ ὑπὸ Συμεὼν βασταχθέντα, οὐ δοκήσει οὐδὲ φαντασίᾳ, ἀλλ' ἀληθείᾳ τῷ κόσμῳ φανέντα, πρὸς ὃν βοήσωμεν· ὁ πρὸ αἰώνων Θεός, δόξα σοι.
Καὶ νῦν... Ὁ αὐτὸς
Γερμανοῦ, οἱ δὲ Ἀνατολίου
Ὁ παλαιὸς ἡμερῶν, νηπιάσας σαρκί, ὑπὸ Μητρὸς Παρθένου τῷ Ἱερῷ προσάγεται, τοῦ οἰκείου νόμου πληρῶν τὸ ἐπάγγελμα, ὃν Συμεὼν δεξάμενος ἔλεγε. Νῦν ἀπολύεις ἐν εἰρήνῃ κατὰ τὸ ῥῆμά σου τὸν δοῦλόν σου· εἶδον γὰρ οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου Κύριε.

Εἰς τὸν Στίχον, Στιχηρὰ Ἰδιόμελα
Ἦχος βαρὺς
Κοσμᾶ Μοναχοῦ
Κατακόσμησον τὸν νυμφῶνά σου Σιών, καὶ ὑπόδεξαι τὸν Βασιλέα Χριστόν, ἄσπασαι τὴν Μαριάμ, τὴν ἐπουράνιον πύλην· αὕτη γὰρ θρόνος Χερουβικὸς ἀνεδείχθη, αὕτη βαστάζει τὸν Βασιλέα τῆς δόξης, νεφέλη φωτὸς ὑπάρχει ἡ Παρθένος, φέρουσα ἐν σαρκὶ Υἱὸν πρὸ Ἑωσφόρου, ὃν λαβὼν Συμεὼν ἐν ἀγκάλαις αὐτοῦ ἐκήρυξε λαοῖς, Δεσπότην αὐτὸν εἶναι, ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου, καὶ Σωτῆρα τοῦ κόσμου.

Στίχ. Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου Δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου ἐν εἰρήνῃ Κύριε, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου, τὸ σωτήριόν σου,

Τὸν ἐκλάμψαντα πρὸ αἰώνων ἐκ Πατρός, ἐπ' ἐσχάτων δὲ ἐκ μήτρας Παρθενικῆς, φέρουσα ἐν τῷ ναῷ, ἡ ἀπειρόγαμος Μήτηρ, τὸν ἐν Σιναίῳ νομοθετήσαντα ὄρει, τῇ διατάξει τῇ νομικῇ πειθαρχοῦντα, προσῆγεν Ἱερεῖ, πρεσβύτῃ καὶ δικαίῳ, Χριστὸν τὸν Κύριον, ἰδεῖν χρηματισθέντι, ὃν δεξάμενος Συμεὼν ἐν ταῖς ἀγκάλαις αὐτοῦ, ἠγαλλιάσατο βοῶν· Θεὸς ὑπάρχει οὗτος, Πατρὶ συναΐδιος, καὶ Λυτρωτὴς τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Στίχ. Φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν, καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ.

Τὸν ὀχούμενον ἐν ἅρμασι Χερουβίμ, καὶ ὑμνούμενον ἐν ᾄσματι Σεραφίμ, φέρουσα ἐν ἀγκάλαις ἡ Θεοτόκος Μαρία, ἀπειρογάμως ἐξ αὐτῆς σαρκωθέντα, τὸν Νομοδότην νόμου, πληροῦντα νόμου τάξιν, ἐδίδου χερσὶ πρεσβύτου lερέως· ζωὴν δὲ φέρων, ζωῆς ᾐτεῖτο λύσιν, λέγων· Δέσποτα, νῦν ἀπόλυσόν με, μηνῦσαι τῷ Ἀδάμ, ὡς εἶδον ἄτρεπτον βρέφος, Θεὸν προαιώνιον, καὶ Σωτῆρα τοῦ κόσμου.
Δόξα... Καὶ νῦν... Ἦχος πλ. δ'
Ἀνδρέου Κρήτης
Ὁ τοῖς Χερουβὶμ ἐποχούμενος, καὶ ὑμνούμενος ὑπὸ τῶν Σεραφίμ, σήμερον τῷ θείῳ Ἱερῷ κατὰ νόμον προσφερόμενος, πρεσβυτικαῖς ἐνθρονίζεται ἀγκάλαις, καὶ ὑπὸ Ἰωσὴφ εἰσδέχεται δῶρα θεοπρεπῶς, ὡς ζεῦγος τρυγόνων τὴν ἀμίαντον Ἐκκλησίαν, καὶ τῶν ἐθνῶν τὸν νεόλεκτον λαόν, περιστερῶν δὲ δύο νεοσσούς, ὡς ἀρχηγὸς Παλαιᾶς τε καὶ Καινῆς. Τοῦ πρὸς αὐτὸν χρησμοῦ δὲ Συμεών, τὸ πέρας δεξάμενος, εὐλογῶν τὴν Παρθένον, Θεοτόκον Μαρίαν, τὰ τοῦ πάθους σύμβολα τοῦ ἐξ αὐτῆς προηγόρευσε, καὶ παρ' αὐτοῦ ἐξαιτεῖται τὴν ἀπόλυσιν βοῶν· Νῦν ἀπολύεις με Δέσποτα, καθὼς προεπηγγείλω μοι, ὅτι εἶδόν σε τὸ προαιώνιον φῶς, καὶ Σωτῆρα Κύριον τοῦ Χριστωνύμου λαοῦ.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος α'
Χαῖρε κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε· ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, φωτίζων τοὺς ἐν σκότει. Εὐφραίνου καὶ σὺ Πρεσβύτα δίκαιε, δεξάμενος ἐν ἀγκάλαις τὸν ἐλευθερωτὴν τῶν ψυχῶν ἡμῶν, χαριζόμενον ἡμῖν καὶ τὴν Ἀνάστασιν.

ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ

Μετὰ τὴν α' Στιχολογίαν
Κάθισμα Ἦχος α'
Αὐτόμελον
Χορὸς Ἀγγελικός, ἐκπληττέσθω τὸ θαῦμα, βροτοὶ δὲ ταῖς φωναῖς, ἀνακράξωμεν ὕμνον, ὁρῶντες τὴν ἄφατον, τοῦ Θεοῦ συγκατάβασιν· ὃν γὰρ τρέμουσι, τῶν οὐρανῶν αἱ Δυνάμεις, γηραλέαι νῦν, ἐναγκαλίζονται χεῖρες, τὸν μόνον φιλάνθρωπον.

Δόξα... Καὶ νῦν... Τὸ αὐτὸ

Μετὰ τὴν β' Στιχολογίαν
Κάθισμα Ἦχος α'
Τὸν τάφον σου Σωτὴρ
Ὁ ὢν σὺν τῷ Πατρί, ἐπὶ θρόνου ἁγίου, ἐλθὼν ἐπὶ τῆς γῆς, ἐκ Παρθένου ἐτέχθη, καὶ βρέφος ἐγένετο, χρόνοις ὢν ἀπερίγραπτος, ὃν δεξάμενος, ὁ Συμεὼν ἐν ἀγκάλαις, χαίρων ἔλεγε· Νῦν ἀπολύεις Οἰκτίρμον, εὐφράνας τὸν δοῦλόν σου.

Δόξα... Καὶ νῦν... Τὸ αὐτὸ

Μετὰ τὸν Πολυέλεον
Κάθισμα Ἦχος δ'
Κατέπλαγη Ἰωσὴφ
Νηπιάζει δι' ἐμέ, ὁ Παλαιὸς τῶν ἡμερῶν, καθαρσίων κοινωνεῖ, ὁ καθαρώτατος Θεός, ἵνα τὴν σάρκα πιστώσῃ μου, τὴν ἐκ Παρθένου. Καὶ ταῦτα Συμεὼν μυσταγωγούμενος, ἐπέγνω τὸν αὐτόν, Θεὸν φανέντα σαρκί, καὶ ὡς ζωὴν ἠσπάζετο, καὶ χαίρων, πρεσβυτικῶς ἀνεκραύγαζεν· Ἀπόλυσόν με· σὲ γὰρ κατεῖδον, τὴν ζωὴν τῶν ἁπάντων.

Δόξα... Καὶ νῦν... Τὸ αὐτὸ

Τὸ α' Ἀντίφωνον τοῦ δ' Ἤχου.
Ἀντίφωνον Α'
Ἐκ νεότητός μου πολλὰ πολεμεῖ με πάθη, ἀλλ' αὐτὸς ἀντιλαβοῦ, καὶ σῶσον Σωτήρ μου.
Οἱ μισοῦντες Σιών, αἰσχύνθητε ἀπὸ τοῦ Κυρίου· ὡς χόρτος γάρ, πυρὶ ἔσεσθε ἀπεξηραμμένοι.
Δόξα...
Ἁγίῳ Πνεύματι, πᾶσα ψυχὴ ζωοῦται, καὶ καθάρσει ὑψοῦται λαμπρύνεται, τῇ τριαδικῇ Μονάδι ἱεροκρυφίως.
Καὶ νῦν...
Ἁγίῳ Πνεύματι, ἀναβλύζει τὰ τῆς χάριτος ῥεῖθρα, ἀρδεύοντα, ἅπασαν τὴν κτίσιν πρὸς ζωογονίαν.

Προκείμενον, Ἦχος δ'
Μνησθήσομαι τοῦ ὀνόματός σου ἐν πάσῃ γενεᾷ καὶ γενεᾷ.
Στίχ. Ἐξηρεύξατο ἡ καρδία μου λόγον ἀγαθὸν· λέγω ἐγὼ τὰ ἔργα μου τῷ βασιλεῖ, ἡ γλῶσσά μου κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου.

Πᾶσα πνοὴ

Εὐαγγέλιον κατὰ Λουκᾶν

Ὁ Ν'

Δόξα... Ταῖς τῆς Θεοτόκου...
Καὶ νῦν... τὸ αὐτό...

Εἶτα Ἰδιόμελον Ἦχος πλ. β'
Ἀνοιγέσθω ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ σήμερον· ὁ γὰρ ἄναρχος Λόγος τοῦ Πατρός, ἀρχὴν λαβὼν χρονικήν, μὴ ἐκστὰς τῆς αὐτοῦ Θεότητος, ὑπὸ Παρθένου ὡς βρέφος τεσσαρακονθήμερον, Μητρὸς ἑκὼν προσφέρεται ἐν ναῷ τῷ νομικῷ, καὶ τοῦτον ἀγκάλαις εἰσδέχεται ὁ Πρέσβυς. Ἀπόλυσον κράζων, ὁ δοῦλος τῷ Δεσπότῃ· οἱ γὰρ ὀφθαλμοί μου εἶδον τὸ σωτήριόν σου, ὁ ἐλθὼν εἰς τὸν κόσμον, σῶσαι γένος ἀνθρώπων, Κύριε, δόξα σοι.

Μετὰ τοῦτο ψάλλεται ὁ Κανών, οὗ ἡ ἀκροστιχίς.

Χριστὸν γεγηθὼς Πρέσβυς ἀγκαλίζεται.

Ποίημα Κοσμᾶ Μοναχοῦ

ᾨδὴ α' Ἦχος γ' Ὁ Εἱρμὸς
«Χέρσον ἀβυσσοτόκον πέδον ἥλιος, ἐπεπόλευσέ ποτε· ὡσεὶ τεῖχος γὰρ ἐπάγη, ἑκατέρωθεν ὕδωρ, λαῷ πεζοποντοποροῦντι, καὶ θεαρέστως μέλποντι. ᾌσωμεν τῷ Κυρίῳ· ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται».

Ῥανάτωσαν ὕδωρ νεφέλαι· Ἥλιος ἐν νεφέλῃ γὰρ κούφη, ἐποχούμενος ἐπέστη, ἀκηράτοις ὠλέναις, Χριστὸς ἐν τῷ ναῷ ὡς βρέφος· διὸ πιστοὶ βοήσωμεν. ᾌσωμεν τῷ Κυρίῳ· ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται.

Ἰσχύσατε χεῖρες Συμεών, τῷ γήρᾳ ἀνειμέναι, καὶ κνῆμαι παρειμέναι δὲ Πρεσβύτου, αὐθυβόλως κινεῖσθε Χριστοῦ πρὸς ὑπαντήν. Χορείαν σὺν Ἀσωμάτοις στήσαντες, ᾄσωμεν τῷ Κυρίῳ· ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται.

Συνέσει ταθέντες οὐρανοὶ εὐφράνθητε, ἀγάλλου δὲ ἡ γῆ· ὑπερθέων γὰρ ἐκ κόλπων, ὁ τεχνίτης φοιτήσας, Χριστὸς ὑπὸ Μητρὸς Παρθένου, Θεῷ Πατρὶ προσάγεται, νήπιος ὁ πρὸ πάντων· ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται.

ᾨδὴ γ' Ὁ Εἱρμὸς
«Τὸ στερέωμα, τῶν ἐπὶ σοὶ πεποιθότων, στερέωσον Κύριε τὴν Ἐκκλησίαν, ἣν ἐκτήσω, τῷ τιμίῳ σου αἵματι».

Ὁ πρωτότοκος ἐκ Πατρὸς πρὸ αἰώνων, πρωτότοκος νήπιος, Κόρης ἀφθόρου, τῷ Ἀδὰμ χεῖρας προτείνων ἐπέφανε.

Νηπιόφρονα, τὸν γεγονότα ἀπάτῃ, πρωτόπλαστον ἔμπαλιν ἐπανορθώσων, Θεὸς Λόγος, νηπιάσας ἐπέφανε.

Γῆς ἀπόγονον, παλινδρομήσασαν ταύτῃ, Θεότητος σύμμορφον φύσιν ὁ Πλάστης, ὡς ἀτρέπτως νηπιάσας ἀνέδειξε.

Κάθισμα Ἦχος δ'
Κατεπλάγη Ἰωσὴφ
Ἐν τῷ ὄρει τῷ Σινᾷ, πάλαι κατεῖδε Μωϋσῆς, τὰ ὀπίσθια Θεοῦ, καὶ ἀμυδρῶς θείας φωνῆς, κατηξιώθη ἐν γνόφῳ τε καὶ θυέλλῃ, νῦν δὲ Συμεών, τὸν σαρκωθέντα Θεόν, ἀτρέπτως δι' ἡμᾶς ἐνηγκαλίσατο, καὶ γεγηθὼς ἠπείγετο τῶν τῇδε, πρὸς τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον· διὸ ἐβόα· Νῦν ἀπολύεις, τὸν δοῦλόν σου Δέσποτα.

ᾨδὴ δ' Ὁ Εἱρμὸς
«Ἐκάλυψεν οὐρανούς, ἡ ἀρετή σου Χριστέ· τῆς κιβωτοῦ γὰρ προελθών,τοῦ ἁγιάσματός σου, τῆς ἀφθόρου Μητρός, ἐν τῷ ναῷ τῆς δόξης σου, ὤφθης ὡς βρέφος, ἀγκαλοφορούμενος, καὶ ἐπληρώθη τὰ πάντα τῆς σῆς αἰνέσεως».

Γηθόμενος Συμεών, τῶν ἀπορρήτων μύστα, ἡ Θεοτόκος ἐβόα, ὃν ὑφ' ἁγίου πάλαι κεχρημάτισαι Πνεύματος, νηπιάσαντα Λόγον, Χριστὸν ἐναγκαλίζου, κράζων αὐτῷ· Ἐπλήσθη τὰ πάντα τῆς σῆς αἰνέσεως.

Ἣν ἤλπισας Συμεὼν ἡλικιώτην βρεφῶν, χαίρων ὑπόδεξαι Χριστόν, τοῦ lσραὴλ τοῦ θείου τὴν παράκλησιν, τὸν νόμου Ποιητὴν καὶ Δεσπότην, πληροῦντα νόμου τάξιν, κράζων αὐτῷ· Ἐπλήσθη τὰ πάντα τῆς σῆς αἰνέσεως.

Θεώμενος Συμεὼν Λόγον τὸν ἄναρχον, μετὰ σαρκός, ὡς ἐν θρόνῳ Χερουβικῷ, Παρθένῳ ἐποχούμενον, τὸν αἴτιον τοῦ εἶναι τὰ πάντα, ὡς βρέφος, ἐκπλαγεὶς ἐβόα αὐτῷ· Ἐπλήσθη τὰ πάντα τῆς σῆς αἰνέσεως.

ᾨδὴ ε' Ὁ Εἱρμὸς
«Ὡς εἶδεν Ἡσαΐας συμβολικῶς, ἐν θρόνῳ ἐπηρμένῳ Θεόν, ὑπ' Ἀγγέλων δόξης δορυφορούμενον, ὦ τάλας! ἐβόα, ἐγώ· πρὸ γὰρ εἶδον σωματούμενον Θεόν, φωτὸς ἀνεσπέρου, καὶ εἰρήνης δεσπόζοντα».

Συνεὶς ὁ θεῖος Πρέσβυς, τὴν προφανεῖσαν, πάλαι τῷ Προφήτῃ δόξαν, χερσὶ Λόγον βλέπων Μητρὸς κρατούμενον, ᾧ χαίροις, ἐβόα Σεμνή· ὡς γὰρ θρόνος περιέχεις τόν Θεόν, φωτὸς ἀνεσπέρου, καὶ εἰρήνης δεσπόζοντα.

Προκύψας ὁ Πρεσβύτης, καὶ τῶν ἰχνῶν ἐνθέως ἐφαψάμενος, τῆς ἀπειρογάμου καὶ Θεομήτορος, πῦρ, ἔφη, βαστάζεις Ἁγνή, βρέφος φρίττω ἀγκαλίσασθαι Θεόν, φωτός ἀνεσπέρου, καὶ εἰρήνης δεσπόζοντα.

Ῥύπτεται Ἡσαΐας, τοῦ Σεραφὶμ τὸν ἄνθρακα δεξάμενος, ὁ Πρέσβυς ἐβόα τῇ Θεομήτορι· σὺ ὥσπερ λαβίδι χερσὶ λαμπρύνεις με, ἐπιδοῦσα ὃν φέρεις, φωτὸς ἀνεσπέρου, καὶ εἰρήνης δεσπόζοντα.

ᾨδὴ ς' ὈΕιρμὸς
«Ἐβόησέ σοι, ἰδὼν ὁ Πρέσβυς, τοῖς ὀφθαλμοῖς τὸ σωτήριον, ὃ λαοῖς ἐπέστη· Ἐκ Θεοῦ Χριστὲ σὺ Θεός μου».

Σιὼν σὺ λίθος, ἐναπετέθης, τοῖς ἀπειθοῦσι προσκόμματος, καὶ σκανδάλου πέτρα, ἀρραγὴς πιστῶν σωτηρία.

Βεβαίως φέρων, τὸν χαρακτῆρα, τοῦ πρὸ αἰώνων σε φύσαντος, τὴν βροτῶν δι' οἶκτον, νῦν ἀσθένειαν περιέθου.

Υἱὸν Ὑψίστου, Υἱὸν Παρθένου, Θεὸν παιδίον γενόμενον, προσκυνήσαντά σε, νῦν ἀπόλυσον ἐν εἰρήνῃ.

Κοντάκιον Ἦχος α'
Ὁ μήτραν παρθενικὴν ἁγιάσας τῷ τόκῳ σου, καὶ χεῖρας τοῦ Συμεὼν εὐλογήσας ὡς ἔπρεπε, προφθάσας καὶ νῦν ἔσωσας ἡμᾶς Χριστὲ ὁ Θεός. Ἀλλ' εἰρήνευσον ἐν πολέμοις τὸ πολίτευμα, καὶ κραταίωσον Βασιλεῖς οὓς ἠγάπησας, ὁ μόνος φιλάνθρωπος.
Ὁ Οἶκος
Τῇ Θεοτόκῳ προσδράμωμεν, οἱ βουλόμενοι κατιδεῖν τὸν Υἱὸν αὐτῆς, πρὸς Συμεὼν ἀπαγόμενον, ὃν περ οὐρανόθεν οἱ Ἀσώματοι βλέποντες, ἐξεπλήττοντο λέγοντες· θαυμαστὰ θεωροῦμεν νυνὶ καὶ παράδοξα, ἀκατάληπτα, ἄφραστα, ὁ τὸν Ἀδὰμ δημιουργήσας βαστάζεται ὡς βρέφος, ὁ ἀχώρητος χωρεῖται ἐν ἀγκάλαις τοῦ Πρεσβύτου, ὁ ἐπὶ τῶν κόλπων ἀπεριγράπτως ὑπάρχων τοῦ Πατρὸς αὐτοῦ, ἑκὼν περιγράφεται σαρκί, οὐ Θεότητι, ὁ μόνος φιλάνθρωπος.

Σ υ ν α ξ ά ρ ι ο ν
Τῇ Β' τοῦ αὐτοῦ μηνός, ἡ Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐν ᾗ ἐδέξατο αὐτὸν εἰς τὰς ἀγκάλας αὐτοῦ ὁ δίκαιος Συμεών.
Στίχοι
Κόλπους Πατρὸς τυποῦσι τοῦ σοῦ, Χριστέ μου,
Τοῦ Συμεὼν αἱ χεῖρες, αἱ φέρουσί σε.
Δέξατο δευτερίῃ Χριστὸν Συμεὼν παρὰ Νηῷ.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Ἀγαθοδώρου.
Στίχοι
Ἀγαθοδώρῳ δῶρον ἐξ ἐμῶν λόγων,
Δωρῶ, δοθέντι τῷ Θεῷ δι' αἱμάτων.

Αὐτῷ τῷ Θεῷ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.

ᾨδὴ ζ' Ὁ Εἱρμὸς
«Σὲ τὸν ἐν πυρὶ δροσίσαντα, Παῖδας θεολογήσαντας, καὶ Παρθένῳ, ἀκηράτῳ, ἐνοικήσαντα, Θεὸν Λόγον ὑμνοῦμεν, εὐσεβῶς μελῳδοῦντες· Εὐλογητὸς ὁ Θεός, ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν».

Ἀδὰμ ἐμφανίσων ἄπειμι, εἰς ᾍδου διατρίβοντι, καὶ τῇ Εὔᾳ προσκομίσων εὐαγγέλια, Συμεὼν ἀνεβόα, σὺν Προφήταις χορεύων· Εὐλογητὸς ὁ Θεός, ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν.

Γένος χοϊκὸν ῥυσόμενος Θεός, ἕως τοῦ ᾍδου ἥξει, αἰχμαλώτοις δὲ παρέξει πᾶσιν ἄφεσιν, καὶ ἀνάβλεψιν πονηροῖς, ὡς ἀλάλοις βοῆσαι· Εὐλογητός, ὁ Θεὸς ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν.

Καὶ σοῦ τὴν καρδίαν ἄφθορε, ῥομφαία διελεύσεται, Συμεὼν τῇ Θεοτόκῳ προηγόρευσεν, ἐν Σταυρῷ καθορώσης, τὸν Υἱὸν ᾧ βοῶμεν· Εὐλογητὸς ὁ Θεός, ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν.

ᾨδὴ η' Ὁ Εἱρμὸς
«Ἀστέκτῳ πυρὶ ἑνωθέντες, οἱ θεοσεβείας προεστῶτες Νεανίαι, τῇ φλογὶ δὲ μὴ λωβηθέντες, θεῖον ὕμνον ἔμελπον· Εὐλογεῖτε πάντα τὰ ἔργα τὸν Κύριον, καὶ ὑπερυψοῦτε, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας».

Λαὸς Ἰσραὴλ τὴν σὴν δόξαν, τὸν Ἐμμανουὴλ ὁρῶν παιδίον ἐκ Παρθένου, πρὸ προσώπου τῆς θείας κιβωτοῦ νῦν χόρευε· Εὐλογεῖτε πάντα τὰ ἔργα τὸν Κύριον, καὶ ὑπερυψοῦτε, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

Ἰδού, Συμεὼν ἀνεβόα, τὸ ἀντιλεγόμενον σημεῖον οὗτος ἔσται, Θεὸς ὢν καὶ παιδίον, τούτῳ πίστει μέλψωμεν· Εὐλογεῖτε πάντα τὰ ἔργα τὸν Κύριον, καὶ ὑπερυψοῦτε, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

Ζωὴ πεφυκὼς οὗτος ἔσται, πτῶσις ἀπειθοῦσι, νηπιάσας Θεὸς Λόγος, ὡς ἀνάστασις πᾶσι, τοῖς πίστει μέλπουσιν· Εὐλογεῖτε πάντα τὰ ἔργα τὸν Κύριον, καὶ ὑπερυψοῦτε, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

ᾨδὴ θ'
ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΑ
Ψαλλόμενα ἐν τῇ ᾨδῇ ταύτῃ
Ἦχος γ'
Ἀκατάληπτόν ἐστι, τὸ τελούμενον ἐν σοί, καὶ Ἀγγέλοις καὶ βροτοῖς, Μητροπάρθενε ἁγνή.

Ἀγκαλίζεται χερσίν, ὁ Πρεσβύτης Συμεών, τὸν τοῦ νόμου Ποιητήν, καὶ Δεσπότην τοῦ παντός.

Βουληθεὶς ὁ Πλαστουργός, ἵνα σώσῃ τὸν Ἀδάμ, μήτραν ᾤκησε τὴν σήν, τῆς Παρθένου καὶ ἁγνῆς.

Γένος ἅπαν τῶν βροτῶν, μακαρίζει σε Ἁγνή, καὶ δοξάζει σε πιστῶς, ὡς Μητέρα τοῦ Θεοῦ.

Δεῦτε, ἴδετε Χριστόν, τὸν Δεσπότην τοῦ παντός, ὃν βαστάζει Συμεών, σήμερον ἐν τῷ ναῷ.

Ἐπιβλέπεις πρὸς τὴν γῆν, καὶ ποιεῖς τρέμειν αὐτήν, καὶ πῶς γέρων κεκμηκώς, σὲ κατέχει ἐν χερσὶ;

Ζήσας ἔτη Συμεών, ἕως εἶδε τὸν Χριστόν, καὶ ἐβόα πρὸς αὐτόν. Νῦν ἀπόλυσιν ζητῶ.

Ἡ λαβὶς ἡ μυστική, ἡ τὸν ἄνθρακα Χριστόν, συλλαβοῦσα ἐν γαστρί, σὺ ὑπάρχεις Μαριάμ.

Θέλων ἐνηνθρώπησας, ὁ προάναρχος Θεός, καὶ ναῷ προσφέρεσαι, τεσσαρακονθήμερος.

Κατελθόντ' ἐξ οὐρανοῦ, τὸν Δεσπότην τοῦ παντός, ὑπεδέξατο αὐτόν, Συμεὼν ὁ Ἱερεύς.

Λάμπρυνόν μου τὴν ψυχήν, καὶ τὸ φῶς τὸ αἰσθητόν, ὅπως ἴδω καθαρῶς, καὶ κηρύξω σε Θεόν.

Μητροπάρθενε ἁγνή, τί προσφέρεις τῷ ναῷ, νέον βρέφος ἀποδούς, ἐν ἀγκάλαις Συμεών;

Νῦν ἀπόλυσιν ζητῶ, ἀπὸ σοῦ τοῦ Πλαστουργοῦ, ὅτι εἶδόν σε Χριστέ, τὸ σωτήριόν μου φῶς.

Ὃν οἱ ἄνω λειτουργοί, τρόμῳ λιτανεύουσι, κάτω νῦν ὁ Συμεών, ἀγκαλίζεται χερσί.
Δόξα...
Ἡ τῇ φύσει μὲν Μονάς, τοῖς προσώποις δὲ Τριάς, φύλαττε τοὺς δούλους σου, τοὺς πιστεύοντας εἰς σέ.
Καὶ νῦν...
Θεοτόκε ἡ ἐλπίς, πάντων τῶν Χριστιανῶν, σκέπε φρούρει φύλαττε, τοὺς ἐλπίζοντας εἰς σέ.
Ὁ Εἱρμὸς
«Ἐν νόμῳ, σκιᾷ καὶ γράμματι, τύπον κατίδωμεν οἱ πιστοί, πᾶν ἄρσεν τὸ τὴν μήτραν διανοῖγον, ἅγιον Θεῷ· διὸ πρωτότοκον Λόγον, Πατρὸς ἀνάρχου Υἱόν, πρωτοτοκούμενον Μητρί, ἀπειράνδρῳ, μεγαλύνομεν».

Τοῖς πρὶν νεογνῶν τρυγόνων ζεῦγος, δυάς τε ἦν νεοσσῶν, ἀνθ' ὧν ὁ θεῖος Πρέσβυς, καὶ σώφρων Ἄννα προφῆτις, τῷ ἐκ Παρθένου τεχθέντι, καὶ οἵῳ γόνῳ Πατρός, ἐν τῷ ναῷ προσιόντι, λειτουργοῦντες ἐμεγάλυνον.

Ἀπέδωκάς μοι ἐβόα Συμεών, τοῦ σωτηρίου σου Χριστὲ ἀγαλλίασιν΄ ἀπόλαβέ σου τὸν λάτριν, τὸν τῇ σκιᾷ κεκμηκότα, νέον τῆς χάριτος, ἱεροκήρυκα μύστην, ἐν αἰνέσει μεγαλύνοντα.

Ἱεροπρεπῶς ἀνθωμολογεῖτο, Ἄννα ὑποφητεύουσα, ἡ σώφρων καὶ Ὁσία, καὶ Πρέσβυρα τῷ Δεσπότῃ, ἐν τῷ ναῷ διαρρήδην, τὴν Θεοτόκον δὲ ἀνακηρύττουσα, πᾶσι τοῖς παροῦσιν ἐμεγάλυνεν.

Ἐξαποστειλάριον, αὐτόμελον
Ἐν πνεύματι τῷ ἱερῷ παραστὰς ὁ Πρεσβύτης, ἀγκάλαις ὑπεδέξατο, τὸν τοῦ νόμου Δεσπότην, κραυγάζων· Νῦν τοῦ δεσμοῦ με, τῆς σαρκὸς ἀπόλυσον, ὡς εἴρηκας ἐν εἰρήνῃ· εἶδον γὰρ τοῖς ὀφθαλμοῖς, ἀποκάλυψιν ἐθνῶν, καὶ Ἰσραὴλ σωτηρίαν. (Ἐκ γ')

Εἰς τοὺς Αἴνους, ἱστῶμεν Στίχους δ' καὶ ψάλλομεν Στιχηρὰ Προσόμοια τρία, δευτεροῦντες τὸ πρῶτον.
Ἦχος δ' Ἔδωκας σημείωσιν
Νόμον τὸν ἐν γράμματι, ἀποπληρῶν ὁ φιλάνθρωπος, τῷ ναῷ νῦν προσάγεται, καὶ τοῦτον εἰσδέχεται, γηραιαῖς ἀγκάλαις, Συμεὼν ὁ πρέσβυς· Νῦν ἀπολύεις με βοῶν, πρὸς τὴν ἐκεῖθεν μακαριότητα· κατεῖδον γὰρ σε σήμερον, σάρκα θνητὴν περικείμενον, τὸν ζωῆς κυριεύοντα, καὶ θανάτου δεσπόζοντα.

Φῶς εἰς ἀποκάλυψιν, ἐθνῶν ἐπέφανας Κύριε, ἐπὶ κούφης καθήμενος, νεφέλης ὁ Ἥλιος, τῆς δικαιοσύνης, νόμου τὸ σκιῶδες, ἀποπληρῶν καὶ τὴν ἀρχήν, καθυποφαίνων τῆς νέας χάριτος· διὸ σε θεασάμενος, ὁ Συμεὼν ἀνεκραύγαζεν· Ἐκ φθορᾶς με ἀπόλυσον, ὅτι εἶδόν σε σήμερον.

Κόλπων τοῦ γεννήτορος, μὴ χωρισθεὶς τῇ Θεότητι, σαρκωθεὶς ὡς εὐδόκησας, ἀγκάλαις κρατούμενος, τῆς Ἀειπαρθένου, χερσὶν ἐπεδόθης, τοῦ θεοδόχου Συμεών, ὁ τῇ χειρί σου κρατῶν τὰ σύμπαντα· διὸ νῦν ἀπολύεις με, περιχαρῶς ἀνεκραύγαζεν, ἐν εἰρήνῃ τὸν δοῦλόν σου, ὅτι εἶδὸν σε Δέσποτα.
Δόξα... Καὶ νῦν... Ἦχος πλ. β'
Γερμανοῦ
Ὁ ἐν χερσὶ πρεσβυτικαῖς, τὴν σήμερον ἡμέραν, ὡς ἐφ' ἅρματος Χερουβίμ, ἀνακλιθῆναι εὐδοκήσας Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ ἡμᾶς τοὺς ὑμνοῦντάς σε, τῆς τῶν παθῶν τυραννίδος, ἀνακαλούμενος ῥῦσαι, καὶ σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Δοξολογία Μεγ. καὶ Ἀπόλυσις

Εἰς τὴν Λειτουργίαν

Τὰ Τυπικά, καὶ ἐκ τοῦ Κανόνος, ἡ γ' καὶ ς' ᾨδή. Εἰ δὲ βούλει, εἰπὲ τὰ παρόντα Ἀντίφωνα.

Ἀντίφωνον Α'
Στίχ. Ἐξηρεύξατο ἡ καρδία μου λόγον ἀγαθόν.

Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου...

Στίχ. Ἡ γλῶσσά μου κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου.

Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου...

Στίχ. Ἐξεχύθη χάρις ἐν χείλεσί σου.

Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου...

Στίχ. Διὰ τοῦτο εὐλόγησέ σε ὁ Θεὸς εἰς τὸν αἰῶνα.

Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου...
Δόξα... Καὶ νῦν...
Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου...

Ἀντίφωνον Β'
Στίχ. Περίζωσαι τὴν ῥομφαίαν σου ἐπὶ τὸν μηρόν σου δυνατέ.

Σῶσον ἡμᾶς Υἱὲ Θεοῦ, ὁ ἐν ἀγκάλαις τοῦ Δικαίου Συμεὼν βασταχθείς, ψάλλοντάς σοι, Ἀλληλούϊα.

Στίχ. Καὶ ἔντειναι καὶ κατευοδοῦ καὶ βασίλευε.

Σῶσον ἡμᾶς Υἱὲ Θεοῦ...

Στίχ. Τὰ βέλη σου ἠκονημένα δυνατέ, λαοὶ ὑποκάτω σου πεσοῦνται.

Σῶσον ἡμᾶς Υἱὲ Θεοῦ.

Στίχ. Ῥάβδος εὐθύτητος ἡ ῥάβδος τῆς βασιλείας σου.

Σῶσον ἡμᾶς Υἱὲ Θεοῦ...
Δόξα... Καὶ νῦν...
Ὁ μονογενὴς Υἱός, καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ...

Ἀντίφωνον Γ'
Στίχ. Ἄκουσον θύγατερ καὶ ἴδε, καὶ κλῖνον τὸ οὖς σου.
Ἦχος α'
Χαῖρε κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε· ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, φωτίζων τοὺς ἐν σκότει. Εὐφραίνου καὶ σὺ Πρεσβύτα δίκαιε, δεξάμενος ἐν ἀγκάλαις τὸν ἐλευθερωτὴν τῶν ψυχῶν ἡμῶν, χαριζόμενον ἡμῖν καὶ τὴν Ἀνάστασιν.

Στίχ. Τὸ πρόσωπόν σου λιτανεύσουσιν οἱ πλούσιοι τοῦ λαοῦ.

Χαῖρε κεχαριτωμένη...

Στίχ. Μνησθήσομαι τοῦ ὀνόματός σου, ἐν πάσῃ γενεᾷ καὶ γενεᾷ.

Χαῖρε κεχαριτωμένη...

Εἰσοδικόν
Ἐγνώρισε Κύριος τὸ Σωτήριον αὐτοῦ ἐναντίον πάντων τῶν ἐθνῶν.
Σῶσον ἡμᾶς Υἱὲ Θεοῦ.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος α'
Χαῖρε κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε· ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, φωτίζων τοὺς ἐν σκότει. Εὐφραίνου καὶ σὺ Πρεσβύτα δίκαιε, δεξάμενος ἐν ἀγκάλαις τὸν ἐλευθερωτὴν τῶν ψυχῶν ἡμῶν, χαριζόμενον ἡμῖν καὶ τὴν Ἀνάστασιν.

Κοντάκιον Ἦχος α'
Ὁ μήτραν παρθενικὴν ἁγιάσας τῷ τόκῳ σου, καὶ χεῖρας τοῦ Συμεὼν εὐλογήσας ὡς ἔπρεπε, προφθάσας καὶ νῦν ἔσωσας ἡμᾶς Χριστὲ ὁ Θεός. Ἀλλ' εἰρήνευσον ἐν πολέμοις τὸ πολίτευμα, καὶ κραταίωσον Βασιλεῖς οὓς ἠγάπησας, ὁ μόνος φιλάνθρωπος.

Εἰς τὸ Ἐξαιρέτως
Ἦχος γ'
Θεοτόκε ἡ ἐλπίς, πάντων τῶν Χριστιανῶν, σκέπε φρούρει φύλαττε, τοὺς ἐλπίζοντας εἰς σέ.
 Ἐν νόμῳ, σκιᾷ καὶ γράμματι, τύπον κατίδωμεν οἱ πιστοί, πᾶν ἄρσεν τὸ τὴν μήτραν διανοῖγον, ἅγιον Θεῷ· διὸ πρωτότοκον Λόγον, Πατρὸς ἀνάρχου Υἱόν, πρωτοτοκούμενον Μητρί, ἀπειράνδρῳ, μεγαλύνομεν
Κοινωνικὸν
Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι, καὶ τὸ ὄνομα Κυρίου ἐπικαλέσομαι. Ἀλληλούϊα.