Μπες και Δες

Δεν είναι πάντα στη ζωή μας απαραίτητα τα χρήματα, μπορούμε να προσφέρουμε στον συνάνθρωπό μας και με λίγη καλή θέληση. Χρήματα μπορεί να μην υπάρχουν, όμως πάντα υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν άνθρωποι που θα χαρίσουν λίγα χαμόγελα… Μάθε για την ομάδα μας … Βοήθησε και εσύ ……

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2013

ΑΣΚΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ



ΑΣΚΗΤΙΣΜΟΣ – Η  ΛΑΘΟΣ  ΑΝΤΙΛΗΨΗ

Η απονέκρωση των φυσικών επιθυμιών, η σκληραγωγία του σώματος, η εγκράτεια, η νηστεία, η προσευχή και γενικά η άρνηση όλων των εγκοσμίων, που αποσκοπεί στην πνευματική κάθαρση και ανύψωση ή στην επίτευξη αγαθών θρησκευτικής ή ηθικής φύσης. Προϋπόθεση του ασκητισμού είναι η αποδοχή της αντίληψης ότι ο κόσμος αποτελείται από ύλη και πνεύμα και ότι τα υλικά πράγματα είναι εκ φύσεως διεφθαρμένα και έργα ενός δημιουργού αντίθετου προς το δημιουργό της ψυχής. Ο ασκητής πρεσβεύει ότι το σώμα είναι φυλακή της ψυχής. Για να φτάσει στο τέλειο η ψυχή, πρέπει να απαλλαχτεί από το σώμα και απ΄ ότι σχετίζεται μ΄αυτό.

Η  ΟΡΘΟΔΟΞΗ  ΑΣΚΗΣΗ
Πολλοί άνθρωποι, θεωρούν τους ασκητές ως ανθρώπους απομονωμένους από την πραγματικότητα της ζωής, αδύναμους να αντιμετωπίσουν τη ζωή ή και εχθρικούς προς αυτήν. Είναι όμως έτσι;
Άσκηση είναι ένα μέσον και ένας τρόπος συνεχούς και επαναλαμβανόμενης προετοιμασίας, για να επιτύχει κανείς ένα σκοπό. Στο Χριστιανισμό άσκηση είναι η προσπάθεια του πιστού να τιθασεύσει τις ψυχικές και σωματικές ορμές και αδυναμίες, να τις υποτάξει στο σκοπό που έχει θέσει, να ετοιμάσει, δηλ. τον εαυτό του, ώστε να δεχθεί τη χάρη του Θεού και να φτάσει στην ομοίωσή του με το πρότυπο του, στη θέωση. Η αντίληψη ότι η ορθόδοξη ασκητικότητα είναι εναντίον του ανθρώπινου σώματος είναι λαθεμένη, γιατί δεν υπάρχει αυτός ο διαχωρισμός σώματος και ψυχής ως διαφορετικών συστατικών που αντιμάχονται μεταξύ. Ο ασκητής δεν πολεμάει το σώμα του αλλά τα πάθη του.
Βασική προϋπόθεση για τη χριστιανική άσκηση, είναι το να δώσει ο άνθρωπος νέο νόημα στα εγκόσμια πράγματα από την αγάπη του στο Θεό.
ΟΟι στόχοι που θέτουν οι ασκητές δε διαφέρουν από αυτούς που ο κάθε πιστός θέτει στη ζωή του. Επομένως, τα μέσα της άσκησης που χρησιμοποιεί ο ασκητής μπορούν σε ένα βαθμό να γίνουν και μέσα του κάθε πιστού.
Η ορθόδοξη άσκηση αξιολογείται πολλές φορές αρνητικά, γιατί θεωρείται ότι ο ασκητής αρνείται τη ζωή και τους ανθρώπους. Άσκηση δε σημαίνει περιφρόνηση του φυσικού κόσμου, αλλά αγωνιστική προσπάθεια για καθοδήγηση της φύσης προς το Θεό, καθώς ο ασκητής μαθαίνει να γίνεται το εργαλείο με το οποίο περνά η αγάπη του Θεού προς τα πλάσματά Του. Έτσι, μεταχειρίζεται με σύνεση και σεβασμό το περιβάλλον και το χρησιμοποιεί χωρίς να το τραυματίζει. Επικοινωνεί με την έμψυχη και άψυχη φύση με έναν τρόπο διαφορετικό, και προσεύχεται για όλη τη δημιουργία.
Ο ασκητής εγκαταλείπει τον κόσμο, όχι τοπικά αλλά ως τρόπο σκέψης. Εγκαταλείπει το υλιστικό και χρησιμοθηρικό πνεύμα του κόσμου, δίνοντας προτεραιότητα στον αγιασμό του.
Η άσκηση δεν έχει χαρακτήρα διανοητικής ενασχόλησης με το Θεό. Είναι πνευματική και σωματική, συνδυάζοντας την προσευχή και τη χειρωνακτική εργασία. Το αντίθετο άλλωστε θα σήμαινε απολυτοποίηση του πνεύματος που είναι επικίνδυνο όσο και η απολυτοποίηση της ύλης.

Τρόποι και όπλα πνευματικά που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο ασκητής είναι:
1. Ασκητικές πρακτικές, όπως νηστεία, προσευχή, μετάνοια και εξομολόγηση, έμπρακτη αγάπη και βοήθεια στον πλησίον.
2. Η προβολή και η μίμηση αγίων ασκητών.
3. Η διαρκής προσευχή. Εκτός από τη λατρευτική προσευχή, με τις ακολουθίες, ο ασκητής αλλά και ο κάθε χριστιανός, διαθέτει ένα ισχυρό όπλο. Είναι η νοερά προσευχή, η συνεχής επίκληση του ονόματος του Ιησού, όχι σαν μια «τεχνική» αυτόνομη από την υπόλοιπη λειτουργική ζωή, αλλά σαν προγύμνασμα για την άξια μετοχή του ασκητή στη θεία Ευχαριστία.
Τελικά άσκηση δεν είναι εχθρότητα προς τη ζωή ή τον άνθρωπο, αλλά αντίθετα είναι η έμπρακτη επιβεβαίωση της «εξ όλης της ισχύος και διανοίας» αγάπης του ανθρώπου για το Χριστό και άρα και για τους συνανθρώπους του. Στην περίπτωση της ολοκληρωτικής παράδοσης
στο Θεό ο άνθρωπος όχι μόνο δε χάνει την ελευθερία του, αλλά την πραγματώνει. Ξεπερνά τη δουλεία στον εαυτό του και την ψευτοθεοποίηση, που τον οδηγεί στο θάνατο. Ο άνθρωπος ασκείται και θυσιάζει τις εγωιστικές του επιδιώξεις και τις ιδιοτροπίες του, αρνείται την αδικία και το συμβιβασμό, θυσιάζεται ακόμη και για τον εχθρό του. Αυτά μπορεί να τα επιτύχει κάθε χριστιανός, κάθε εποχής και κάθε ηλικίας. Η άσκηση είναι κάτι που απευθύνεται στον καθένα μας, σε κάθε στιγμή της ζωής μας.

Η  ΑΣΚΗΣΗ  ΩΣ  ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ  ΣΥΝΘΗΚΗ  ΤΟΥ  ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ  ΒΙΟΥ
Η άσκηση ταυτίζεται με την προσπάθεια επιστροφής στο Θεό και της υποταγής στο άγιο θέλημά Του. Αφού η πτώση, η υποδούλωση στα πάθη, απομακρύνουν τον άνθρωπο από το Θεό, η αποκάθαρση, ο συστηματικός πνευματικός αγώνας, η άσκηση της ταπείνωσης και των ευαγγελικών αρετών συνιστούν την πορεία επιστροφής προς το Θεό.
Το βασικό πλαίσιο του πνευματικού αγώνα κάθαρση - φωτισμός - θέωση, παραμένει η μόνη ασφαλής οδός αποκατάστασης της σχέσης του ανθρώπου με το Θεό και ο μόνος σίγουρος τρόπος αποκατάστασης της ακεραιότητας του ανθρώπινου προσώπου ως εικόνας του Θεού. Ακεραιότητα η οποία διασπάστηκε σε ατέλειωτα κομμάτια εξαιτίας των πολλαπλών κακών ενεργημάτων των παθών του μεταπτωτικού ανθρώπου. Έτσι έφτασε ο άνθρωπος να παρουσιάζει τόσα «πρόσωπα», όσα είναι τα άπειρα ενεργήματα των παθών επάνω του. Μόνο η σοβαρή ασκητική προσπάθεια μπορεί να βάλει κάποια τάξη στο χάος που υπάρχει στον μεταπτωτικό άνθρωπο, ώστε να συναισθανθεί το χάλι του και να αρχίσει να εργάζεται για την επούλωση των πληγών που του δημιουργεί η αμαρτία και ο διάβολος, συνεργούσης και της δικής του εμπάθειας.
«Η χριστιανική άσκηση δεν γίνεται για να αποκαλυφθεί η δύναμη ή η καρτερία μας. Δεν σημαίνει να θέτουμε ορισμένους στόχους ρεκόρ. Δεν σημαίνει ακόμη να έχουμε σκοπό το βασανισμό του εαυτού μας. Τούτο αποτελεί θρησκοληψία και απανθρωπιά. Η ουσιαστική άσκηση του χριστιανού είναι η αδιάκοπη προετοιμασία για την αποδοχή της αγάπης, της πνοής του Αγίου Πνεύματος».                                              Πρωτοπρ. Κωνσταντίνου Καραϊσαρίδη

Η  ΕΓΚΡΑΤΕΙΑ  ΣΤΗ  ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ  ΖΩΗ

«Η εγκράτεια δεν περιορίζεται μόνο στην αποχή των βρωμάτων, των τροφών (διότι αυτό το κατόρθωσαν και πολλοί από τους αρχαίους ειδωλολάτρες φιλοσόφους), αλλά προπάντων στον ρεμβασμό των ματιών». «Εγκράτεια είναι η αναίρεση της αμαρτίας, η αποξένωση από τα πάθη, η νέκρωση του σώματος μέχρι και αυτών των φυσικών επιθυμιών και λειτουργιών, είναι η αρχή της πνευματικής ζωής, αυτή που αφανίζει το κεντρί της φιληδονίας». (Μ. Βασίλειος)
«Εγκράτεια είναι να μην παρασύρεται και να μην υποκύπτει ο χριστιανός σε κάποιο πάθος.» (ι. Χρυσόστομος)
Η εγκράτεια, εκφράζει το πνεύμα του χριστιανικού αγώνα μας. Η διδασκαλία της Εκκλησίας μας για την εγκράτεια και την ταπείνωση του σαρκικού φρονήματος συχνά παρεξηγείται. Μας κατηγορούν ότι περιφρονούμε το ανθρώπινο σώμα, θεωρώντας το σαν κάτι το κακό.
Μια τέτοια αντίληψη, αποτελεί δεινή πλάνη. Για τη χριστιανική ανθρωπολογία το σώμα μας είναι κάτι το ιερό. Πλασμένο «καλόν λίαν», που τιμήθηκε από τον ίδιο τον Κύριο.
Στον εν Χριστώ αγιασμό μετέχει και το σώμα που φέρουμε. Και αυτή η συμμετοχή είναι που το αναδεικνύει, σε ναό του Θεού και κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος. Και το ανθρώπινο σώμα, εξαγιασμένο με την εν Χριστώ άσκηση και τη ζωοποιό χάρη του Αγίου Πνεύματος, από τον παρόντα κόσμο, μέλλει να μετάσχει και στην άκτιστη δόξα της θείας Βασιλείας.
Αν κάτι πολεμούμε οι χριστιανοί με την άσκηση και την εγκράτεια, αυτό δεν είναι το σώμα αλλά «το φρόνημα της σαρκός» οι εμπαθείς επιθυμίες και η ροπή προς τη φιληδονία.
Με την εν Χριστώ εγκράτειά μας, δεν επιδιώκουμε να γίνουμε «σωματοκτόνοι» αλλά «παθοκτόνοι».
Χριστιανική ζωή χωρίς άσκηση και χωρίς εγκράτεια δεν νοείται. Άγιος που να διδάσκει πως στη Βασιλεία του Θεού μπορούμε να εισέλθουμε με την καλοπέραση, το φαγοπότι και την τρυφηλή ζωή δεν υπάρχει. Η Βασιλεία του Θεού δεν είναι «βρώσις και πόσις», αλλά άσκηση, εγκράτεια, αγιασμός.
Η εγκράτεια επιδιώκει την απαλλαγή του ασκουμένου χριστιανού από κάθε είδους πάθος.
«Αισθητή εγκράτεια είναι η απομάκρυνση από όλες τις αθέμιτες πράξεις που ενεργούμε μέσω της σάρκας. Και νοητή εγκράτεια είναι η απομάκρυνση του νου από τη φιληδονία που προκαλούν οι εμπαθείς λογισμοί».                                                               Μητρ. Ν. Σμύρνης Συμεών

ΑΣΚΗΤΙΣΜΟΣ  ΚΑΙ  ΘΥΣΙΑ
Όσοι προσπαθούν να θανατώσουν τα πάθη τους όχι για να γίνουν τέλειοι, ανώτεροι και καλύτεροι από τους άλλους, να επιτύχουν εκεί που αποτυγχάνουν οι άλλοι, αλλά με και για την αγάπη του Θεού, αυτοί γνωρίζουν τελικώς την ησυχία και την πραγματική εσωτερική ειρήνη.
Η «πνευματική ζωή» δεν είναι άρνηση της ύλης. «Σαρξ», δεν είναι μόνο το σώμα, αλλ’ είναι ολόκληρος ο άνθρωπος, ψυχή και σώμα, που έχει αρνηθεί και έχει απορρίψει το Άγιο Πνεύμα. Που διαπνέεται από μια καθαρά ανθρώπινη νοοτροπία, που επιδιώκει σκοπούς καθαρά ανθρώπινους και ενδοκοσμικούς όχι μόνο στα υλικά, αλλά και στα πνευματικά ζητήματα.
Ο άνθρωπος, που ζει «κατά σάρκα», θεωρεί ένα μέρος της φύσεώς του, το υλικό, σαν το όλο· και προσπαθεί να «συμμορφώσει» ολόκληρη την ύπαρξή του προς το επινόημά του αυτό.
Απ’ αυτό το «φρόνημα» έχει σκοπό να μας λυτρώσει η χριστιανική άσκηση, όχι από το σώμα και γενικώς την ύλη.
Είναι αναμφισβήτητο το ότι πρέπει να ελέγχουμε την σάρκα, το ότι πρέπει να ασκούμε και να δουλαγωγούμε το σώμα. Αλλ’ ο έλεγχος, η άσκηση και η δουλαγωγία αυτή είναι απαραίτητα, όχι γιατί το σώμα είναι κακό, αλλ’ αντιθέτως γιατί και αυτό είναι προορισμένο για την αιώνια ζωή για την χάρη, την αφθαρσία και την αθανασία. Η άσκηση του σώματος γίνεται όχι μόνον για το καλό της ψυχής, αλλά και για το καλό του σώματος. Ασκούμε το σώμα, επειδή είναι αναφαίρετο στοιχείο της ανθρώπινης φύσεώς μας, επειδή χωρίς αυτό δεν μπορούμε να είμαστε πλήρεις άνθρωποι ούτε στην παρούσα ζωή ούτε στην μέλλουσα. Το σχέδιο του Θεού δεν είναι να αποπλανήσει την ψυχή και να την αποσπάσει από το σώμα, αλλά να αγιάσει και τα δύο μαζί, θεώνοντας ολόκληρο τον άνθρωπο.
Δεν γίνεται ποτέ κανένας άγιος με το να τρέπεται σε φυγή μπροστά στα υλικά πράγματα. Άγιος γίνεται κανείς, μόνον όταν αγωνίζεται, με την χάρη του Θεού, να καταστήσει αγία όλη την ζωή του. Όταν ζει κάνεις μία τέτοια ζωή, όλες οι πράξεις του σώματός του θα κατευθύνονται προς τον Θεό και από τον ίδιο τον Θεό και θα αποτελούν μία αδιάκοπη προσευχή.
Ο άγιος, επομένως, δεν αγιάζεται μόνο με το να νηστεύει όταν πρέπει να νηστεύσει, αλλά και με το να τρώει όταν πρέπει να φάει. Δεν αγιάζεται μόνον με τις αγρυπνίες και τις μεσονύκτιες προσευχές, αλλά και με τον ύπνο που κοιμάται από υπακοή προς Εκείνον που μας έπλασε όπως μας έπλασε. Όχι μόνον η ησυχία και η μόνωση συμβάλλουν στην ένωσή του με τον Θεό, αλλά και η αγάπη που τρέφει για τους φίλους, τους συγγενείς, τους συνεργάτες του.
Πολλοί άνθρωποι θα φθάσουν στην αγιότητα δια της κατά Χριστόν αγαμίας, ενώ πολλοί άλλοι, θα αγιασθούν με τον έγγαμο βίο. Η Εκκλησία δεν υποτιμά καθόλου τις δυνατότητες του εγγάμου βίου να γίνει «εργαστήριον αγιότητος» ούτε θεωρεί το σώμα και τις λειτουργίες του σώματος σαν εμπόδια στην πορεία του ανθρώπου προς την αγιότητα.
Προσφέρει μεγάλη δόξα στον Θεό ο άνθρωπος, εκτιμώντας και χρησιμοποιώντας τα καλά πράγματα της ζωής χωρίς φόβο, χωρίς αγωνία και χωρίς άτακτο πάθος. Βεβαίως, η χρήση αυτή δεν πρέπει να γίνει κατάχρηση· αλλά και δεν μπορεί να πάψει να είναι χρήση. Χρησιμοποιούμε τα δώρα του Θεού «ως μη καταχρώμενοι», όταν τα χρησιμοποιούμε χωρίς ιδιοτέλεια, με πλήρη ευγνωμοσύνη και με αληθινή αγάπη στον Θεό. Όταν όλη η ζωή μας είναι προσανατολισμένη προς τον Θεό, τότε η χρήση ακόμη και των πραγμάτων που φαίνονται λιγότερο πνευματικά, είναι δυνατόν να αγιάσει και αυτά και εμάς.
Ο Χριστιανός, προσπαθεί να αδιαφορεί για όλα τα πράγματα, όχι επειδή τα θεωρεί κακά ή περιφρονητέα, αλλά γιατί αγαπά τον Θεό πάνω και πέρα απ’ όλα τα πράγματα. Αλλά η αγάπη αυτή, τον βοηθά συγχρόνως να ανακαλύψει και να ξαναβρεί στον Θεό όλα τα πράγματα που έχει απαρνηθεί για χάρη Του. Σε τελική ανάλυση, η απάρνηση των πραγμάτων γίνεται και χάριν του Θεού, και χάριν των ιδίων των πραγμάτων, για να κατορθώσουμε να βρούμε την πραγματική αξία και την αλήθειά τους, και να πάψουμε να τα βλέπουμε απλά και μόνο σαν μέσα που εξυπηρετούν την φιλαυτία και τον εγωισμό μας. Κι αν αυτό ισχύει για τα πράγματα, μπορεί να καταλάβει κανείς πόσο ισχύει για τα πρόσωπα, στα οποία η αγάπη του Θεού δίδει άπειρη αξία.
Ο άνθρωπος, που αγαπά τον εαυτό του περισσότερο από τον Θεό, αγαπά πρόσωπα και πράγματα μόνον για το καλό που αυτός μπορεί να κερδίσει από αυτά. Ο άνθρωπος αυτός είναι αδιάφορος για την αξία και το καλό που έχουν "καθ᾿ εαυτά".                               Thomas Merton

Η  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΣΤΗΝ  ΙΣΤΟΡΙΑ  ΚΑΙ  ΣΤΟ  ΠΑΡΟΝ 
Σύμφωνα με τον Μ. Βασίλειο οι μοναχοί προσεύχονται και εργάζονται. Προσεύχονται και ασκούνται στην ανάβαση της πνευματικής κλίμακας, για να αναγεννηθούν οι ίδιοι, για να βιώσουν το νέο κόσμο. Αλλά και εργάζονται για να προσφέρουν με τον καρπό του μόχθου τους την έμπρακτη αγάπη προς κάθε άνθρωπο που έχει ανάγκη βοηθείας. Αυτά τα δύο, προσευχή και εργασία, δράση και άσκηση δεν μπορούν να ξεχωριστούν στη καθημερινή πράξη: γιατί και η προσευχή είναι κοινωνική προσφορά, και η κοινωνική δράση είναι ευαγγελισμός του κόσμου.
Δεν λείπουν όμως και οι παρεκκλίσεις, που μεταβάλλουν τη δράση μέσα στην κοινωνία σε αυτοσκοπό, ξεχνώντας το κύριο μέλημα του πιστού, τη δική του σωτηρία και τον ευαγγελισμό των άλλων. Κι από την άλλη παρουσιάζονται μοναχοί που αδιαφορούν όχι μόνο για την κοινωνική προσφορά, αλλά και για την απαραίτητη για την επιβίωση τους εργασία.
Οι μεγάλοι πατέρες κράτησαν τη χρυσή τομή ανάμεσα στις υπερβολές. Πάντα είχαν ως στόχο τον ευαγγελισμό των ανθρώπων και τη βίωση του πνεύματος της αγάπης. Η φιλανθρωπία δεν αποκόπηκε από τη ρίζα της, από την πνευματική άσκηση, από την προσευχή, από τον ευαγγελισμό των ανθρώπων.
Η κοινωνική δράση δεν μπορεί και δεν πρέπει να απομονωθεί από την άσκηση, που ήταν και μένει το θεμέλιο της πνευματικής ζωής όχι μόνο των μοναχών, αλλά όλων των χριστιανών. Αλλά και η άσκηση δεν μπορεί και δεν πρέπει να πάψει να συνδέεται με την κοινωνική δράση, γιατί μόνον έτσι ξεπερνά τον κίνδυνο να αποβεί μια αποσπασμένη από τη ζωή ατομοκρατική απόλαυση. Η κοινωνική δράση δεν πρέπει να γίνει αυτοσκοπός, ένα είδος κοινωνικής πολιτικής, παράλληλη με την κοινωνική πρόνοια του κράτους και το ίδιο απρόσωπη όπως εκείνη. Είναι γνήσια χριστιανική όταν διατηρεί το χαρακτήρα της ως εκφράσεως της αγάπης του Χριστού για τον αδελφό. Γνώρισμά της είναι ο προσωπικός δεσμός του χριστιανού με τον πάσχοντα, πέρα από την υλική περίθαλψη.
Η αγάπη αυτή όμως είναι δυνατή, όταν πιο πριν οι χριστιανοί έχουν ασκηθεί, έχουν τουλάχιστον προσπαθήσει να ανέβουν την κλίμακα της πνευματικής αναβάσεως, έχουν γευτεί τον καρπό της κοινωνίας με το Θεό. Γιατί η άσκηση δεν είναι ποτέ απομόνωση και κλείσιμο του ανθρώπου στον εαυτό του, αλλά κοινωνία με το Θεό και τον συνάνθρωπο. Δεν είναι φυγή από τον κόσμο, αλλά ένταξη στον κόσμο του Ευαγγελίου.                                    Β. Π. Στογιάννος

ΒΑΣΙΚΑ  ΣΗΜΕΙΑ  ΤΗΣ  ΚΛΙΜΑΚΑΣ  ΤΟΥ  ΑΓΙΟΥ  ΙΩΑΝΝΗ  ΤΟΥ  ΣΙΝΑΪΤΗ
Είναι απαραίτητο να διακρίνουμε τη μοναχική ζωή από τη χριστιανική ζωή στον κόσμο και ταυτόχρονα να μην ξεχνάμε ότι ο σκοπός είναι κοινός: ο αγιασμός. Οι τρόποι όμως διαφέρουν.
Χριστιανισμός, δεν είναι η μαξιμαλιστική στρατηγική «ή όλα ή τίποτε», ούτε η ισοπεδωτική «τι λάχανα, τι μπρόκολα», ούτε η ξαφνική έφοδος, αλλά η στρατηγική της κλιμάκωσης των αναβαθμών, των σταδίων.
Η χριστιανική ζωή είναι ένας πόλεμος εναντίον του Σατανά και της αμαρτίας. Στον αγώνα αυτό και οι μικρές νίκες είναι σημαντικές και σ΄ αυτές πρέπει ο χριστιανός να στοχεύει.
Η ζωή του κάθε χριστιανού είναι χριστοκεντρική και όλη η ασκητική προσπάθειά του αποσκοπεί στο να μάθει να σηκώνει το σταυρό του.                                                                           Γιώργου Μπάρλα

Η ΑΓΙΟΤΗΤΑ είναι κάτι το πολύ φυσικό και δεν είναι μονοπώλιο των μοναχών. Η αγιότητα είναι ο σκοπός όλων των μελών της Εκκλησίας. Από την ημέρα που βαπτίζεται κάποιος μέχρι το τέλος της επίγειας ζωής του, οπωσδήποτε πορεύεται ή καλείται να πορεύεται προς την αγιότητα.
Χωρίς ασκητική ζωή δεν μπορεί να φτάσει κανείς στον αγιασμό. Το κύριο γνώρισμα της Εκκλησίας μας είναι η ασκητική ζωή. Οι ασκητισμοί δεν είναι μόνο στα μοναστήρια.

Ένας μοναχός φεύγει από τον κόσμο στην έρημο. Δεν φεύγει με καταφρόνηση ότι οι άλλοι είναι αμαρτωλοί. Απλώς φεύγει και απορρίπτει τον αρρωστημένο τρόπο ζωής.

Μεταξύ μοναχισμού και εν κόσμω ζωής, απλώς υπάρχει μια παραλλαγή πνευματικής ζωής.

Ιερομ. Εφραίμ Βατοπαιδηνού

Η  ΑΣΚΗΤΙΚΗ  ΖΩΗ  ΤΗΣ  ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

Φύλακας άγγελος της οικογένειας είναι η άσκηση. Όταν λέμε άσκηση εννοούμε την λειτουργική ζωή της οικογενείας. Χωρίς την Εκκλησία δεν μπορεί να διατηρηθεί η οικογένεια. Η οικογένεια πρέπει να έχει τον πνευματικό της σαν τον οικογενειακό της γιατρό. Κάτω από την παρακολούθηση του πνευματικού οι σύζυγοι αλληλοκατανοούνται και λύνονται τα προβλήματα.
Η νηστεία, η προσευχή και η Θεία Λειτουργία αγιάζουν τα παιδιά και τους συζύγους. Η μεγαλύτερη άσκηση και ευλογία στην οικογένεια είναι η συμμετοχή στην Θεία Κοινωνία. Πρέπει να εγκρατεύωνται και να ρυθμίζουν έτσι την ζωή τους, ώστε με την ευλογία του Πνευματικού τους να μπορούν τακτικά να κοινωνούν. Όταν το επιτύχουν αυτό δεν ζουν σαρκικά, αλλά πνευματικά και η χάρις του Θεού αναπαύεται επάνω τους. Από τον σαρκικό τρόπο ζωής, σκοτίζεται ο νους και αρχίζει η εμπάθεια και ο εγωισμός. Όταν μας κατευθύνει το σώμα κάνουμε πολλά λάθη. Όταν υπάρχει άσκηση και η βίωση της χριστιανικής ζωής, τότε υπάρχει ευλογία και χαρά στην οικογένεια.                                  Πηγή: Ο Όσιος Φιλόθεος της Πάρου

Η  ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΑ  ΤΟΥ  ΓΕΡΟΝΤΟΣ  ΠΑΪΣΙΟΥ
Οι σύντομες συναντήσεις πού είχα με τον Γέροντα με βοήθησαν να ζήσω το ασκητικό του πνεύμα. Κατανόησα ότι η άσκηση είναι ο δρόμος πού οδηγεί στον Θεό. Πείσθηκα ότι η άσκηση δεν είναι έργο μόνο των μοναχών, αλλά και κάθε γνήσιου χριστιανού. Οι μοναχοί ανοίγουν το δρόμο της άσκησης, είναι οι οδηγοί, κι ακολουθούν όλοι οι άλλοι. Αυτοί, με τους πνευματικούς τους αγώνες, μας διδάσκουν ότι η ορθόδοξη χριστιανική άσκηση δεν είναι μία στείρα καθηκοντολογία, αλλά ένας διαρκής αγώνας νηστείας, αγρυπνίας, προσευχής, μετάνοιας, μυστηριακής ζωής και έμπρακτης αγάπης προς τον Θεό και τον πλησίον. Ό άνθρωπος της άσκησης είναι άνθρωπος του Θεού.                                                                      Γεωργίου Κρασανάκη

 

Ο  ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ  ΑΣΚΗΤΙΣΜΟΣ  ΚΑΙ  Ο  ΓΕΡΟΝΤΑΣ  ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ

Όποιος ζει τον Χριστό, γίνεται ένα μαζί Του, με την Εκκλησία Του. Ζει μια τρέλα! Η ζωή αυτή είναι διαφορετική απ' τη ζωή των ανθρώπων. Είναι χαρά, φως. Είναι αγαλλίαση, είναι ανάταση.
Όταν δεν ζεις με τον Χριστό, ζεις μέσ΄ στη μελαγχολία, στη θλίψη, στο άγχος, στη στενοχώρια. δεν ζεις σωστά. Τότε παρουσιάζονται πολλές ανωμαλίες και στον οργανισμό. Επηρεάζεται το σώμα, οι ενδοκρινείς αδένες, το συκώτι, η χολή, το πάγκρεας, το στομάχι. Σου λένε: «Για να είσαι υγιής, πάρε το πρωί το γάλα σου, το αυγουλάκι σου, το βουτυράκι σου με δυο-τρία παξιμάδια». Κι όμως, αν ζεις σωστά, αν αγαπήσεις τον Χριστό, μ' ένα πορτοκάλι κι ένα μήλο είσαι εντάξει. Το μεγάλο φάρμακο είναι να επιδοθεί κανείς στην λατρεία του Χριστού. Όλα θεραπεύονται. Όλα λειτουργούν κανονικά. Η αγάπη του Θεού όλα τα μεταβάλλει, τα μεταποιεί, τα αγιάζει, τα διορθώνει, τα αλλάζει, τα μεταστοιχειώνει.

Να μην γίνεται η ευχή αγγαρεία. Η πίεση μπορεί να φέρει μια αντίδραση μέσα μας, να κάνει κακό. Γίνεται, βέβαια, κι όταν το κάνεις αγγαρεία, αλλά δεν είναι υγιές.
Δεν είναι ανάγκη να συγκεντρωθείτε ιδιαίτερα για να πείτε την ευχή. Δεν χρειάζεται καμιά προσπάθεια όταν έχεις θείο έρωτα. Όπου βρίσκεσθε, σε σκαμνί, σε καρέκλα, σε αυτοκίνητο, στον δρόμο, στο σχολείο, στη δουλειά να λέτε την ευχή, απαλά, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο.
Σημασία στην προσευχή έχει όχι η χρονική διάρκεια αλλά η ένταση. Να προσεύχεσθε έστω και πέντε λεπτά, αλλά δοσμένα στο Θεό με αγάπη και λαχτάρα.
Ο άνθρωπος του Χριστού όλα τα κάνει προσευχή. Και τη δυσκολία και τη θλίψη, τις κάνει προσευχή. Ό,τι και να του τύχει αμέσως αρχίζει: «Κύριε Ιησού Χριστέ ...;». Η προσευχή ωφελεί σε όλα, και στα πιο απλά. Για παράδειγμα, πάσχεις από αϋπνία. Να συγκεντρώνεσαι, να λες τη δοξολογία και μετά τρεις φορές το «Κύριε Ιησού Χριστέ ...» κι έτσι θα έρχεται ο ύπνος.

Είναι μεγάλη τέχνη να τα καταφέρετε να αγιασθεί η ψυχή σας. Παντού μπορεί ν' αγιάσει κανείς. Και στην Ομόνοια μπορεί ν' αγιάσει, αν το θέλει. Στην εργασία σας, όποια και να είναι, μπορείτε να γίνετε άγιοι. Με την πραότητα, την υπομονή, την αγάπη. Να βάζετε κάθε μέρα νέα σειρά, νέα διάθεση, με ενθουσιασμό και αγάπη, προσευχή και σιωπή.
Ο ορθόδοξος ασκητισμός δεν είναι μόνο για τα  μοναστήρια, αλλά και για τον κόσμο.

Κανείς ασκητής δεν αγίασε χωρίς ασκήσειςΚανείς δεν μπόρεσε ν' ανέλθει στην πνευματικότητα χωρίς ν' ασκηθεί. Πρέπει να γίνονται ασκήσεις. Άσκηση είναι οι μετάνοιες, οι αγρυπνίες κ.λ.π., αλλά όχι με βία. Όλα να γίνονται με χαρά. Δεν είναι οι μετάνοιες που θα κάνομε, δεν είναι οι προσευχές, είναι το δόσιμο, ο έρωτας για τον Χριστό, για τα πνευματικά. Υπάρχουν πολλοί που τα κάνουνε αυτά όχι για τον Θεό αλλά για άσκηση, για ωφέλεια σωματική. Όμως οι πνευματικοί άνθρωποι το κάνουνε για ψυχική ωφέλεια, για τον Θεό. Αλλά και το σώμα ωφελείται πολύ, δεν αρρωσταίνει. Πολλά καλά έρχονται».

Μέσα στην άσκηση, τις μετάνοιες, τις αγρυπνίες και τις άλλες κακουχίες είναι και η νηστεία. «Παχεία γαστήρ λεπτόν ου τίκτει νόον». Όλα τα πατερικά βιβλία ομιλούν για τη νηστείαΟι Πατέρες τονίζουν να μην τρώμε δυσκολοχώνευτα φαγητά η λιπαρά και παχιά, γιατί κάνουν κακό στο σώμα αλλά και στην ψυχή. Λένε ότι το προβατάκι τρώει τα χορταράκια της γης κι είναι τόσο ήσυχο. Είδατε που λένε, «σαν το πρόβατο». Ενώ ο σκύλος ή η γάτα κι όλ' αυτά τα σαρκοφάγα, είναι όλα τους άγρια ζώα. Το κρέας κάνει κακό στον άνθρωπο. Κάνουν καλό τα χόρτα, τα φρούτα κ.λ.π. Γι' αυτό οι Πατέρες ομιλούν για νηστεία και κατακρίνουν την πολυφαγία και την ηδονή που αισθάνεται κανείς με τα φαγητά τα πλούσια. Να είναι πιο απλά τα φαγητά μας. Να μην ασχολούμαστε τόσο πολύ μ' αυτά. Δεν είναι το φαγητό, δεν είναι οι καλές συνθήκες διαβιώσεως, που εξασφαλίζουν την καλή υγεία. Είναι η αγία ζωή, η ζωή του Χριστού. Ξέρω για ασκητές που νηστεύανε πολύ και δεν είχανε καμιά αρρώστια. Δεν κινδυνεύει να πάθει κανείς τίποτα απ' τη νηστεία. Κανείς δεν έχει αρρωστήσει απ' τη νηστεία. Πιο πολύ αρρωσταίνουν εκείνοι που τρώνε κρέατα κι αυγά και γάλατα, παρά εκείνοι που είναι λιτοδίαιτοι. Είναι παρατηρημένο αυτό. Οι νηστευταί νηστεύουν και δεν παθαίνουν τίποτα· όχι απλώς δεν παθαίνουν, αλλά θεραπεύονται από αρρώστιες.  
Για να τα κάνετε όμως αυτά, (δηλ. την νηστεία), πρέπει να έχετε πίστη. Αλλιώς σας πιάνει λιγούρα. Η νηστεία είναι και ζήτημα πίστεως. Οι ασκηταί μεταποιούν τον αέρα σε λεύκωμα και δεν τους πειράζει η νηστεία. Όταν έχετε τον έρωτα στο θείον, μπορείτε να νηστεύετε με ευχαρίστηση κι όλα είναι εύκολα· αλλιώς σας φαίνονται όλα βουνόΌποιοι έδωσαν την καρδιά τους στον Χριστό και με θερμή αγάπη έλεγαν την ευχή, κυριάρχησαν και νίκησαν τη λαιμαργία και την έλλειψη εγκρατείας.

ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ  ΑΣΚΗΤΙΣΜΟΣ:  ΖΩΗ  ΧΩΡΙΣ  ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

«Μέχρι πριν από τρία χρόνια είχα τηλεόραση στο σπίτι μου. Φίλοι μου που ήδη την είχαν κλείσει οριστικά με έπεισαν πως στην ουσία δεν επιλέγεις εσύ τι θα δεις στη μικρή οθόνη, αλλά ό,τι οι άλλοι θέλουν να σου σερβίρουν. Είπα, λοιπόν, να δω κι εγώ στην πράξη πώς θα είναι η ζωή μου.
Διαπίστωσα πως δεν ήταν και η πιο δύσκολη απόφαση να κάνω πιο… ευρύχωρο το δωμάτιό μου, να το αδειάσω από ένα περιττό έπιπλο. Μου έφτανε να συνειδητοποιήσω κάποια στιγμή πως μπροστά στο γυαλί έχανα την ευκαιρία για άλλα πράγματα, τα οποία ήθελα αλλά δεν προλάβαινα να κάνω. Με το που σταμάτησα όμως να παρακολουθώ, ένιωσα τον χρόνο μου να αυξάνεται: είχα πλέον περισσότερες ελεύθερες ώρες για επικοινωνία με άλλους ανθρώπους, αλλά και για να σκεφτώ. Άρχισα να διαβάζω περισσότερα βιβλία, εφημερίδες και περιοδικά, να ακούω ραδιόφωνο, να πηγαίνω βόλτες ή και επισκέψεις. Εξασφάλισα μεγαλύτερη ηρεμία στη ζωή μου! Όταν δεν έχεις τηλεόραση, βλέπεις πιο νηφάλια τα πράγματα. Στα δελτία ειδήσεων δεν υπάρχει πια ψύχραιμη ενημέρωση. Τα κανάλια δεν σου μεταδίδουν απλώς ειδήσεις, αλλά τις κατασκευάζουν για να στις πουλήσουν ως εμπορικό είδος.
Από την πρώτη κιόλας ημέρα που έκλεισα οριστικά την τηλεόραση φρόντισα να δαπανήσω τον χρόνο μου σε άλλα ενδιαφέροντα…».                       Κυριάκος Φαλελάκης  Αρχική πηγή: Τα Νέα

Η  ΑΣΚΗΤΡΙΑ  ΛΑΜΠΡΙΝΗ  ΑΠΟ  ΤΗΝ  ΑΡΤΑ

Η Λαμπρινή γεννήθηκε το 1918 στο χωριό Αγ. Παρασκευή Άρτης. Μεγάλωσε με χριστιανικές αρχές. Έμαθε να αγαπά τους ανθρώπους και να ζει σύμφωνα με τον λόγο του Θεού. Τελείωσε μόνο το δημοτικό σχολείο και διάβαζε με πόθο την Αγία Γραφή και άλλα πνευματικά βιβλία. 
Όταν έγινε δεκαεπτά χρόνων πήγε στο Μοναστήρι. «Την άλλη μέρα ήρθαν οι γονείς μου με φωνές και με πήραν. Σε λίγες μέρες άρχισαν τα προξενιά. Ήμουν αρνητική. Εύρισκα προφάσεις». Μετά με ρώτησαν τι θέλω; Τους είπα: «Θα προσευχηθώ όλη τη νύχτα και ό,τι μου πει ο Θεός».
Προσευχήθηκα και είπα: «Θεέ μου, ένα πράγμα σου ζητώ. Να μου δώσεις άδεια να πάρω τον Ουράνιο (νυμφίο) και εγώ, όπως παίρνουν οι καλές ψυχές. Να μη συζευχτώ με επίγειον άνδρα».
Άκουσα φωνή: «Σε έχουμε υπ’ όψιν. Μια ώρα δική μας θα γίνεις. Πρέπει όμως να συζευχθείς αυτού για να δυναμώσεις. Να βάλεις χαλινάρια στο στόμα, στα πόδια, στα χέρια, στη σάρκα».
- Στη σάρκα; Στην παντρειά με στέλνεις.
- Σε στέλνω Εγώ, και η σάρκα είναι ευλογημένη. Δοκιμασίες θα έχεις…
Εγώ συνέχισα να προσεύχομαι για το καλύτερο, να γίνω Μοναχή, όμως μου έλεγε ότι «το καλύτερο για σένα είναι να παντρευτείς, να δοκιμαστείς, να ψηθείς. Αν πας στο Μοναστήρι, δεν θα βασανισθείς τόσο. Ό,τι κάνουν οι άλλοι θα κάνεις και συ, είτε τρώνε, είτε προσεύχονται.
Στον κόσμο όμως θα συναντήσεις κακότητα, μοχθηρία. Εμείς τελειώσαμε τώρα, πάρε την δύναμη και την φώτιση και εργάσου όσο μπορείς».
Εργάσθηκα σε όλη μου την ζωή. Αγωνίστηκα. Τα πεθερικά μου δεν με ήθελαν, με έδιωχναν, με έβριζαν με άπρεπα λόγια. Όσα μου είπε η φωνή, το Πνεύμα, τα βρήκα όλα».
Η ζωή της δεν ήταν καθόλου εύκολη στην οικογένεια του συζύγου της, γιατί ζούσαν δεκατρία άτομα μαζί στο ίδιο σπίτι και ο καθένας είχε τις δικές του ιδιοτροπίες και τον δικό του τρόπο σκέψεως. Ο πεθερός της της φερόταν με άσχημο τρόπο, με περιφρόνηση και σκληρότητα.
Η Λαμπρινή όμως κατάφερε με την υπομονή να τα ξεπεράσει όλα. Στις βρισιές του έλεγε: «Πες με ό,τι θέλεις. Εγώ είμαι μουγκή»… Και από τον σύζυγο της είχε δυσκολίες.
Κάποτε που βρισκόταν σε αγρυπνία στον άγιο Φανούριο στο γειτονικό χωριό Γλυκόριζο, άκουσε φωνή που της είπε: «Αυτή τη στιγμή καίγεται το σπίτι σου…» Όταν τέλειωσε η αγρυπνία και γύρισε μαζί με τις άλλες γυναίκες με τα πόδια, είδε τα βιβλία της καμένα και πεταμένα έξω από το σπίτι και τον σύζυγο της σε έξαλλη κατάσταση να της φωνάζει να φύγει από το σπίτι.
Η Λαμπρινή απάντησε: «Δεν φεύγω. Εσύ είσαι ό άντρας μου, εδώ είναι το σπίτι μου, σκότωσε με, κάνε με ό,τι θέλεις, εγώ δεν φεύγω». Τη νύχτα την κλείδωσε έξω από το σπίτι. Υπέμεινε ήρεμα και έλεγε: «Ο πειρασμός τον βάζει, θα του περάσει. Αυτός είναι καλός, αλλά στο καφενείο τον “άναψε” ο τάδε και έκανε ό,τι έκανε, μέχρι να του περάσει ο θυμός».
Παρά τις τόσες δυσκολίες και τις κοπιαστικές αγροτικές εργασίες, δεν άφηνε δευτερόλεπτο της ημέρας χωρίς να προσεύχεται και να ευχαριστεί τον Θεό. Μαζί της στο χωράφι που πήγαινε να εργαστεί έπαιρνε και βιβλία πνευματικά για να διαβάζει και να προσεύχεται. Τα βιβλία της ήταν η περιουσία της, όπως έλεγε, και από την μελέτη τους έπαιρνε πολλή δύναμη.
Μετά πού απέκτησε τα δυο της παιδιά, με τον άνδρα της ζούσαν σαν αδέλφια. Αυτός τις νύχτες κοιμόταν και η Λαμπρινή διάβαζε τα βιβλία της με το φως ενός καντηλιού και ενός κεριού.
Όταν ήταν μόνη της διάβαζε ή προσευχόταν. Για να ξεμουδιάσει έβγαινε και έκανε περίπατο στον κήπο με τις πορτοκαλιές και έλεγε την ευχή (Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με).
Ο λόγος της ήταν πάντα για την υπομονή. Έλεγε: «Εμείς Οι χριστιανοί θα περάσουμε εδώ μεγάλες δοκιμασίες, ακόμα και μέσα στην ίδια την οικογένεια μας. Θα πρέπει να δείχνουμε υπομονή, αγάπη, και να κάνουμε ελεημοσύνες».
Σε νέους πού την επισκέπτονταν συμβούλευε: «Αποφάσισες να παντρευτείς; Θα κάνεις υπομονή και όχι μία, αλλά πολλές. Να εκκλησιάζεστε τακτικά, να εξομολογείστε, να κοινωνάτε και να προσεύχεσθε. Όταν κάνετε αυτά, θα πάτε κοντά στον Χριστό να χαίρεστε για πάντα».

ΕΙΠΕ  ΓΕΡΩΝ  ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ…

«Οι σημερινοί καλόγεροι έχουν αλλάξει την καλογερική λίγο, αλλά αυτό οφείλεται στο ότι χάλασε η οικογένεια. Τα παιδιά που έρχονται, δεν έχουν την σειρά από το σπίτι που είχαμε εμείς.
Φταίνε και οι δάσκαλοι. Παλαιά μας μάθαιναν να εκκλησιαζόμαστε, να κάνουμε προσευχή πριν από το μάθημα, μας δίδασκαν σωστά θρησκευτικά. Σήμερα οι περισσότεροι γονείς είναι αδιάφοροι για την διαπαιδαγώγηση των παιδιών και κοιτάζουν τη διασκέδασή τους.
Παλαιά όλοι οι πατέρες εδώ, στην Σκήτη Ξενοφώντος ασχολούνταν με τη γεωργία. Διαθέταμε τα προϊόντα στο Ρωσσικό και επιβιώναμε. Με τα λίγα χρήματα που παίρναμε, αγοράζαμε το σιτάρι και το αλέθαμε μόνοι μας εδώ στο νερόμυλο.
Είχαμε δικό μας το λάδι και λίγο κρασάκι. Παίρναμε και λίγο τυράκι και ήμασταν ευχαριστημένοι. Ε, και κανένα παπούτσι, κανένα ζωστικό και αυτό ήταν. Λέγαμε «Δόξα σοι ο Θεός, τα βγάλαμε πέρα και φέτος». Μετά του χρόνου πάλι το ίδιο».
πηγή: «Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου