Σέ πάρα πολλές συζητήσεις, ἀκούγεται κατά κόρον ὅτι ἡ ἀνθρωπιά σήμερα ἔχει χαθεῖ. Ποῦ ᾽ναι ὁ καιρός πού ὁ ἕνας ὑπολόγιζε τόν ἄλλο! Ποῦ ᾽ναι ὁ καιρός πού καθένας ἐνδιαφερόταν γιά τόν ἀδύνατο, τόν ἀνήμπορο, τό γέρο, τό φτωχό, τόν ἄρρωστο… Σήμερα πᾶμε «κατά διαόλου». Ὁ ἕνας ξανοίγει νά κλέψει τόν ἄλλο, νά τοῦ βγάλει τό μάτι, νά περάσει αὐτός καλά καί οἱ ἄλλοι ἄς πᾶνε νά πνιγοῦνε. ∆ιαφωνῶ μέ ὅσους κουβεντιάζουν μέ αὐτόν τόν τρόπο. Παραδέχομαι ὅτι ὑπάρχουν πάρα πολλά παραδείγματα κακῆς συμπεριφορᾶς πού δίδουν στόν καθένα τό δικαίωμα νά εἶναι ἀπαισιόδοξος γιά τήν πορεία τῆς κοινωνίας. Αὐτό ὅμως συνέβαινε καί παλιά, στήν ἴδια περίπου κλίμακα πού συμβαίνει σήμερα καί θά συνεχίσει νά συμβαίνει καί στό μέλλον. Ἡ διαφορά σήμερα εἶναι ὅτι ἡ δυνατότητα πληροφόρησης εἶναι πάρα πολύ μεγάλη καί γρήγορη. Παλιά ξέραμε τά κακά τοῦ χωριοῦ μας, ἄντε καί τῆς πόλης πότε, πότε καί τίποτα παραπέρα.
Σήμερα ὅμως ἐάν συμβεῖ ἕνα κακό στήν ἄκρη τοῦ κόσμου, σέ ἐλάχιστη ὥρα τό ξέρουμε καί στό πιό μικρό χωριό. Ἡ δυνατότητα αὐτή παραπλανᾶ, γιατί ἐπιδρᾶ στή σκέψη μας σάν ἄθροισμα καί δημιουργεῖ λάθος ἀντίληψη γιατί ὁ κόσμος εἶναι πολύ μεγάλος.
Εἶμαι αἰσιόδοξος. Ὑπάρχουν δίπλα μας πάρα πολλοί ἄνθρωποι, προικισμένοι μέ εὐαισθησίες καί ἀνθρωπιά. Ἄνθρωποι πού καθημερινά βάνουν στόχους πέρα ἀπό τά προσωπικά τους, γιά τούς συνανθρώπους καί τούς στόχους αὐτούς τούς κάνουν πράξη. Τό πιό ὄμορφο δέ εἶναι ὅτι αὐτές τίς πράξεις δέν τίς βάζουν στό ραδιόφωνο ἤ στήν τηλεόραση καί οὔτε τίς διηγοῦνται στά καφενεῖα.
∆έν ἐπιδιώκουν τήν ἀναγνώριση. Τό καλό τό κάνουν χωρίς σκέψη, ἁπλά ὅπως ἀναπνέουν. Πολλές φορές ἀπαγορεύουν καί στόν εὐεργετούμενο νά τό πεῖ σέ τρίτους. Τόσο μεγαλεῖο! Θά ἀναφερθῶ σέ δύο περιστατικά ἀνθρωπιᾶς ἀπό τά πάρα πολλά πού ἔχω συναντήσει. Τό ἕνα παλιότερο καί τό ἄλλο πιό φρέσκο, σημερινό. Στό μαγαζί μου ἦρθε μία μέρα ἕνας καλοστεκούμενος κοντακινός ἑξηντάρης. Φρεσκοξυρισμένος, καθαρός, καλοντυμένος. Ζήτησε νά μέ γνωρίσει. Παράγγειλα καφέ καί πιάσαμε τήν κουβέντα.
-Εἶμαι, μοῦ λέει, ἀπό τή Μίλατο καί λέγομαι Μανόλης Συ….ς, θέλω νά ᾽ρθεις ἐκειά (=ἐκεῖ) πέρα νά μοῦ βάλεις μία πομόνα σέ μία γεώτρηση πού ἔχω ἀνοίξει.
-Μά δέν εἶναι λίγο μακριά καί γιά σένα καί γιά μένα;
-Μακριά ξεμακριά δέ μέ γνοιάζει, ἐγώ γιά σένα ἔχω καλές συστάσεις. Γέλασε καί μέ κοίταξε μέ τό ἐγκάρδιο ἀφοπλιστικό του χαμόγελο. Πῆγα. Τέσσερις μέρες μπαινόβγαινα γιά νά τελειώσει ἡ δουλειά τῆς τοποθέτησης πομόνας καί μηχανῆς. Ἕνα ἀπόγευμα πίναμε καφέ καθισμένοι στόν ἀσκιανό μιᾶς ἐλιᾶς καί ἦρθε ἡ κουβέντα γιά τά παιδικά του χρόνια.
-Κύριε Μανώλη, δοξάζω τό Θεό γιατί ἄν καί ἔζησα τήν ὀρφάνια ἀπό πολύ μικιός (=μικρός), δέν ἐπείνασα ποτέ, ἀκόμη καί τήν κατοχή πού πολλές οἰκογένειες ἐπαέ (=ἐδῶ) στόν τόπο μας ἐπει- νάσανε. Ἐγώ ἄν καί ἤμουνα κοπέλι (=παιδί) μαζί μέ τήν ἀδερφή μου καί ὀρφανά δέν ἐπεινά- σαμε. Ἐγεννήθηκα τό 1930 καί ἡ ἀδερφή μου το 1932. Πριχοῦ (=πρίν) νά κηρυχθεῖ ὁ πόλεμος το 1940 ἐπόθανε ὁ πατέρας μου. Πεντέξι μῆνες μετά τήν κήρυξη τοῦ πολέμου ἐπόθανε κι ἡ μάνα μου καί ἐπομείναμε πεντάρφανα. Μᾶς πῆρε ὁ παπποῦς μου -χῆρος- καί ἐζούσαμε μαζί του μά στό τέλος τοῦ 1941 ἐπόθανε κι ἐκεῖνος. Με καλέσανε οἱ μπαρμπάδες μου καί ἐμοιράσανε την περιουσία τοῦ παπποῦ μου πού ἤτανε ἐμπορευόμενος. Στήν πάρτη μας (=τό μερίδιό μας) ἐπέσανε κάποια γραμμάτια ἑνός χρεοφειλέτη. Καλά λεφτά. Μά ἔλα σου πού μέ τή νέα χρονιά ἐχαλάσανε τά λεφτά λόγῳ τῆς κατοχῆς καί δέν ἐκάνανε πράμα (τίποτα) τά ἑκατομμύρια. Ἦρθε καί με βρῆκε ὁ χρεοφειλέτης πού εἶχα τά γραμμάτια του καί μοῦ λέει:
- Μανωλιό παιδί μου γιά τά λεφτά πού σοῦ χρωστῶ, μπορῶ νά σέ ξεπληρώσω μέ λίγα αὐγά ἤ ἄντε τό πολύ, πολύ νά σοῦ δώσω μίαν ὄρνιθα νά κάνω καί τό χουβαρντά. Ἐγώ ὅμως σκέφτο- μαι ἀλλιῶς. Τά λεφτά πού μοῦ δάνεισε ὁ παπποῦς σου, μέ βγάλανε ἀπό δύσκολη θέση. ∆έν θέλω λοι- πόν νά ἐκμεταλλευτῶ τήν περίσταση. Ἄκου ἴντα δά κάμομε. Κάθε χρόνο δά νά ᾽ρχομαι μέ το «ζευγάρι» πού ἔχω νά σοῦ κάνω ἕνα ζευγαρικό (=ὄργωμα) τό χειμώνα, νά σπέρνεις μιαολιά (=λίγο) σταροκρίθαρο καί τό καλοκαίρι ἄλλη μιά μέρα νά σοῦ ἁλωνεύγω. Ἐσύ μέ τήν ἀδερφή σου σιγά-σιγά δά τό θερίζετε καί θά μαζώνετε καί τσ᾽ ἐλιές σας. Ἐτσά δά νά ᾽χετε στό σπίτι σας ψωμί καί λάδι. Ἐτουτανά τά μεροκάματα δά σοῦ τά κάνω γιά τόκους στά λεφτά πού σοῦ χρωστῶ καί ὅτινα (=ὅταν) περάσει τουτοσάς (=τοῦτος) ὁ κακός καιρός καί πιστεύγω μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ νά περάσει ὀγλήγορα (=γρήγορα) καί σάσουνε (=φτιάξουν) τά πράματα δά σοῦ δώσω καί τά λεφτά πού σοῦ χρωστῶ.
-Μέ τουτονά (=τοῦτο) τό ζευγαρικό καί τ᾽ ἁλωνικό ἐπεράσαμε τήν κατοχή ἐγώ κι ἡ ἀδερφή μου χωρίς νά μᾶς ἐλλείψει τό ψωμί. Πλημμυρισμένος ἀπό συγκίνηση ἄκουγα τήν ἱστορία.
Τήν ἔχω διηγηθεῖ πάρα πολλές φορές καί πάντα συγκινοῦμαι ὅπως καί σήμερα πού τήν γράφω.
Τήν Κυριακή τό βράδυ, δέχτηκα ἕνα τηλεφώνημα ἀπό τό Μανώλη… φίλο καί παλιό συνά- δελφο.
- Αὔριο θά πάω στό Λασίθι, μοῦ εἶπε. Θά πάω ἀπό τόν Ἅγιο Νικόλαο μέσῳ Ποτάμων καί θά ἐπιστρέψω ἀπό τό Καθαρό τῆς Κριτσᾶς μέσῳ Μαλλῶν. Θέλεις νά μοῦ κάνεις παρέα;
Οἱ δυό μας θά πᾶμε.
∆έχτηκα χωρίς κανέναν ἐνδοιασμό.
Τή ∆ευτέρα δέκα παρά τέταρτο ἦταν ἔξω ἀπό το σπίτι μέ τό τέσσερα ἐπί τέσσερα φορτωμένο κατά ψόφου (=ἕως τό τέρμα) μέ ξύλα.
-Ἰντάνε (=τί εἶναι) τά ξύλα; Γιά πούλημα πᾶνε;
-Θά σοῦ πῶ στό δρόμο, μοῦ εἶπε. Φύγαμε. Φτάσαμε στόν Ἅγιο Νικόλαο καί αὐτός παρά τίς ἀντιρρήσεις μου γιά τό δρόμο ἔστριψε ἀπό τό δρόμο τῆς Κριτσᾶς, περάσαμε τά Λακώνια καί τούς Μέσα καί Ἔξω Ποτάμους καί ἕνα σωρό ἄλλα χωριουδάκια. Εἶχε δίκιο. Ἡ διαδρομή ἦταν ἐκπληκτική. Καταπράσινη φύση καί ἀέρας γεμάτος μοσχοβολιά ἀπό τά διάφορα λουλούδια, ἀνάλογα μέ τό ὑψόμετρο πού βρισκόμαστε. Πανδαισία αἰσθήσεων. Περίπου σέ δυό ὧρες εἴμαστε στό Λασίθι, στό χωριό Καμινάκι.
-Τά ξύλα, μοῦ λέει ὁ φίλος μου, εἶναι γιά ἕνα γεροντάκι. Ζεῖ μοναχός. Τόν ἔχω γνωρίσει ἐδῶ καί κάμποσα χρόνια καί κάθε χρόνο τοῦ φέρνω ἕνα αὐτοκίνητο ξύλα γιά νά ξεχειμωνιάσει. Βαρύς ὁ χειμώνας στό Ὀροπέδιο καί τά ξύλα εἶναι χρυσάφι καί λιγόβριστα. Εἶναι καί γέρος! Καταλαβαίνεις ἐδά (=τώρα) ἔ;
Ἔμεινα ἀμίλητος καί σκεφτικός… Ξεφορτώσαμε τά ξύλα στήν αὐλή τοῦ γεροντάκου. Ἐκεῖνος ἔλειπε, δέν τόν γνώρισα. Ἦταν στά χωράφια. Φύγαμε ἀμέσως. Ὁ φίλος μου δέν ἔδειξε νά στεναχωριέται πού δέν τόν βρήκαμε στό σπίτι. Τοῦ ἄφησε κάποιες τσάντες στό καφενεῖο τοῦ χωριοῦ καί ξεκινήσαμε γιά τήν ἐπιστροφή. Ἔχω τήν ἐντύπωση πώς ὁ φίλος μου ἦταν εὐχα- ριστημένος πού δέν τόν βρήκαμε τό γέρο καί «γλίτωσε» τίς εὐχαριστίες…
Ἡ ἐπιστροφή μας ἔγινε ἀπό ἄλλο δρόμο. Ἀνεβήκαμε τά βουνά τοῦ Ὀροπεδίου ἀπό ἕνα πολύ δύσκολο ὁμολογουμένως δρόμο καί φθάσαμε στό Καθαρό της Κριτσᾶς καί στή συνέχεια μέσῳ Μαλλῶν ἐπιστρέψαμε στήν Ἱεράπετρα.
Ὁ δύσκολος καί ἐπικίνδυνος δρόμος δέ μᾶς ἐμπόδισε νά θαυμάσομε ἀπίθανα τοπία, ὑπέροχες ἀνεδιάδες καί θαυμάσιους πρίνους. Αὐτή τήν ἐποχή οἱ πρίνοι εἶναι στίς ὀμορφιές τους καί ὅπου ξε- χωρίσει ἕνας πρίνος ὑπάρχει καί ἕνα σπίτι ἤ ἕνα μητάτο, δημιουργώντας μία εἰκόνα ἀπίστευτης ὀμορφιᾶς καί γαλήνης. Ἦταν μία μέρα γεμάτη μέ φυσικές καί συναισθηματικές ὀμορφιές. Τά σχό- λια τῶν ἱστοριῶν, δικά σας…
Τέτοια γεγονότα πού πλημμυρίζουν ἀπό ἀνθρωπιά εἶμαι βέβαιος ὅτι καθένας ἔχει βιώσει ἤ ἀκούσει. Ἔχω τήν ἐντύπωση ὅτι ἄν καί οἱ εὐεργέτες ἀποφεύγουν καί δέν ἐπιδιώκουν τή δημοσιότητα, οἱ εὐεργετούμενοι ἔχουν ἠθική ὑποχρέωση ἄν ὄχι ἐπώνυμα, τουλάχιστον ἀνώνυμα νά κάνουν γνωστές αὐτές τίς πράξεις ἀνθρωπιᾶς. Ἔτσι θά κάνουν οἱ εὐεργετούμενοι μία πράξη ἀνθρωπιᾶς γιά τήν πράξη ἀνθρωπιᾶς πού εἰσέπραξαν ἤ γνωρίζουν. Συγχρόνως ὅμως ἡ νέα γενιά θά μπορέσει νά ἀντλήσει ὑπέροχα παραδείγματα καί νά δεῖ ὅτι ἡ ζωή δέν εἶναι γεμάτη μόνο μέ κακίες. Ὑπάρχει καί τό καλό καί μάλιστα σέ πολύ μεγάλη κλίμακα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου