Μπες και Δες

Δεν είναι πάντα στη ζωή μας απαραίτητα τα χρήματα, μπορούμε να προσφέρουμε στον συνάνθρωπό μας και με λίγη καλή θέληση. Χρήματα μπορεί να μην υπάρχουν, όμως πάντα υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν άνθρωποι που θα χαρίσουν λίγα χαμόγελα… Μάθε για την ομάδα μας … Βοήθησε και εσύ ……

Σάββατο 31 Αυγούστου 2013

Άλλο κατάκριση και ιεροκατηγορία και άλλο αυστηρός έλεγχος της αίρεσης και του αιρετικού.

Πρωτοπρ. Νικόλαος Μανώλης

Πολύ σοφά τα λόγια του Αγίων που μας ομιλούν για το βαρύτατο αμάρτημα της Κατάκρισης. Όμως παρεξηγούνται από τους αιρετικούς Οικουμενιστές.
 

Είναι γνώρισμα, όλων των αιρετικών και των σημερινών οικουμενιστών, να μετονομάζουν τον αυστηρό έλεγχο για την πλάνη και την αίρεσή τους σε κατάκριση και ιεροκατηγορία. Πρέπει να κάνουμε σαφές πως είναι άλλο η κατάκριση και η ιεροκατηγορία και άλλο ο αυστηρός έλεγχος και η ομολογιακή και απολογητική αντιπαράθεση με την αίρεση και τον αιρετικό. 

Δεν ασχολούμαστε με τα κρύφια της ψυχής και της ζωής κανενός. Δεν καταγγέλλουμε τον ιερέα ως κλέφτη, ως αμαρτωλό, πόρνο, απατεώνα και κανέναν άλλον. Αυτό είναι κατάκριση και ιεροκατηγορία. Να ασχολείσαι με τις ποικίλες αμαρτίες του συνανθρώπου σου και να τις καταμαρτυρείς ή και να συκοφαντείς λέγοντας οικτρά ψέματα, προσβάλλοντας την ιερότητα του προσώπου του αδελφού σου . 

Όμως, όταν κηρύττει κάποιος δημόσια, με έργα και λόγους την πλάνη και την αίρεση, τον οικουμενισμό και την μασονία, τότε έχουμε υποχρέωση και εντολή από τους Πατέρες (έχω πολλές φορές αναφέρει τα πατερικά χωρία σε άρθρα μου) να τον ελέγχουμε, να τον καταγγέλλουμε και να αντιδρούμε απέναντί του. 

Στην δημόσια έκφραση της αίρεσης, ακόμα και από Σύνοδο, είμαστε υποχρεωμένοι να αντιδράσουμε δημόσια. Αν δεν το κάνουμε, είναι βαρύτατη αμαρτία. Και αυτό όχι μόνο για τους κληρικούς, αλλά οι πατέρες ζητούν και από τους λαϊκούς να αντιδρούν με δημόσιο λόγο δυναμικά στην αίρεση και στον αιρετικό θεολόγο, ιερέα, επίσκοπο ή πατριάρχη. 

Τελειώνω τη σύντομή μου αναφορά, κάνοντας μια σύνοψη των παραπάνω γραφομένων μου με την εξής διατύπωση που πηγάζει από την εμπειρία της Εκκλησίας: Σε θέματα Πίστεως, υπερβαίνονται τα όρια των εκκλησιαστικών δικαιοδοσιών και ουδείς επιτρέπεται να σιωπά «κινδυνευούσης της Πίστεως», ακόμη και οι εκκλησιαστικώς υφιστάμενοι. 

Αυτά προς διευκρίνιση για τα διλλήματα και την πλανεμένη διδασκαλία περί κατακρίσεως που προσπαθούν να μας επιβάλλουν οι πάσης φύσεως Οικουμενιστές.


Στην Παναγία

Στην Παναγία μας όλα τα προβλήματα μου αναθέτω. αλλά για περισσότερη εγρήγορση..
Μιλώ στην Γλυκοφιλούσα,
όταν μου λείπει η αγάπη των δικών μου.
Παρακαλώ την Οδηγήτρια
για να μην χάσω τον δρόμο μου.
Κλαίω στην Παυσολύπη 
όταν ο ουρανός μου, είναι μαύρος.
Δέομαι στην Γοργοϋπήκοο
γιατί το πρόβλημα «δεν παίρνει» άλλο.
Γονατίζω στην Παραμυθία
όταν οι λύπες είναι αβάσταχτες, πολλές και όχι μια.
Χαμογελώντας παρακαλώ στην Πάντων Χαρά,
όταν η χαρά μου είναι μακρινό όνειρο.
Κοκκινίζοντας εκλιπαρώ το Ρόδο το Αμάραντο,
 για την χαμένη μου ντροπή.
Κι αν η μάνδρα της ψυχής μου απειληθεί ,
κρούω στην Πορταίτισσα.
Δοξολογώντας τον Κύριο ψάλλω μπροστά στην Άξιον Εστί.
Ευχαριστώντας τον Θεό για όσα μου έδωσε
 ζητώ από την Παναγία Δεξιά να Του το πει.
Κι όταν θέλω το «χάδι» του Θεού μου,
 κλείνω το μάτι στην Μεσίτρια.
Αλλά όταν δεν αντέχω τον θρήνο των αδελφών,
ζητώ από την Θρηνωδούσα να κλαύσω μαζί της.
Κι όσες φορές ως άλλοι «Φιλισταίοι» εχθρικά σύννεφα πυκνώνουν στον ουρανό της Πατρίδος
 ικετεύω την Αγία Σκέπη.
Για την προστασία των αδελφών μου Σέρβων,
γονυπετώ μπροστά στην Τριχερούσα .
Κι ως Μάνα του κόσμου όλου Βρεφοκρατούσα,
Σε ικετεύω για τις μάνες.
Από  την Γερόντισσα του Αγίου Όρους
 ζητώ να φυλάει τα αδέλφια μου τους μοναχούς.
Ω Δέσποινα του κόσμου, γενού μεσίτρια, προς τον Φιλάνθρωπον Θεόν, μη μου ελέγξει τας πράξεις, ενώπιων των αγγέλων...


Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

Σήμερα Παρασκευή 30/0/2013, ας κάνουμε όλοι προσευχή και για ...‏

Αγαπητοί φίλοι της Εσταυρωμένης Αγάπης
 
Καλώς ή κακώς υπάρχουν κάποιοι συγκεκριμένοι άνθρωποι που αποφασίζουν και ελέγχουν την πορεία της Ελλάδας μας. Λίγο πολύ όλοι έχουμε αγανακτήσει μαζί τους βλέποντας να βάζουν τα συμφέροντά τους πάνω από όλα χωρίς να δείχνουν ότι ενδιαφέρονται για την χώρα τους. 
 Η πραγματικότητα απέχει από τα μάτια όλων μας και εφόσον δεν γνωρίζουμε   τι πραγματικά συμβαίνει το μόνο που έχουμε να κάνουμε εφόσον θέλουμε να    είμαστε πραγματικοί χριστιανοί και όχι χριστιανούλιδες και υποκριτές είναι να   προσευχηθούμε γι’ αυτούς να τους φωτίσει ο Θεός στις  τόσο μεγάλες   και   σημαντικές αποφάσεις που παίρνουν κι εμείς ως μερίδιο ευθύνης που φέρουμε   ας    προσευχόμαστε με τη στάση μας και με τη ζωή μας και όχι μόνο με τα λόγια μας. 

Παρασκευή 23 Αυγούστου 2013

Σήμερα Παρασκευή 23/08/2013, ας κάνουμε όλοι προσευχή και για ...‏


Αγαπητοί φίλοι της Εσταυρωμένης Αγάπης 


Όπως είναι γνωστό η βία έχει πολλές μορφές. Πολλοί άνθρωποι ξεσπούν από τα καθημερινά προβλήματα και τις καθημερινές  δυσκολίες στην  οικογένειά τους. Ας προσευχηθούμε σήμερα να αλλάξει αυτό και ας   έχουμε στο νου μας ότι  τα προβλήματα της ζωής και οι δυσκολίες δεν τελειώνουν. Εμείς πρέπει να μάθουμε να τα αντιμετωπίζουμε με μια σωστή και υγιής αντίδραση σεβόμενοι   πάντα    τους άλλους.


Κυριακή 18 Αυγούστου 2013

Έχετε ένα πρόβλημα; «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» (Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης)


 Έχετε ένα πρόβλημα; “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”.
– Έχετε έναν πειρασμό με τον άλλον, με τον γείτονα σας, με τους φίλους σας κ.ο.κ. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Η ευχή θα σας δώσει τη λύση του προβλήματος σας λύσιν του αδιεξόδου όπου ευρίσκεστε. Το κομποσκοινάκι λοιπόν “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”.
     Όλοι οι Άγιοι Πατέρες φωνάζουν την πρώτη θέση στη ζωή του κάθε χριστιανού την κατέχει η προσευχή. Θέλεις να κάνεις κατάσταση; Προσεύχου. Θέλεις να σωθείς; Προσεύχου. ‘Όλες οι προσευχές καλές και άγιες είναι, αλλά η νοερά προσευχή, είναι η βασίλισσα αυτών.“Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Απ’ αυτήν τη μικρούλα αλλά παντοδύναμη προσευχή, ξεκίνησαν οι Άγιοι Πατέρες και έγιναν φωστήρες της εκκλησίας. Λέγε συνεχώς όσο μπορείς περισσότερες φορές την ημέρα και τη νύχτα αυτή την ευχούλα και αυτή θα σε διδάξει αυτά που θέλεις, αυτά που δεν γνωρίζεις. Βιάσου σ’ αυτήν την ευχούλα”.

ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/

Παρασκευή 9 Αυγούστου 2013

Σήμερα Παρασκευή 09/08/2013, ας κάνουμε όλοι προσευχή και για ...‏

Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου: «Πας ο παραβαίνων και μη μένων εν τη 
διδαχή του Χριστού Θεόν ουκ έχει· ο μένων εν τη διδαχή του Χριστού, 
ούτος και τον Πατέρα και τον Υιόν έχει· ει τις έρχεται προς υμάς και
ταύτην την διδαχήν ου φέρει, μη λαμβάνεται αυτόν εις οικίαν, και 
χαίρειν αυτώ μη λέγετε· ο γαρ λέγων αυτώ χαίρειν κοινωνεί τοις έργοις αυτού 
τοις πονηροίς» (Β' Ιωάν. 9-11).

Αγαπητοί φίλοι της Εσταυρωμένης Αγάπης 

Αυτήν την Παρασκευή η προσευχή μας προτείνουμε να είναι και 
για
 τους αιρετικούς. Ας μην παρεκκλίνουμε από τον αληθινό δρόμο 
και την Ορθόδοξη Εκκλησία μας, ας έχουμε ως παράδειγμα προς μίμηση τους 
εκατομμύρια Αγίους και Προφήτες της Εκκλησίας μας και τότε όλα θα 
ξεκαθαρίζουν στο μυαλό μας. 



Καλή Παναγιά σε όλους μας. 


Ὁ φύλακας τῆς εἰκόνας τῆς Παναγίας.(Ἀληθινή ἱστορία)!


     O γέρο Χαραλάμπης έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του με την νοσταλγία της χαμένης του πατρίδας.Σκεφτόταν συνέχεια το όμορφο χωριό του κοντά στην Προύσα και τα μάτια του βούρκωναν.Μ’αυτόν τον καημό έφυγε για την ζωή.
     Συχνά έπαιρνε στην αγκαλιά του τον εγγονό του τον Μπάμπη, και του μιλούσε για το χωριό του. Του περιέγραφε πως ήταν η εκκλησία, το σχολείο που έμαθε τα πρώτα του γράμματα, την πλατεία που έπαιζε.    Με μεγάλη λεπτομέρεια του περιέγραφε το σπίτι που γεννήθηκε, παντρεύθηκε, απέκτησε τα παιδιά του. Ο Μπάμπης μεγάλωσε και σπούδασε στην Αθήνα. Πάντα όμως θυμόταν τον παππού του….. Και όταν κάποια μέρα πληροφορήθηκε πως ένα ταξιδιωτικό πρακτορείο είχε οργανώσει εκδρομή στα μέρη της Προύσας, θεώρησε χρέος του να επισκεφθεί αυτόν τον τόπο, στη μνήμη του παππού του.
      Δυνατή συγκίνηση κατέλαβε τον Μπάμπη, όταν βρέθηκε στο χωριό του παππού του. Είδε πρώτα την εκκλησία, μόνο που τώρα ήταν τζαμί. Πλησίασε στο καφενεδάκι του παππού του…… ήταν κλειστό. Και η πλατεία εντελώς παραμελημένη. Κι ‘έφτασε μπροστά στο σπίτι…..Με τρεμάμενο χέρι έσπρωξε την αυλόπορτα. Στα σκαλοπάτια καθόταν ένα γεροντάκι. Σηκώθηκε μόλις τον είδε.”Έλα παιδί μου, τι θέλεις;” τον ρώτησε στα τούρκικα…
     Με τις λίγες τούρκικες λέξεις που είχε μάθει ο Μπάμπης από τον παππού του, προσπάθησε να του δώσει να καταλάβει πως είχε έρθει από την Ελλάδα για να γνωρίσει το χωριό του παππού του. Σαν τ άκουσε ο γέρος τινάχτηκε πάνω. Άπλωσε τα χέρια και τον έσφιξε στην αγκαλιά του…”Κάλως όρισες” του είπε ελληνικά. “Το ξέρα πως θα ρθείς και σε περίμενα” ο Μπάμπης τον κοίταξε σαστισμένος. Τον έπιασε εκείνος από το χέρι και τον οδήγησε σ´ένα μικρό δωμάτιο στο εσωτερικό του σπιτιού.
     Τον έβαλε να καθίσει στην μοναδική καρέκλα . Σκούπισε ένα δάκρυ που κύλησε στο πρόσωπο του και συνέχισε. Γεννήθηκα σ´ ένα όμορφο χωριουδάκι της Μακεδονίας.Οι γονείς μου ήταν Μωαμεθανοί και στο επάγγελμα αγρότες.
Εγώ ήμουν το μικρότερο παιδί της οικογένειας. Όταν οι άλλοι λείπανε όλη μέρα στα κτήματα εγώ έμενα στο σπίτι του φίλου μου του Νικολάκη. Πολλές φορές κοιμόμουνα κιόλας. 
     Οι γονείς του μ´αγαπούσαν και δεν με ξεχώριζαν από τα παιδιά τους. Ήταν καλοί άνθρωποι και πιστοί χριστιανοί, Εκκλησιάζονταν συχνά το βράδυ όλη η οικογένεια, γονάτιζαν και προσεύχονταν μπροστά στην εικόνα της Παναγίας όπου έκαιγε συνέχεια το καντήλι, και δίπλα το θυμιατήρι, που σκορπούσε σ´όλο το σπίτι ευωδία.
Όλα αυτά έμενα μ´ έκαναν να νιώθω δέος. Πολλές φορές γονάτιζα και εγώ μαζί τους και μιλούσα με την Παναγία σαν να μιλούσα με την μάνα μου. Η ψυχή μου τότε γέμιζε γαλήνη.
     Κάποια μέρα η οικογένεια του Νικολάκη πήγανε σ´ένα ξωκλήσι που πανηγύριζε. Με πήραν κι εμένα μαζί τους. Παρακολούθησα τη Θεία λειτουργία κι όταν είδα τους πιστούς να προχωρούν προς την Ωραία Πύλη για να μεταλάβουν ακολούθησα και εγώ.
Ο πατέρας του φίλου μου με συγκράτησε.”Όχι εσύ παιδί μου” μου είπε χαμηλόφωνα. “
“Δεν μπορείς να μεταλάβεις γιατί είσαι αβάφτιστος” Τον κοίταξα με παράπονο..” “Τότε να βαπτιστώ” του απάντησα.
Λίγο αργοτέρα ο κυρ Δημήτρης μου εξήγησε πως ανήκουμε σε διαφορετικές θρησκείες και οι γονείς μου δεν θα μου επέτρεπαν να βαπτιστώ. Θα μπορούσα όμως να το κάνω όταν γινόμουνα ενήλικος κι εξακολουθούσα να έχω τον ίδιο πόθο.
     Κι έγω περίμενα την πολυπόθητη εκείνη μέρα και συνέχιζα να προσεύχομαι στην Παναγία. Δυστυχώς όμως δεν πρόλαβα να πραγματοποιήσω τη μεγάλη μου επιθυμία. Πρίν ακόμα ενηλικιωθώ έγινε η ανταλλαγή των πληθυσμών. Με πήραν οι γονείς μου και με φέρανε σε τούτο εδώ το χωριό.
Ήταν νύχτα και δεν μπόρεσα να αποχαιρετήσω τον φίλο μου και την αγαπημένη μου εκείνη οικογένεια. Αυτό μου στοίχισε πολύ. Μια δυο φορές θέλησα να φύγω απο το σπίτι. Οι γονείς μου αναγκάστηκαν να με κλειδώσουν σε τούτο εδώ το δωμάτιο, και συνέχισα να μένω όλα αυτά τα χρόνια.
     Ένα βράδυ πάνω στην απελπισία μου γονάτισα, όπως έκανε η οικογένεια του Νικολάκη και με δάκρυα στα μάτια παρακάλεσα την Παναγία να με βοηθήσει να γυρίσω πίσω. Και ξαφνικά νίωθα μια υπέροχη ευωδιά να πλημμυρίζει το δωμάτιο. Το θεώρησα σαν απάντηση της Παναγίας στην προσευχή μου. Την ίδια ευωδία την νιώθω ακόμα μέχρι σήμερα, όταν το βράδυ προσεύχομαι.
Αργότερα άρχισα να ακούω κάποια ελαφρά χτυπήματα κάτω απο το κρεβάτι που κοιμόμουν. Έναν ολόκληρο χρόνο δεν μπορούσα να καταλάβω τι συνέβαινε, ούτε όμως τολμούσα να το πώ σε κάποιον.
     Βρήκα την ευκαιρία κάποια μέρα που όλη η οικογένεια μου είχε πάει σ´ένα γάμο στο διπλανό χωριό κι έψαξα με πολύ προσοχή στο σημείο εκείνο. Πρόσεξα πως κάποια σανίδια δεν εφάρμοζαν εντελώς. Τα ανασήκωσα μ’ενα αιχμηρό αντικείμενο. Είδα απο κάτω ένα μεταλλικό κουτί. “Σίγουρα θα είναι κάποιος κρυμμένος θυσαυρός” σκέφτηκα.
Ρίγος με κατέλαβε όταν το άνοιξα. Μέσα υπήρχε μια ολόχρυση εικόνα της Παναγίας, ένα καντήλο και ένα θυμιατήρι που ευωδίαζαν.
     “Σκέφτηκα πως οι άνθρωποι που φύγανε απο αυτό το σπίτι έκρυψαν τον πολύτιμό θυσαυρό τους για να μην πέσει σε βέβηλα χέρια”. Το ίδιο σκέφτηκα να κάνω και γω. Να φυλάξω την εικόνα μέχρι να βρεθεί κάποιος απο την οικογένεια που θα μπορούσα να την παραδώσω. Κι αυτό ήταν το αίτημα μου όταν προσευχόμουν κάθε βράδυ στην Παναγία. Πέρασαν χρόνια από τότε. Οι γονείς μου φύγανε απο τη ζωή. Τ’ αδέρφια μου παντρεύτηκαν κι έκαναν δικό τους σπιτικό. Εγώ έμεινα εδώ μόνος. Φύλαγα την εικόνα της Παναγίας. Δεν θέλησα να παντρευτώ, ούτε να μπεί γυναίκα στο σπίτι μου. Οι συγγενείς και συγχωριανοί μου με θεωρούσαν αλλοπαρμένο και δεν με πλησίαζαν. Αυτό με βόλευε, γιατί δεν με ενοχλούσαν. Είχα πάντα την Παναγία που με προστάτευε.
     Τελευταία οι δυνάμεις μου άρχισαν να με εγκαταλείπουν. “Μην αφήσεις Παναγία μου να πεθάνω πριν παραδώσω σε χέρια σίγουρα την εικόνα σου” Προσευχόμουνα συνέχεια. Και ψες το βράδυ πήρα την απάντηση της . Η ευωδία σταμάτησε. Μια δροσέρη αύρα απλώθηκε στην ψυχή μου. Έβγαλα την εικόνα απο το κουτί και μου φάνηκε πως η Παναγία μου χαμογέλασε. “Κάποιον θα στείλει σήμερα να την πάρει”, σκέφτηκα και κάθισα απο το πρωί στα σκαλοπάτια να περιμένω. Τώρα πια μπορώ να κλείσω τα μάτια μου ήσυχος.
     Συγκινημένος ο Μπάμπης πήρε το ιερό κειμήλιο απο τα χέρια του γέροντα. Έσκυψε μετά και φίλησε το χέρι του κι ένιωσε σαν να φιλούσε το χέρι του παππού του. Τον ευχαρίστησε με όλη του την καρδιά. Αποχαιρετήστηκαν δακρυσμένοι. Πρίν φύγει ο Μπάμπης, ο γέροντας του έδωσε ένα σακουλάκι “Πάρτο παιδί μου, του είπε.
Έχει χώμα απο τον κήπο του παππού σου. Βάλτο στον τάφο του να αναπαυθεί η ψυχή του!


Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

O ΑΛΥΣΟΔΕΜΕΝΟΣ ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ...ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕ ΕΝΑ ΣΟΦΟ ΔΙΔΑΓΜΑ!!

"Δεν μπορώ" του είπα. "Δεν μπορώ!"

"Σίγουρα;" με ρώτησε αυτός.

"Ναι. Πολύ θα ήθελα να να μπορούσα να σταθώ μπροστά της και να της πω τι νιώθω... Ξέρω, όμως, ότι δεν μπορώ!!!"

Ο Χόρχε κάθισε σαν το Βούδα πάνω σ΄ εκείνες τις φριχτές μπλε πολυθρόνες του γραφείου του. Χαμογέλασε, με κοίταξε στα στα μάτια και, χαμηλώνοντας τη φωνή όπως έκανε κάθε φορά που ήθελε να τον ακούσουν προσεκτικά, μου είπε:

"Να σου πω μια μια ιστορία..." 

Και χωρίς να περιμένει να συμφωνήσω, ο Χόρχε άρχισε να αφηγείται.
Οταν ήμουν μικρός μου άρεσε πολύ το τσίρκο, και στο τσίρκο μου άρεσαν πιο πολύ τα ζώα. Μου έκανε τρομερή εντύπωση ο ελέφαντας που, όπως έμαθα αργότερα, είναι το αγαπημένο ζώο όλων των παιδιών. Στην παράσταση, το θεόρατο ζώο έκανε επίδειξη του τεράστιου βάρους του, του όγκου και της δύναμής του...

Όμως, μετά την παράσταση και λίγο προτού επιστρέψει στη σκηνή, ο ελέφαντας στεκόταν δεμένος συνεχώς σ΄ ένα μικρό ξύλο μπηγμένο στο έδαφος. Μιά αλυσίδα κρατούσε φυλακισμένα τα πόδια του.

Ωστόσο, το ξύλο ήταν ήταν αληθινα μικροσκοπικό κι έμπαινε σε ελάχιστο βάθος μέσα στο έδαφος. Μολονότι η αλυσίδα ήταν χοντρή και ισχυρή, μου φαινόταν ολοφάνερο ότι ένα ζώο που μπορούσε να ξεριζώνει δεντρα με τη δύναμη του, θα μπορούσε εύκολα να λυθεί και να φύγει.

Το θεωρούσα αληθινό μυστήριο.

Μα τι τον κρατάει;

Γιατί δεν το σκάει;

Όταν ήμουν πέντε ή έξι ετών ετών πίστευα ακόμα στη σοφία των μεγάλων. Ρώτησα τότε κάποιον δάσκαλο ,τον πατέρα μου ή ένα θείο μου, για το μυστήριο του ελέφαντα. Κάποιος μου εξηγησε ότι ο ελέφαντας είναι δαμασμένος.

Έκανα τότε την προφανή ερώτηση: "Κι αφού είναι δαμασμένος, γιατί τον αλυσοδένουν;"

Δε θυμάμαι να πήρα κάποια ικανοποιητική απάντηση. Με τον καιρό, ξέχασα το μυστήριο του ελέφαντα με το παλούκι, και το θυμόμουν μόνο όταν βρισκόμουν με κάποιους που είχαν αναρωτηθεί κάποτε πάνω στο ίδιο θέμα.

Πριν από μερικά χρόνια ανακάλυψα - ευτυχώς για μένα - ότι κάποιος είχε αρκετή σοφία ώστε ν΄ ανακαλύψει την απάντηση.

Ο ελέφαντας του τσίρκου δεν το σκάει γιατί τον έδεναν σ΄ένα παρόμοιο παλούκι από τότε που ήταν πολύ, πολύ μικρός.

Έκλεισα τα μάτια και φανάσθηκα τον νεογέννητο ανυπεράσπιστο ελέφαντα δεμένο στο παλούκι. Είμαι βέβαιος ότι τότε το ελεφαντάκι είχε σπρώξει, τραβήξει και ιδρώσει πασχίζοντας να λευτερωθεί. Μα, παρ΄ όλες τις προσπάθειές του, δεν τα είχε καταφερει, γιατί το παλούκι ήταν πολύ γερό για τις δυνάμεις του.

Φαντάσθηκα ότι θα κοιμόταν εξαντλημένο και την επόμενη μέρα θα προσπαθούσε ξανά, και τη μεθεπόμενη το ίδιο... Ώσπου μια μέρα, μια φρικτή μέρα για την ιστορία του, το ζώο θα παραδεχόταν την αδυναμία του και θα υποτασσόταν στη μοίρα του.

Αυτος ο πανίσχυρος και θεόρατος ελέφαντας που βλέπουμε στο τσίρκο δεν το σκάει γιατί νομίζει ότι δεν μπορεί, ο δυστυχής.

Η ανάμνηση της αδυναμίας που ένιωσε λίγο μετά τη γέννησή του ειναι χαραγμένη στη μνήμη του.

Και το χειρότερο είναι ότι ποτέ δεν αμφισβήτησε σοβαρά αυτή την ανάμνηση.

Ποτέ μα ποτέ δεν ξαναπροσπάθησε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του...

"Έτσι είναι, Ντεμιάν. Όλοι είμαστε λίγο - πολύ σαν τον τον ελέφανα του τσίρκου. Περιδιαβαίνουμε τον κόσμο δεμένοι σε εκατοντάδες παλούκια που μας στερούν την ελευθερία.

Ζούμε πιστεύοντας ότι "δεν μπορούμε" να κάνουμε ενα σωρό πράγματα , απλώς επειδή μια φορά, πριν από πολύ καιρό, όταν είμαστε μικροί, προσπαθήσαμε και και δεν τα καταφεραμε.

Πάθαμε τότε το ίδιο με τον ελέφαντα. Χαράξαμε στη μνήμη μας αυτό το μήνυμα: "Δεν μπορώ, δεν μπορώ και ποτέ δε θα μπορέσω."

Ο Χόρχε έκανε μια μεγάλη παύση. Ύστερα πλησίασε, κάθησε στο πάτωμα μπροστά μου και συνέχισε:

"Αυτό σου συμβαίνει, Ντέμι. Ζεις μέσα στα όρια της ανάμνησης ενός Ντεμιάν που δεν υπάρχει πια, εκείνου που δεν τα κατάφερε.

Ο μοναδικός τρόπος να μάθεις εάν μπορείς, είναι να προσπαθήσεις πάλι με όλη σου την ψυχή...Με όλη σου την ψυχή!

Του Χόρχε Μπουκάι

ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΕΜΑΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΜΕ ΔΕΜΕΝΟΙ  ΣΕ ΜΙΚΡΑ Η ΜΕΓΑΛΑ ΠΑΛΟΥΚΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΔΥΝΑΜΗ ΠΟΥ ΚΡΥΒΟΥΜΕ ΚΑΙ ΔΕΙΛΙΑΖΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΕΝΑ ΒΗΜΑ ΜΠΡΟΣΤΑ....... 

Όσιος Ιωσήφ Γεροντογιάννης. (†) 6 Αυγούστου 1874

Όσιος Ιωσήφ Γεροντογιάννης

     Ο Ιωάννης Βιτσέντζος ή Γεροντογιάννης γεννήθηκε στο ημιερειπωμένο Μονύδριο του Τιμίου Προδρόμου Καψά το 1799. Στα ερειπωμένα κελλιά της άγονης και απομονωμένης περιοχής είχαν μεταβεί οι ευσεβείς και ενάρετοι  γονείς του Εμμανουήλ και Ζαμπία λόγω τουρκικής επιδρομής. Αργότερα, όταν ησύχασε η κατάσταση, διέμειναν μόνιμα στο χωριό Λιθίνες.

Όταν ήρθε σε νόμιμη ηλικία νυμφεύθηκε την κυνηγημένη από τους Τούρκους Καλλιόπη από την οικογένεια των Γεροντάκηδων ή Γεροντήδων, η οποία ζούσε κρυμμένη και εκείνη στα νοτιοανατολικά παράλια, φοβούμενη μήπως έχει την ίδια τύχη που είχε η μοναδική αδελφή της, η οποία αυτοκτόνησε για να μην ατιμασθεί από ένα Τούρκο που είχε ενδιαφερθεί έντονα γι’ αυτήν.
Γι’ αυτό και η Καλλιόπη στάλθηκε από τους γονείς της στις ερημικές ακτές της περιοχής, κοντά στην έρημη τότε Μονή Καψά και τελικά παντρεύθηκε τον Γεροντογιάννη, με τον οποίο απέκτησε τέσσερα παιδιά, τρεις κόρες κι ένα γιο.

     Ο  Γεροντογιάννης ήταν ατίθασος, αλλά ιδιαίτερα ευσεβής. Πολλές φορές είχε γίνει στόχαστρο των τουρκικών αρχών και τον είχε καταδιώξει η Τουρκική Αστυνομία. Γι’ αυτό συχνά κατέφευγε με την οικογένειά του στο φαράγγι των Περβολακίων, όπου ήταν αδύνατο να τον ανακαλύψει κανείς.
Το περισσότερο διάστημα του έτους διέμεναν στο μετόχι «Κατσαρόλι», κοντά στις Λιθίνες.
     Σύμφωνα με την παράδοση, κάποια Κυριακή ο Ιωάννης μάζεψε ξύλα και τα φόρτωσε στο ζώο για να τα πουλήσει, όπως συνήθιζε, στα χωριά Αρμένους και Χανδράς και να αγοράσει κρασί.
Πήρε μαζί του και τη σύζυγό του Καλλιόπη και την άφησε στις Λιθίνες για να δει τους συγγενείς της, ενώ τα παιδιά έμειναν μόνα τους στο μετόχι. Στο γυρισμό ένα κακό προαίσθημα είχε φωλιάσει στην καρδιά της Καλλιόπης που παρακινούσε συχνά το σύζυγό της να βαδίσει γρηγορότερα.
Όταν έφτασαν βρήκαν τη μικρή τους κόρη Ειρήνη καμμένη έξω στο αλώνι, που την είχαν βγάλει τα άλλα αδέλφιά της, νομίζοντας ότι ο αέρας θα έσβηνε τη φωτιά που είχε πιάσει το φορεματάκι της...
Το ατύχημα αυτό που επέφερε τον θάνατο της κόρης του, θεωρήθηκε από τον Ιωάννη θεία τιμωρία για τις αμαρτίες του και κυρίως για την καταπάτηση της Κυριακάτικης αργίας.


Όσιος Ιωσήφ Γεροντογιάννης

     Το γεγονός αυτό σφράγισε τη ζωή του και στάθηκε η αφορμή για να μεταμορφωθεί. Έφυγε από το μετόχι και εγκαταστάθηκε μόνιμα στις Λιθίνες. Οι χωριανοί, οι συγγενείς και όσοι τον γνώριζαν διαπίστωναν καθημερινά την «αλλοίωσή του».

Ο σκληρόκαρδος, ευέξαπτος και εριστικός Ιωάννης μεταμορφώθηκε σε έναν μακρόθυμο, ελεήμονα, πράο και ανεξίκακο άνθρωπο. Η συνειδητή συμμετοχή του στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας, οι νηστείες, οι προσευχές, οι ελεημοσύνες και η διαρκής μετάνοια καθάρισαν την καρδιά του, φώτισαν το νου του και μπόρεσε να δεχθεί μία θεία αποκάλυψη, που έμελλε να σταθεί καθοριστική για τη μετέπειτα ζωή του.

     Ο Γεροντογιάννης το έτος 1841 σε ηλικία 42 ετών έπεσε σε βαθύ ύπνο. Άγγελος Κυρίου τον άρπαξε, όπως τον Απόστολο Παύλο, σε υψηλή θεωρία και είδε τις τάξεις των δικαίων που βρίσκονται σε ουράνια δόξα και χαρά, αλλά και τις διάφορες τιμωρίες των καταδικασμένων στην αιώνια κόλαση.
 Μετά από 43 ώρες ξύπνησε χαρούμενος και γαλήνιος βλέποντας γύρω του πλήθος από συγγενείς, γειτόνους και συγχωριανούς του, οι οποίοι είχαν μαζευθεί για να δουν από κοντά τι του συμβαίνει.
Ανάμεσά τους και μια παράλυτη γριά, πάνω στην οποία άπλωσε το χέρι του και ψιθυρίζοντας κάποια ευχή, την θεράπευσε μπροστά στα έκπληκτα μάτια των πολυάριθμων παρευρισκομένων. Αμέσως μετά άρχισε να κηρύττει και να θαυματουργεί.


     Πολλοί κάτοικοι της επαρχίας Σητείας περνούσαν καθημερινά από το σπίτι του για να τον συναντήσουν και να πάρουν την ευλογία του, να δεχθούν τις συμβουλές του και να θεραπευθούν από τις διάφορες ασθένειές τους.

Τα γεγονότα αυτά, όπως ήταν φυσικό, δημιούργησαν θόρυβο γύρω από το όνομά του. Τη χρονιά αυτή επικρατούσε αναστάτωση λόγω της επανάστασης και ο Γεροντογιάννης θεωρήθηκε ύποπτος από τις Τουρκικές αρχές και διαβλήθηκε ως επικίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, διότι τάχα οι συναθροίσεις στο σπίτι του είχαν σκοπούς επαναστατικούς με θρησκευτικό πρόσχημα.
      Η αλήθεια είναι ότι τον Όσιο Γεροντογιάννη περιέβαλαν κυρίως ασθενείς και ανάπηροι άνθρωποι, στον οποίο κατέφευγαν για να βρουν ανακούφιση, παρηγοριά και θεραπεία.
Τρεις φορές κλήθηκε για να απολογηθεί ενώπιον του Διοικητού Κρήτης Μουσταφά Πασά. Όμως αυτές οι αλλεπάλληλες διώξεις και προσαγωγές στο Ηράκλειο είχαν το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα, αφού από κάθε χωριό που περνούσε ο διωκόμενος καλόγερος σήμαινε συναγερμός και μαζεύονταν πλήθος κόσμου για να τον χαιρετήσει και να λάβει την ευλογία του.
      Μάλιστα κατά την τρίτη προσαγωγή του Γεροντογιάννη συγκεντρώθηκε πλήθος πιστών με αποτέλεσμα να εξοργιστεί ο Διοικητής και να διατάξει τη φρουρά του να διαλύσει με βία το πλήθος και να οδηγήσει τον Γεροντογιάννη αμέσως στη φυλακή.
Ύστερα από παράκληση όμως κάποιου Σητειακού συμβούλου του Διοικητή, του Ιωάννου Καπετανάκη ή Γαλανάκη από το χωριό Κρυά, του επιτράπηκε να πάρει στο σπίτι του τον Γεροντογιάννη, χωρίς όμως να βγαίνει έξω μέχρι να εκδοθεί η απόφαση, η οποία φημολογούνταν ότι θα ήταν η εξορία εκτός της Κρήτης ή η φυλάκιση.


     Συνέβη, όμως, ο σοβαρός τραυματισμός του μικρού παιδιού του Διοικητού, που γκρεμίστηκε από τη σκάλα και έμεινε αναίσθητο, χωρίς να μπορεί κανένας ιατρός να το επαναφέρει στις αισθήσεις του. Η πατρική στοργή ανάγκασε τον Τούρκο Διοικητή να καλέσει τον θαυματουργό θεραπευτή των Ρωμιών, τον Γεροντογιάννη, ο οποίος πράγματι μόλις ακούμπησε το χέρι του πάνω στο αναίσθητο παιδί και απήγγειλε μια ευχή, αμέσως το μισοπεθαμένο παιδί απέκτησε τις αισθήσεις του και επανήλθε στη ζωή.

    Ανάλογη θεραπεία έδωσε και στην πεθερά του Διοικητού την οποία απάλλαξε από χρόνια και ανίατη αρρώστια. Τότε ο Τούρκος Διοικητής άφησε ελεύθερο τον Γεροντογιάννη να επιστρέψει στο χωριό του για να συνεχίσει το φιλάνθρωπο έργο του. Μάλιστα με πολλή ευγνωμοσύνη του έστειλε πλούσια δώρα στο χωριό του, αλλά εκείνος δέχθηκε να κρατήσει μόνο 17 κανδύλια για τον ναό της Παναγίας των Λιθινών.
Τότε ο Επίσκοπος Ιεράς και Σητείας Ιλαρίων συμβούλευσε τον Γεροντογιάννη να πάει σε μία ερημική μακρινή περιοχή, έτσι ώστε να σταματήσουν οι αντιδράσεις και οι καταγγελίες των Τούρκων. Ως καταλληλότερο χώρο δεν μπορούσε να σκεφθεί ο Όσιος άλλο τόπο εκτός το ημιερειπωμένο Μονύδριο του Καψά, όπου γεννήθηκε, βαπτίσθηκε και νυμφεύθηκε.
     Έτσι, η νεώτερη ιστορία της Μονής αρχίζει με την απόφαση του να εγκατασταθεί το έτος 1841, στην έρημο του Καψά. Μετά το 1840 η διοίκηση της Κρήτης από τον Μουσταφά Ναιλή Πασά ήταν συχνά ανεκτική και οι τουρκικές αρχές έδειχναν ανοχή στην ανακαίνιση μοναστηριών και στην επισκευή πολλών ιερών ναών που είχαν παραμεληθεί για αιώνες ολόκληρους.
      Έτσι, το 1841 ο τελευταίος ιδιοκτήτης της περιοχής στην οποία βρισκόταν και το ερειπωμένο Μονύδριο του Τιμίου Προδρόμου, ΧατζηΝικόλαος Ζαφείρης από το χωριό Αγία Τριάδα Σητείας, ο οποίος την είχε αγοράσει από τον Τούρκο Δερβίς Αγά Χατζαριφάκη, παραχώρησε το σπηλαιώδη ναό και τη γύρω από το έρημο Μονύδριο έκταση στον Όσιο Ιωσήφ τον Γεροντογιάννη, ιδρυτή και ανακαινιστή της Μονής.


Το σπήλαιο όπου έμενε ο Όσιος Ιωσήφ Γεροντογιάννης

     Ο Όσιος ήταν εντελώς αγράμματος και δεν άφησε γραπτά στοιχεία για να γνωρίζουμε με σιγουριά τι βρήκε στον Καψά τότε. Βέβαιο είναι ότι υπήρχε ο ναός του Αγίου Ιωάννου, που όπως φαίνεται προσέλκυε πολλούς πιστούς από τα γύρω χωριά, καθώς και δύο οικήματα δίπλα στο ναό.
Υπήρχε ακόμα ένα πηγάδι με υφάλμυρο νερό, εικόνα που μαρτυρεί την προΰπαρξη μοναστηριού, πάνω στα ερείπια του οποίου κτίσθηκε η νέα Μονή.

Το εγκαταλελειμμένο Μονύδριο άρχισε πάλι να αποκτά ζωή και να συρρέουν προσκυνητές και ασθενείς που ήθελαν να γνωρίσουν τον ιδιότυπο ερημίτη και επιζητούσαν την ευλογία του για τη θεραπεία των ασθενειών τους.

     Ο Όσιος Γεροντογιάννης έμενε σ’ ένα απόκρημνο σπήλαιο για δεκαεπτά χρόνια βορειοδυτικά του σπηλαιώδους ναού και τα παλιά κελλιά παραχωρήθηκαν στους πολυάριθμους προσκυνητές, ενώ αρκετοί ήταν και οι υποψήφιοι μοναχοί που ήθελαν να μονάσουν δίπλα στον ερημίτη, ώστε να αρχίσει να δημιουργείται ο πυρήνας της πρώτης συνοδείας του.
Τα γεγονότα αυτά επέβαλαν την ανακαίνιση της Μονής, την επισκευή των παλιών κτιρίων και την ανέγερση νέων. Οι οικοδομικές εργασίες συνεχίστηκαν για αρκετά χρόνια, με εξαίρεση μία διακοπή το 1858, όπου ο Γεροντογιάννης για πέντε μήνες κατέφυγε στην Κάσο, λόγω μιας νέας επανάστασης που ξέσπασε στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη.



     Το 1861 προστέθηκε και το δεύτερο κλίτος της Αγίας Τριάδος στο Καθολικό της Μονής μέσα στο βράχο. Τα κτίσματα οικοδομήθηκαν σε τέσσερα επίπεδα και περιελάμβαναν κελλιά, ξενώνα, τράπεζα, μαγειρείο, φούρνο, αποθήκες και μια μεγάλη υδατοδεξαμενή για τη συλλογή των ομβρίων υδάτων.
Το 1863 το μοναστήρι ήταν εντελώς έτοιμο και ο όσιος εξακολουθούσε να παραμένει στη Μονή Καψά μέχρι που ξέσπασε η επανάσταση του 1866, και τότε φοβούμενος μήπως οι κατακτητές καταστρέψουν το μοναστήρι, αποφάσισε να εγκατασταθεί μαζί με τη συνοδεία του σε ένα παλιό ξεχασμένο και εγκαταλελειμμένο μοναστήρι την Αγία Σοφία, που βρίσκεται στο οροπέδιο των Αρμένων στη μέση περίπου της επαρχίας Σητείας.

     Στη Μονή Καψά άφησε μόνο ένα επιστάτη-μοναχό μέχρι το 1870. Ο Όσιος και στην Αγία Σοφία ασχολήθηκε με την εκ βάθρων ανακαίνιση της Μονής και την καλλιέργεια των κτημάτων της, ώστε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα μεταμόρφωσε κυριολεκτικά την περιοχή, γεγονός που προκέλεσε τον θαυμασμό όλων.

Επειδή και εκεί πήγαιναν πολλοί προσκυνητές από τα γύρω χωριά για να τον συναντήσουν, έπεσε θύμα συκοφαντίας, οπότε επέστρεψε στην αρχική Μονή του, ύστερα από εντολή του τότε Επισκόπου Ιεράς και Σητείας Νεοφύτου.


Λείψανα του Οσίου Ιωσήφ Γεροντογιάννη

     Ο Όσιος ζούσε με έντονη άσκηση, προσευχή και νηστεία. Έτρωγε ξηρή τροφή, κυρίως ελιές, χόρτα και παξιμάδια. Τις περισσότερες ώρες της ημέρας τις περνούσε στο κελλί του προσευχόμενος. Παρακολουθούσε τις Ακολουθίες από ένα παράθυρο του κελλιού του που έβλεπε προς τον Ναό και μόνο κάθε Κυριακή, όταν κοινωνούσε τα Άχραντα Μυστήρια κατέβαινε στην Εκκλησία.

Απέκτησε από τον Θεό πλούσια χαρίσματα, ώστε επιτελούσε καθημερινά πάμπολλα θαύματα σε όσους με πίστη στο Θεό πλησίαζαν κοντά του.

     Η φήμη του γρήγορα διαδόθηκε σε ολόκληρη την Κρήτη και στα νησιά Χάλκη, Κάσο και Σύμη, ώστε καθημερινά τον επισκέπτονταν πλήθος πιστών, ζητώντας τις σοφές συμβουλές του και οδηγίες για την καθημερινή τους ζωή. Άλλοι ζητούσαν τη θεραπεία τους από ασθένειες και την απαλλαγή τους από ακάθαρτα πνεύματα.
     Ο Γεροντογιάννης, διατηρώντας την εσωτερική κατάσταση της ησυχίας του και κινούμενος από άπειρη αγάπη προς τον πάσχοντα άνθρωπο κατά το πρότυπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, συμβούλευε, ενίσχυε και θεράπευε όλους τους ασθενείς, χαρίζοντάς τους με την χάρη του Κυρίου την υγεία της ψυχής και του σώματος.
Ήταν ευρύτατα γνωστό ότι ο Όσιος σταύρωνε το νερό της θάλασσας και γινόταν γλυκό. Ακόμα έριχνε το ράσο του στη θάλασσα και το χρησιμοποιούσε ως σχεδία για να μεταβαίνει τακτικά χάριν ησυχίας στο Κουφονήσι, νησί που απέχει αρκετά μίλια από τη Μονή.
Επίσης ο Όσιος είχε προορατικό χάρισμα, γι’ αυτό ξεχώριζε τα κλεμμένα προϊόντα που συχνά οι προσκυνητές του έφερναν ως δώρα, ζητώντας μάλιστα απ’ αυτούς που τα έφερναν να τα γυρίσουν πίσω. 
      Η πολυχρόνια και υπεράνθρωπη άσκηση του σώματος γρήγορα εξεσθένησαν το ασθενικό σώμα του και η φωνή του λεπτύνθηκε, ώστε μετά βίας μπορούσαν να ακούσουν οι παρευρισκόμενοι όσα τους έλεγε.
Τους τελευταίους μήνες της ζωής του παρέμενε στο κελλί του κλινήρης. Προείδε τον θάνατό του και προσκάλεσε πριν την εκδημία του προς τον Κύριο όλη την Συνοδεία στο κελλί του για να τους ζητήσει συγχώρηση και να τους δώσει τις τελευταίες συμβουλές του.
     Άφησε διάδοχο του τον Μοναχό Ανανία, προείπε ό,τι θα συμβεί στη Μονή μετά τον θάνατό του και όρισε την ακριβή ημέρα και ώρα του θανάτου του. Από τον εγγονό του Ιωσήφ, Διάκονο τότε, και τον Ιερομόναχο Γεννάδιο ζήτησε να λειτουργήσουν μαζί και να τον κοινωνήσουν των Αχράντων Μυστηρίων.


     Στις 6 Αυγούστου του έτους 1874, αφού κοινώνησε, κάλεσε πάλι τους Πατέρες στο κελλί του, τους ζήτησε ξανά συγχώρηση, έκανε το σημείο του Σταυρού, πλάγιασε δεξιά και αφού σταύρωσε τα χέρια του οσιακά παρέδωσε την μεταμορφωμένη ψυχή του στον μεταμορφωθέντα Κύριο.

Η σωρός του έγινε λαϊκό προσκύνημα και πολύς κόσμος κατέκλυζε καθημερινά τη Μονή για να τον προσκυνήσει και να τον αποχαιρετίσει, ώστε έμεινε επί τρεις μέρες άταφος.
     Τάφηκε στις 9 Αυγούστου 1874 μέσα στην Εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου στη νοτιοδυτική γωνία σε πέτρινο λαξευμένο τάφο από τον εγγονό του και μετέπειτα ηγούμενο της Μονής Αρχιμ. Ιωσήφ Γεροντάκη.  Αυτός, κινούμενος από την ευλάβεια του ευσεβούς λαού προς τον Όσιο, απεκόμισε στη συνέχεια την τιμία Κάρα του αγίου, την οποία και απέθεσε στο πάνω μέρος του τάφου.
      Από την κοίμηση του Οσίου η ευλάβεια των πιστών προς τον όσιο ήταν αμείωτη και μάλλον μέρα με την ημέρα αύξανε και διαδιδόταν από γενεά σε γενεά.
Οι προσερχόμενοι στο Μοναστήρι, προσκυνούσαν την κάρα του Οσίου, όπως και την εικόνα του, ενώ έπαιρναν και χώμα από τον τάφο ως ευλογία και θεραπεύονταν.
      Η ανακομιδή των λειψάνων του Οσίου Ιωσήφ έγινε στις 7 Μαΐου του έτους 1982, δηλαδή 108 χρόνια από την κοίμησή του, ύστερα από ολονύκτια αγρυπνία. Τα ιερά λείψανα τοποθετήθηκαν μέσα σε αργυρή λάρνακα μαζί με την τίμια κάρα του σε περίβλεπτη θέση του ναού και εκπέμπουν άρρητη ευωδία.